Αφού λύσαμε τα διεθνή ποδοσφαιρικά ζητήματα, ας γυρίσουμε σε κάτι πιό ελληνικό, πιό ερωτικό, πιό λογοτεχνικό. Ανέκαθεν θεωρούσα πως η χυδαιότητα μπορεί να περιοριστεί στην Βουλή και απαλειφθεί εντελώς και από την πλέον τολμηρή ερωτική σκηνή, με την τρυφερότητα και την ποίηση να συμπορεύεται ταιριαστά με το πάθος. Καθ' όσον, δεν μετράει τόσο αυτό που λες, αλλά το πώς το λες. Στους «Ασύμβατους Άξονες» το επιχείρησα δις. Παραθέτω στην κρίση των αναγνωστών το αν τελικά το πέτυχα! Εδώ η πρώτη σκηνή:
«.................................................................................................................................................
-Μη Κωσταντή! Όχι στα μάτια. Στην πατρίδα μου έλεγαν πως τα φιλιά στα μάτια σημαίνουν χωρισμό, Εγώ δεν θέλω να χωρίσουμε, Δεν θα χωρίσουμε ποτέ Κωσταντή μου! Μια παρένθεση θα είναι μόνο στη ζωή μας το μπάρκο σου. Μικρή παρένθεση και μόνο, που γρήγορα θα κλείσει. Θα το δεις!
Η θέρμη των λόγων της, η ικεσία που έκρυβαν και η κοριτσίστικη αφέλεια απογείωσαν τον Κωσταντή. Θα ευχόταν η καρδιά του να άνοιγε, η Λενιώ να μίκραινε και να χωνόταν ολάκερη μέσα της. Να μην ξανάβγαινε ποτέ. Να την έπαιρνε μαζί του και να μην χώριζαν ποτέ πια!
Αναζήτησε με πάθος τα χείλη της και βυθίστηκε σ’ ένα ατέλειωτο βαθύ φιλί, φθάνοντας μέχρι τα μύχια βάθη της ψυχής της. Την ένοιωθε να σπαρταράει σαν μικρό σπουργίτι στην αγκαλιά του. Κολλημένη όπως ήταν απάνω του, ένοιωθε να διαγράφεται στο κορμί του κάθε σημείο του δικού της. Το σφιχτό της στήθος πίεζε το στήθος του και τα λαγόνια της είχαν γίνει ένα με τα δικά του. Μεθυσμένος από πόθο και λαχτάρα έσκυψε και φίλησε το στήθος που ξεγύμνωσε ανοίγοντας τα κουμπιά του φουστανιού της. Η Λενιώ έγειρε ξαπλώνοντας στον «θρόνο» και τον τράβηξε απάνω της.
- Πάρε με, Κωσταντή μου, είμαι δική σου, πάρε με!
Η φωνή της βραχνή και σιγανή έβγαινε κατ’ ευθείαν απ’ τα σπλάχνα της. Ο Κωσταντής ήταν αδύνατον να κρατηθεί. Η στιγμή, οι ώρες, η φυγή, η συγκίνηση και πάνω απ’ όλα ο πόθος και η επιθυμία παρέλυσαν κάθε δισταγμό και κάθε αναστολή, που σε στιγμές ηρεμίας θα μπορούσε να προβάλει η συνείδησή του. Τα «μη» και τα «δεν πρέπει» πήγαν περίπατο και τσούλησαν μονομιάς στη θάλασσα.
Ενώθηκαν με πολλή δύναμη, τρυφερότητα και πάθος. Με ένταση και τρυφερότητα. Πήραν κι έδωσαν μια πρωτόγνωρη και για τους δύο ηδονή. Με την απειρία του πρωτάρη αλλά και την έμφυτη καθοδήγηση της φύσης, έφτασαν στην τέλεια ένωση του Άρρενος με το Θήλυ! Και μαζί γνώρισαν την υπέρτατη ανθρώπινη απόλαυση!
Όταν άνοιξε τα μάτια της η Λενιώ κι αντίκρισε πάνω της τον έναστρο ουρανό της ασέληνης νύχτας, σαν να της φάνηκε πως κάπου εκεί βρισκόταν κι εκείνη. Ένα αστέρι ανάμεσα στ’ αστέρια. Εκεί την ανέβασε ο Κωσταντής της. Ναι, ο δικός της πλέον Κωσταντής. Ο άντρας της.
.............................................................................................................................................»
Αύριο-μεθαύριο... η δεύτερη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου