Μιά και πήραμε φόρα...
Η τέταρτη συγγραφική απόπειρα αναφέρεται, κατά μυστηριώδη λόγο και ανεξήγητο τρόπο, σε μιά καλά κρυμμένη και υποφώσκουσα περίοδο της ζωής μου. Με το μυαλό να ακολουθεί το χέρι. Ανορθόδοξα και ανάποδα... Αναδημοσιεύω τον πρόλογο.
Όσο γιά πολιτικά σχόλια... αργότερα, ή αύριο.
Πρόλογος.
« Ένα παλιό λαϊκό τραγούδι παρομοιάζει τη ζωή με μια μεγάλη θάλασσα και τους ανθρώπους τους λέει «καπεταναίους»! Μια άλλη, προσεκτικότερη και λιγότερο ποιητική αλλά περισσότερο ρεαλιστική θεώρηση, θα αναθεωρούσε τον συσχετισμό. Ίσως πλησιέστερα στην αναλογία να βρίσκεται ο συνδυασμός: «ζωή=θάλασσα και άνθρωποι=καράβια».
Το κάθε λογίς πλεούμενο
πορεύεται με βάση τους χειρισμούς που κάνει το πλήρωμά του, που δεν είναι
τίποτε άλλο παρά τα αισθήματα, τα συναισθήματα, η λογική και οι παρορμήσεις που
μας κουμαντάρουν.
Πλοία υπάρχουν πολλών ειδών.
Από ασήμαντες βαρκούλες-καρυδότσουφλα για κοντινές βολτίτσες στην ακτή και
ψάρεμα με καθετή- που κρύβουν την ασημαντότητα των πολλών, μέχρι υπερωκεάνια
και ποντοπόρα που εκφράζουν την υπεροχή, την ιδιαιτερότητα και την μεγαλοφυΐα
των διακεκριμένων λίγων. Και κάπου στο ενδιάμεσο, τα πολυτελή γιότ να
σηματοδοτούν τον πλούτο και την καταξίωση, ως αυτοδίκαιο μεγαλείο ή
νεοπλουτίστικη ματαιοδοξία. Ενώ τα ψαροκάικα, τα μότορσιπς και τα ποστάλια
συνιστούν τη μεγάλη κατηγορία των συνηθισμένων πλωτών τα οποία οργώνουν τη
θάλασσα και συγκροτούν το μέγα πλήθος που με τις ιδιομορφίες, την αξία και τη
διαδρομή τους, δημιουργούν πλέγμα το οποίον ονομάζουμε «ανθρώπινο αποτύπωμα» επί
της Γης. Όλα μέσα στην αιωνιότητα της Δημιουργίας.
Τα πολεμικά πλοία σε όλη τη
ποικιλία τους, από τορπιλάκατο μέχρι αεροπλανοφόρο, δεν μπορεί παρά να
συμβολίζουν τους πάσης φύσεως και διαβάθμισης ηγέτες. Αυτούς που ρυθμίζουν τις τύχες
του Κόσμου. Από τον σπιθαμιαίο φύλαρχο απομακρυσμένης φυλής στον Αμαζόνιο μέχρι
τον Αμερικανό πλανητάρχη.
Η θάλασσα=ζωή δεν κάνει
διακρίσεις στην αντιμετώπιση των σκαφών και, ανεκτική και μεγαλόθυμη, αφήνει να
την οργώνουν όλα. Καπριτσιόζα, μυστηριώδης, ναζιάρα και απρόβλεπτη, μια φουρτουνιάζει
και μια γαληνεύει -κατά τα κέφια της- και αλίμονο σ’ εκείνον που την αγνοεί,
την αψηφά, την υποτιμά, ή της βγάζει αναιδώς γλώσσα υπερτιμώντας, υβριστικά για
την παντοδυναμία της, τις δικές του δυνατότητες. Η αλαζονεία του «Τιτανικού»,
π.χ. τον έστειλε στο μοιραίο ραντεβού με το παγόβουνο κι από εκεί στον πάτο!
Έτσι, άλλους τους φέρνει στο λιμάνι τους, ακύμαντη και με ούριους ανέμους, άλλους
τους δοκιμάζει με θύελλες και καταιγίδες, άλλους τους συντρίβει στις ξέρες, άλλους
τους ξεβράζει σε ακτές, ή τους στέλνει καραβοτσακισμένους ν’ ανάβουν λαμπάδα στον Άι Νικόλα, και άλλους τους σκυλοπνίγει
αύτανδρους.
Μέσα σ’ αυτή τη νομοτέλεια και
φυσική επιταγή, η μοίρα έστειλε δυό καλοχτισμένα καΐκια να ξεκινήσουν, από δύο διαφορετικά
και απομακρυσμένα μεταξύ τους λιμάνια, και να συνταξιδέψουν. Το πώς πήγε το
ταξίδι τους θα το διαβάσετε στις επόμενες σελίδες.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου