Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

Το παρελθόν ερμηνεύει το παρόν.

Αναδρομές

Επειδή η προηγούμενη αναδρομή μου άνοιξε την όρεξη, ανέτρεξα πάλι πίσω και βρήκα κι αυτό. Δύο χρόνια πριν. Ζεστό σαν να βγήκε, μόλις, από τον φούρνο.
Γιά προσέξτε το!


Σάββατο, 3 Οκτωβρίου 2009
Θέσεις - Απόψεις


   Η ΓΕΝΙΑ ΤΩΝ 700 ΕΥΡΟ
   Η στήλη άνοιξε τα μάτια και τα φτερά της, περίπου, γιά πλάκα. Φιλοσοφία της, κάπου το έχω αναρτήσει, ότι οι πραγματικά σοβαροί άνθρωποι παίρνουν τη ζωή στη πλάκα, ενώ αυτοί που το παίζουν σοβαροί (διάβαζε, σοβαροφανείς ) είναι , τελικά, της πλάκας. Κι η στήλη λατρεύει τους πρώτους.
   Θυμάμαι στα νιάτα μου, όταν κουτσότρεχα σ’ αγώνες αυτοκινήτου στις ρομαντικές τους εποχές, (άλλη μια νεανική τρέλα κι αυτή) που εντυπωσιάστηκα και ζήλεψα από βάθους καρδιάς, (με τη καλή έννοια του όρου), ένα παλιό αγωνιζόμενο, τον ΕΙΠΩΡΧ, ( Σημερινή προσθήκη: Κατά κόσμον, Σωτήρης Σοφιανόπουλος), που ανέβαινε τη Ριτσώνα μ’ ανοιχτό παράθυρο, το μπράτσο έξω και με κλασσική μουσική στο κασετόφωνο το οποίο ανταγωνιζόταν, σε ντεσιμπέλ, τα θηριώδη κυβικά της BMW του. Και να κερδίζει τον αγώνα!
   Δεν ζήλευα τη πρωτιά (κάτι που ποτέ δε πέτυχα, χωρίς να νοιάζομαι γι’ αυτό), αλλά την άνεση, την ανεμελιά και το συγκερασμό των ενδιαφερόντων. Ζήλευα όχι αυτό που έκανε, αλλά το πώς το πετύχαινε.
   Βγαίνοντας στο κουρμπέτι των blogs και τις μεγάλες περιπλανήσεις μου, εκείνο που μ’ εντυπωσίασε πιο πολύ και με αιφνιδίασε, παρ’ όλη την πείρα και τη μανία μου να «σπουδάζω» χαρακτήρες, είναι το ότι πιάστηκα εντελώς αδιάβαστος και στον ύπνο, όταν εμπλεκόμενος σε διάφορες ιστοσελίδες, είδα και γνώρισα μιά άλλη αριστερά. Όχι την αγνή ρομαντική εικόνα του ΚΚΕ που έχω γνωρίσει, συζητήσει και συναναστραφεί. Τους θεωρητικούς και δογματικούς μεν, αλλά σωστούς και ίσιους λεβέντες και μπεσαλήδες αριστερούς του εμφυλίου. Βρήκα μιά άλλη αριστερά. Ένα «σκληρό» και μονολιθικό μπετόν αρμέ περιφραγμένο από παραπέτασμα, ιδεολογικό και κοινωνικό. Συμπεριφορές, χειρότερες απ’ τις σταλινικές! Με φιλυποψία και καχυποψία. Αρνητικοί και αδιάλλακτοι σε κάθε πιθανή συζήτηση. Με απύθμενο και άσβεστο ταξικό μίσος.
   Στη πρώτη σου αντίρρηση σου πετούν ένα «ακροδεξιός» ή «φασίστας» ή, στην καλύτερη περίπτωση, «αυτό είναι δεξιά πολιτική »! Και το κακό δεν είναι το ταμπελάκι που σου κρεμάνε. Το κακό είναι η σκληράδα της έκφρασης, η γυαλάδα του ματιού και το βαθύ μίσος της ψυχής. Αγέλαστοι κι ασυγκίνητοι. Χωρίς χιούμορ και χωρίς συναίσθημα. Καλοκουρντισμένα και καλογυαλισμένα ρομποτάκια, με το ίδιο τσιπάκι όλοι στη μνήμη.
   Το σπουδαιότερο αλλά και λυπηρότερο είναι ότι οι περισσότεροι είναι νέοι. Νέοι που στερούνται όλες τις χαρές της ζωής χάριν μόνο μιάς. Κι αυτής λανθασμένης. Τους φαντάζομαι χωμένους σε πολυθρόνες στα «στέκια» τους να σκορπούν το χρόνο διαλογιζόμενοι και αιτιώμενοι την «άδικη κοινωνία». Και την ανατροπή της.
   Έπαιξα αρκετές φορές στην έδρα τους, στο γήπεδό τους. Σε αγώνες «σιμουλτανέ». Ένας εναντίον πολλών! Έδρες γερές, ομάδες πλήρεις. Με παίχτες σκληροτράχηλους που μαρκάρουν δυνατά και ειδικεύονται στο τάκλιν! Με απόψεις επί παντός επιστητού που φιλτράρονται, όμως, μέσα από συγκεκριμένο ιδεολογικό και κομματικό φίλτρο και σερβίρονται, πάντα, στην ίδια τροχιά και κατεύθυνση. Και που εύκολα αντικρούονται. Χωρίς όμως να ιδρώσει τ’ αυτί τους, λόγω παρωπίδων. Σου πετάν το «ακροδεξιός» και καθάρισαν. Και αυτιά και μυαλό. Αλληλοσυμφωνούν μεταξύ τους και προχωρούν, τρισευτυχισμένοι, στον κόσμο τους. Με μπερδεμένες και συγκεχυμένες ιδέες και έννοιες. Και ακατάληπτη φρασεολογία. Βεβαίως, γιά να μην πέσω στο ίδιο λάθος, θα πρέπει να αναγνωρίσω ότι σε αρκετά σημεία οι αιτιάσεις και απόψεις τους με βρίσκουν σύμφωνο, ιδίως γιά τα αίτια που έφεραν τις κοινωνίες στα σημερινά αδιέξοδα. Όμως διαφωνώ κάθετα με τους τρόπους θεραπείας που πρεσβεύουν. Και πιό πολύ με κάποιες ακραίες τάσεις γιά ανυπακοή, βίαιες ανατροπές, αναρχικές εξεγέρσεις και άλλα επαναστατικού περιεχομένου φληναφήματα. Η βία, πλην των απελευθερωτικών κινημάτων, ποτέ δεν έδωσε βιώσιμες λύσεις, μακράς πνοής, σε κοινωνικά θέματα. Ψευτοσουλούπωσε μιά κατάσταση με αλλαγή δυνάστη, γιά το φαίνεσθαι, και, άντε πάλι τα ίδια. Άντε, όμως, να πείσεις νέα παιδιά γαλουχημένα στη κατάληψη, το γκαζάκι και τη μολότοφ. Άντε ν' αντιληφθούν ότι πήγαινες μισή ώρα ποδαρόδρομο με τις γαλότσες μεσ’ στη λάσπη (εσύ τυχερός και «λεφτάς» γιατί κάποιοι φίλοι σου πήγαιναν ξυπόλητοι) όχι γιά να «καταλάβεις» (τι αστεία λέξη !) το σχολείο, αλλά γιά να μάθεις γράμματα! Χωρίς αιτήματα και αηδίες! Με μία μόνο υποχρέωση και ένα δικαίωμα. Να μάθεις γράμματα! Σε κτίρια άθλια και με ελλιπές προσωπικό. Μα η δουλειά γινόταν. Με πείσμα και προσπάθεια. Και πίστη στο τελικό σκοπό.
   Όταν κουβαλάς πίσω σου ένα περίδρομο χρόνια σκληρών δοκιμασιών, σκληρής δουλειάς και σκληρής ζωής δεν μπορείς να πτοηθείς από αμπελοφιλοσοφίες του καναπέ και της φραπεδιάς. Ούτε από αναρχικά ιδεολογήματα φεουδαρχικών και καταπιεστικών εποχών, ανύπαρκτων σήμερα. Όταν μάλιστα προσέρχεσαι στο διάλογο ισότιμα και καλόπιστα. Χωρίς την ψυχολογία του άκακου αμνού ή του κακού λύκου.
   Όταν έχοντας ορφανέψει στα 15 σου και απ’ το αμέριμνο κλοτσοσκούφι της γειτονιάς αναγκάζεσαι, εν μία νυκτί και μόνη, να ανδρωθείς και να κάνεις εκδοτικές συμβάσεις με καθηγητές Πανεπιστημίων και να μεγαλώνεις πίσω σου 3 μικρότερα αδέλφια. Όταν σπουδάζεις δουλεύοντας και δουλεύεις σπουδάζοντας.
   Όταν έχεις κάνει το χόμπι σου επάγγελμα και έχεις βγάλει ψωμί, με κόπο και ιδρώτα και στις πέντε ηπείρους, τι μπορεί να σου διδάξει ο Μπακούνιν και τι να σου πει ο Καραμπελιάς και οι υπόλοιποι θολοκουλτουριαραίοι κοπρίτες. Όταν στη πράξη, ο μόχθος σου έχει αργάσει το πετσί, σίγουρα δεν μπορείς να καταλάβεις τη λογική των «τάσεων» και των «συνιστωσών» και τις σαχλαμάρες πολιτικών που κάνουν πολιτική νομίζοντας ότι παίζουν «Monopoli». Και πεισμώνουν και θυμώνουν:
   - Θύμωσα, δε παίζω!
   - Καλά, συγγνώμη, γύρνα.
   - Ωραία, ξαναπαίζω! Αλλά σε λίγο φεύγω!
   Ούτε τη λογική της μολότοφ, του περίστροφου και της δολοφονίας αθώων, «εκφραστών», τάχα, του κεφαλαίου. Λες και ξεκάνοντας 5-10 ταλαίπωρους , που ούτε, καν, είχες συναντήσει στη ζωή σου, χτύπησες το κεφάλαιο, το ξόρκισες και το εξόντωσες!
   Κι αυτό λέγεται κοινωνική πάλη! Γιά τα δίκια του λαού! Εγώ τα λέω «μαλ….»
   Και θα γελούσαμε όλοι μαζί και γιά τα θεωρητικά τους, γελοία, ασύντακτα κι ακαταλαβίστικα μανιφέστα, αν δεν επρόκειτο για στυγνές δολοφονίες. Με αίμα, πόνο, δάκρυ κι ορφάνια. Κι ας τις λένε, κομψά, τα «δημοκρατικά» έντυπα εκτελέσεις! Μπλέκοντας, συγγνωστά το «γάλα» με τη «καβάλα»! Ξεχνώντας ότι κι ο περιπτεράς της γειτονιάς λειτουργεί στη λογική του κεφαλαίου.

   Τελικά με όλες αυτές τις συζητήσεις για κάτι σιγουρεύτηκα. Ο ευδαιμονισμός που ο άκρατος καπιταλισμός δημιουργεί, σε συνδυασμό με τον υπερπροστατευτισμό της προηγούμενης, της ταλαιπωρημένης και κατακουρασμένης, απ’ το μόχθο και τη στέρηση, γενιάς που θέλησε να προσφέρει στα παιδιά της καλύτερη και ανετότερη ζωή, έκαναν τη ζημιά.
   Η βλακωδέστατη εμμονή ότι μόνο ένα πτυχίο εξασφαλίζει το μέλλον και μιά καλύτερη ζωή οδήγησε τη κατάσταση στον πληθωρισμό, (ένα καθαρά ελληνικό φαινόμενο), του «πτυχιακού, (όχι πνευματικού), προλεταριάτου». Χωρίς οργανωμένο σχέδιο επαγγελματικού προσανατολισμού, κάτι γιά το οποίο το Κράτος φέρει εγκληματική ευθύνη, ξεχύθηκαν όλοι προς άγραν «πτυχίου». Κάνουν δε κάνουν. Τραβάν δε τραβάν. Με τους φροντιστές να τρίβουν τα χέρια τους. Και τα κόμματα επίσης, μιά κι εξασφαλίζουν στρατιές από ινστρούχτορες κι αγκιτάτορες, μέσω των αιώνιων φοιτητών. Γεμίσαμε πανεπιστήμια της συμφοράς. Πανεπιστήμια-σφραγίδες που λειτουργούν σε τεσσάρια διαμερίσματα και τους κόβουν το ρεύμα όταν δεν πληρώνεται η ΔΕΗ. Κάθε πόλη και Πανεπιστήμιο, κάθε χωριό και ΤΕΙ. Πάρε κόσμε πτυχία!
   Με κάτι σαχλαμαροΤΕΙ που μόνο σκοπό έχουν να συντηρούνται τα ντόπια καταστήματα και να γεμίζουν τα ενοικιαζόμενα δωμάτια κάποιων ημιεγκαταλελειμένων επαρχιακών πόλεων. Με κάποιες κοπέλες να «σπουδάζουν» ιχθυοκαλλιέργειες (!) μόνο και μόνο γιά να μένουν μακριά απ’ το σπίτι και να γκομενίζουν ασύστολα!. (Μην τολμήσει κανείς να με διαψεύσει. Ξέρω καλά !)
   Και όλοι αυτή η παρακμιακή κατάσταση να ξετυλίγεται όχι σε κλίμα μάθησης, ανέλιξης και δημιουργίας. Όχι με δουλειά, κόπο και προσπάθεια, αλλά με βασικό γνώμονα την αρχή της «ήσσονος προσπαθείας». Το αραλίκι και το «διαλογισμό». Και το φουκαρά τον γονιό να πληρώνει και να προπηλακίζεται απ’ τον «προοδευτικό» κανακάρη με τα μούσια, τα γένια, τις αλογοουρές, τα σκουλαρίκια και τα τατουάζ!
   Και αφήσαμε ζωτικότατο επαγγελματικό χώρο στις στρατιές των ξένων οικονομικών μεταναστών να κατακλύσουν και μονοπωλήσουν τα χειρωνακτικά και τεχνικά, κυρίως, επαγγέλματα. Με σοβαρότητα, εργατικότητα και υπευθυνότητα. Και ανταγωνιστικότερες τιμές. Αλβανοί και Πολωνοί, π.χ. αντί να κάθονται στα Εξάρχεια και να «διαλογίζονται» πιάνουν την πέτρα και τη στύβουν ή το χαλκοσωλήνα και τον κάνουν…σαξόφωνο. Και όχι μόνο επιβιώνουν αλλά και προκόβουν και πλουτίζουν, φτιάχνοντας περιουσίες. Κι εδώ και στέλνοντας λεφτά στις πατρίδες τους. Και με, χειρότερο απ’ όλα, τη φήμη ότι η Ελλάδα είναι η Γη της Επαγγελίας. Γι’ αυτό πλακώνουν εδώ η σάρα κι η μάρα, οι αυλές των Τρουάδων όλου του κόσμου. Του τρίτου , του πέμπτου, του εξηκοστού! Γιά καλύτερη ζωή! Στη ζάπλουτη χώρα!
   Η μεγαλύτερη συμφορά του τόπου, να μου το θυμηθείτε, είναι η ασύδοτη λαθρομετανάστευση. Και κάτι πρέπει να γίνει, επειγόντως, με το θέμα αυτό. Δεν είμαι ρατσιστής. Οι περισσότεροι φίλοι μου είναι σχιστομάτηδες, κατά Ασία μεριά. Το ίδιο θα έλεγα κι αν τα καραβάνια των μεταναστών τα αποτελούσαν Βέλγοι, Σουηδοί (οι Σουηδέζες, παρακαλώ, εξαιρούνται!) ή Ελβετοί. Όσοι μπορούν να έχουν δουλειά ευπρόσδεκτοι. Όμως τις στρατιές των ανέργων που προστίθενται στις δικές μας, ποιός θα τις θρέψει; Ποιός θα τις στεγάσει, ποιός θα τις περιθάλψει από πλευράς υγείας κλπ.; Ας αφήσουμε τα κομματικά κόλπα, τύπου «μετανάστες, αδέλφια μας». Αυτά δεν πιάνουν, πλέον, ούτε στη Παπαρήγα. Όποιος πεινάει, θα κλέψει. Και στη μεγάλη πείνα θα σκοτώσει κιόλας. Και θα έχει και δίκιο. Ποιός μπορεί να εναντιωθεί στο ένστικτο της αυτοσυντήρησης;
   Όλοι ομφαλοσκοπούν και τυρβάζουν με «τάσεις» και «συνιστώσες» γιά κοινωνική δικαιοσύνη, αδικίες, καταπίεση και άλλα σχετικά, ενδιαφερόμενοι γιά τη μοιρασιά της πίτας. (Μπας και κάνα κομμάτι ξεφύγει μεγαλύτερο). Και μελετώντας εμβριθώς χάσανε τη πίτα! Που κανείς δε νοιάζεται πώς θα παραχθεί. Ξεχνώντας ότι «γιά να γυρίσει ο Ήλιος θέλει δουλειά πολλή…», όχι κουβέντα κι ασκήσεις επί χάρτου. Κι ούτε κουκούλα και γκαζάκια.
   Στόχος κι όνειρο ο διορισμός στο Δημόσιο. Γιά να συνεχιστεί το αραλίκι. Και τα 700, ει δυνατόν, να μας τα φέρνει ο ταχυδρόμος στο σπίτι. Και με την κλασσική, θρασύτητα γυρνούν και σου λένε: Η γενιά σας φταίει. Εσείς μας κάνατε έτσι! Εσείς κυβερνούσατε και φέρατε τα πράγματα σ’ αυτό το σημείο.
   Εδώ κάπου έχουν κάποια δίκια, αλλά όχι απόλυτα. Εδώ υπάρχει συνενοχή. Γιατί τίποτα απ’ αυτά που τους βολεύει δεν το αρνήθηκαν, όταν τους προσφέρθηκε στις καλές εποχές, τίποτα δεν αποποιήθηκαν, πουθενά δεν εναντιώθηκαν, όσο τα πράγματα πήγαιναν καλά και τσούλαγε το μηχανάκι. Στο στρίμωγμα βγήκαν τ’ αγγούρια στη φόρα. Κι εδώ αρχίζει ο παραλογισμός. «Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνη.. »

   «Σύντροφοι», φίλοι, όπως θέλετε πείτε το, πρέπει να καταλάβουμε, επί τέλους, κάποια πράγματα. Οι καιροί είναι δύσκολοι σε όλο το πλανήτη. Η βουλιμία για ανάπτυξη, η υπερκατανάλωση, η ανάπτυξη υπερβολικών και περιττών αναγκών και το αγχώδες κυνηγητό για την ικανοποίηση τους έφερε τα πράγματα εδώ που ήρθαν. Η τρυφηλότητα έφερε την παράλυση κι αυτή την παραλυσία. Σκεφτείτε πώς αποσυνετέθη η κραταιά Ρώμη. Με ποιά αίτια η κοσμοκράτειρα κατάντησε σάπιο άθυρμα στα χέρια του Βρέννου.
   Μάθαμε στα διπλά και τριπλά εξοχικά (άλλο στο βουνό κι άλλο στη θάλασσα), στα διπλά και τριπλά αυτοκίνητα, στις άπειρες συσκευές τηλεοράσεως (μία σε κάθε δωμάτιο), στα ξεφαντώματα και τα αηδή τσιφτετέλια πάνω στα τραπέζια των «πολιτιστικών» κέντρων που τιγκάρουν κάθε βράδυ και στις δώδεκα αθλητικές-οπαδικές εφημερίδες των αλαλαζόντων κάφρων των γηπέδων. Όμως το να κοιτάζουμε πίσω και να ψάχνουμε αίτια και υπαίτιους δεν ωφελεί. Τώρα τι κάνουμε.
   Πρέπει, νομίζω, να αλλάξουμε, πρώτα- πρώτα, νοοτροπία παραιτούμενοι από κάθε έννοια «κεκτημένου» σε όλα τα επίπεδα. Να ξεκινήσουμε πάλι από μηδενική βάση. Να ξεχάσουμε τα άχρηστα «πτυχία» και τη φενάκη της ματαιοδοξίας που τα συνοδεύει. Τον μύθο που συνδέει κάθε πτυχίο της πλάκας με την απαίτηση καλύτερης θέσης και καλύτερης αμοιβής. Να ξαναγυρίσουμε και ξαναδιεκδικήσουμε όλα εκείνα τα χειρωνακτικά και τεχνικά επαγγέλματα που τόσο άκριτα και με ελιτίστικα κριτήρια αφήσαμε στους «παρακατιανούς» ξένους. (Μη δυσανασχετείτε, έτσι είναι).
   Η κυρία που μας βοηθάει στις δουλειές του σπιτιού, αξιοπρεπέστατα, βγάζει 2500 Ε το μήνα και δεν προλαβαίνει, διώχνει δουλειές. Έρχεται ντυμένη σα κόμισσα και όταν κάνει πολύ κρύο φοράει και γούνα. Αληθινή γούνα! Και ενισχύει το γιο της στην Ουκρανία που είναι διευθυντής εργοστασίου!
   Πρέπει, επίσης, με την κοινωνική μας στάση να ενθαρρύνουμε τις επενδύσεις. Αυτές χαράζουν νέους δρόμους και ανοίγουν νέες δουλειές. Ν’ αφήσουμε γι’ αργότερα το μαξιμαλισμό των απαιτήσεων και να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις απεργιακές κινητοποιήσεις. Όχι στα άκριτα αιτήματα και τις επαναστατικές γυμναστικές. Nα περάσει η μπόρα και να το ξανασυζητήσουμε το θέμα. Η διαπραγμάτευση και η διαπάλη είναι διαχρονική και αέναη υπόθεση. Πρέπει, όμως, σήμερα ν’ ανασταλεί. Να συμφιλιωθούμε με το κεφάλαιο. Με όρους και κανόνες δίκαιους και έντιμους. Να καταλάβουμε ότι κεφάλαιο και εργασία δεν είναι, απλώς, αδέλφια δίδυμα. Είναι αδέλφια σιαμαία. Κανένα δε ζει χωρίς το άλλο. «Δει, δη χρημάτων, ω άνδρες Αθηναίοι και άνευ τούτων ουδέν εστί των δεόντων ». Οι αρχαίοι είχανε μυαλό, εμείς δεν έχουμε. Ένα σύγχρονο, έντιμο, δίκαιο και ικανό κράτος μπορεί να βάλει, μιά χαρά, όρους και κανόνες στο παιχνίδι κι όλα να λειτουργήσουν ρολόι, επ’ ωφελεία όλων. Εκεί πρέπει να εστιαστεί η προσπάθεια. Ένα τέτοιο Κράτος να φροντίσουμε να φτιάξουμε. Όχι στη δαιμονοποίηση του κεφαλαίου.
   Να εκλογικεύσουμε το συνδικαλισμό που χάριν ιδιοτελών συμφερόντων των μηδέποτε εργασθέντων «εργατοπατέρων», από πολύτιμο όργανο προστασίας των εργατικών δικαιωμάτων έχει καταντήσει προβοκατόρικος μηχανισμός εξαθλίωσης των εργαζομένων, γιά να δικαιολογεί την ύπαρξή του, και εφαλτήριο προσωπικής ανέλιξης των πονηρών «καπήλων» της εργατικής τάξης. Η κατάρα και το ασφαλέστερο μέσον της καταστροφής της. Κοιτάξτε τι γίνεται με το λιμάνι του Πειραιά. Μιά χούφτα καλοαμειβομένων τεμπέληδων σαμποτάρει μιά γιγαντιαία επένδυση της «συντρόφισσας» Κίνας που θα δώσει ψωμί (μάλλον ρύζι!) σε χιλιάδες Έλληνες, πολυποίκιλα, καθ’ όσον η χώρα μας θα γίνει ο πρώτος σταθμός διέλευσης του φοβερού όγκου των κινέζικων εμπορευμάτων που κατευθύνονται προς την Ευρώπη. Όμως θαυμάστε αντίδραση! Καμαρώστε συνδικαλισμό! Όχι, βροντοφωνάζουν! Γιά να μη χάσουν μερικοί τα άνομά τους προνόμια!
   Γιά σαράντα πέντε χρόνια, σχεδόν μισό αιώνα, σταδιοδρόμησα, χωρίς ίχνος κεφαλαίου, δίπλα σ’ αυτό και απ’ αυτό. Έμαθα να μη το φοβάμαι, να μη το ξορκίζω , να μη το καταριέμαι. Μόνο να το σέβομαι και να το χρησιμοποιώ. Χωρίς να το εκμεταλλεύομαι και χωρίς να μ’ εκμεταλλεύεται.
   Ας μην αυταπατώμεθα. Οι καιροί είναι δύσκολοι αλλά διέξοδοι επιβίωσης υπάρχουν. Και δουλειά. Πίστη, όραμα (όχι σαν κι αυτό των σύγχρονων μυστακοφόρων Ζαν ντ Άρκ) και ιδανικά απουσιάζουν. Κυριαρχούν η βαριεστιμάρα, η απογοήτευση, η παραίτηση. Πλεονάζουν η εσωστρέφεια, η άρνηση, το ταξικό μίσος. Η εύκολη λύση και ο εύκολος ένοχος. Και το αφελές σλόγκαν: « Οι πλούσιοι να πληρώσουν τη κρίση». Δεν έχω ακούσει μεγαλύτερη αρλούμπα! Άντε βρες τους, πιάσ’ τους και πάρτα τους. Μέσα στα πλαίσια δημοκρατικών διαδικασιών, εννοείται. Αλλιώς το πράγμα πάει αλλού, σε πονηρές, απεχθείς και απάνθρωπες ατραπούς που ούτε να διανοηθώ θέλω.
   Απουσιάζει η λογική κι ο καθαρός λόγος, στα μέτρα του εφικτού κι όχι του επιθυμητού. Και πλεονάζει η γκρίνια, η μιζέρια κι ο λαϊκισμός. Αντί ν’ ανέβουμε «εμείς» κοπιάζοντας, να κατεβάσουμε «αυτούς» άκοπα. Δεν πειράζει να σαπίζουμε στο τέλμα της δυστυχίας και της υπανάπτυξης αρκεί να είναι μέσα κι «αυτοί». Η αποθέωση του μηδενισμού και της καθυστέρησης. Χωρίς κρίση και χωρίς συναίνεση. Κι αυτό το βαφτίζουμε «πρόοδο»!
   Όταν θέλουμε, δουλειά υπάρχει. Και προκοπή. Ζητείται όρεξη! Και, πρώτα απ’ όλα, μυαλό!





Αναρτήθηκε από ORPHEAS στις 12:17 0 σχόλια



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου