Προετοιμαζόμενος γιά το άλμα στο... Άπειρο. |
Όσο προχωρεί ο άνθρωπος στον
δρόμο που τον έβαλε ο Δημιουργός, τόσο συνειδητοποιεί πως ο δρόμος αυτός είναι
πεπερασμένος και σύντομος. Ξεκινά -χωρίς επίγνωση και συναίσθηση του μυστηρίου
της ζωής- από την αφετηρία του και προχωρώντας προς το άγνωστο και την
ματαιότητα, διαπιστώνει πως το μπροστινό και υπολειπόμενο κομμάτι της συνεχώς μικραίνει, ενώ όλο και
μεγαλώνει αυτό που αφήνει πίσω. Συγχρόνως ελαττώνεται και εξασθενίζει το
ενδιαφέρον του γιά την έννοια... «μέλλον», ενώ αυξάνεται, βασανιστικά, η
νοσταλγία γιά το «παρελθόν», που έτσι και προκύπτει πλούσιο και ενδιαφέρον, τον
«στοιχειώνει» κιόλας.
Ξαφνικά, και με βάση τον
απολογισμό που -θέλει, δεν θέλει- γίνεται αυτόματα μέσα του, διαπιστώνει πως οι
«θέσεις» αυτών που γνώρισε, αγάπησε και συναναστράφηκε ολοένα και αδειάζουν
απελπιστικά, με την έλλειψη να τον θλίβει και με τη μοναξιά να τον γυροφέρνει απειλητικά. Ψυχρή -σχεδόν
παγωμένη- ανάλγητη, εφιαλτική. Και όσο
πιό πλούσιο ήταν το... «ρεπερτόριο» της ζωής του, όσο πιό πολλά "εβίωσε, έμαθε
και έπαθε", τόσο πιό μελαγχολικό φαντάζει το «άδειο» του «σήμερα» και τόσο πιό
αδιάφορο του γίνεται το προδιαγεγραμμένο «αύριο». Με το ενδιαφέρον να
εστιάζεται, πλέον, στα αινιγματικά «πότε και πώς», που θα τον συνοδεύσουν στον νομοτελειακό
τερματισμό της διαδρομής. Οι πιό γενναίοι αδιαφορούν γιά το πρώτο, αλλά τρέμουν
το δεύτερο, ενώ οι ψοφοδεείς... "παθαίνουν" και στην ιδέα του... «πότε», αποστρέφοντας τον νου
απ’ αυτό, θεωρώντας -προληπτικοί όντες- πως η όποια αποστροφή και παρασιώπηση
θα το ξορκίσει. Και, έτσι, θα το αποφύγουν, καθώς το αγνοούν τάχα και δεν το...
μελετούν.
Αυτές τις στιγμές,
αγκαλιάζοντας νοερά τους χιλιάδες ανθρώπους που γνώρισα στην επίγειο διαδρομή
μου -ιδίως εκείνους στα πολλά, μεγάλα και μακρινά ταξίδια, που είχα την τύχη να
συνοδεύσω ως αρχηγός- καλούς, κακούς, εύκολους, δύσκολους, καλότροπους,
δύστροπους- ένα μόνο συναίσθημα με κατακλύζει τώρα. Ένα νοσταλγικό και
βασανιστικό συναίσθημα, γιά αυτές τις χιλιάδες «χαρακτήρες» που συνάντησα,
συμπάθησα, αντιπάθησα, συμφώνησα, διαφώνησα, αγάπησα -ποτέ μίσησα, το πολύ «διαολίστηκα»-
το οποίο μπορεί να εκφραστεί με δύο, μόνο, απλές λέξεις. Βγαλμένες από καρδιά
και νου: «Μου λείπουν»! Μου λείπουν αφόρητα... Όλοι τους. Και την εικόνα τους
-γενική και συγκεχυμένη- θα πάρω μαζί μου... όταν. Ομού με εκείνη των προσφιλών μου
προσώπων και των αγαπημένων μου τετράποδων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου