Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2019

Αναμνήσεις από τη γέφυρα του ποταμού Κβάι


... και τα νιάτα μου.

Το -επί τέλους- πέρασμα Τιαμκράσσε.

   Χθες, κατά τις 4.00΄ το πρωί, η φίλη μου η αϋπνία, συνεπής στο ραντεβού ήλθε πάλι να με συντροφεύσει. Κάνοντας ζάπινγκ -η πρώτη κλασσική μου αντίδραση, μπας και με ξαναπάρει ο ύπνος- και αφού είδα μερικές ξεβράκωτες κουνιστροκώλες να κουνιόνται άχαρα και εντελώς αντισεξουαλικά, «έπιασα» σε κάποιο κανάλι κάτι που με ηλέκτρισε και μου έκοψε ριζικά κάθε διάθεση γιά περαιτέρω ύπνο. Επρόκειτο γιά φιλμ σχετικό με τη δραματική σελίδα του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου που γράφτηκε στην περιοχή Καντσανάμπουρι της Ταϋλάνδης. Μιά πραγματική ιστορία, πέραν της εξωραϊσμένης παλιάς κλασσικής ταινίας με τον Άλεκ Γκίνες. («Η γέφυρα του ποταμού Κβάι», η οποία, άλλωστε, δεν γυρίστηκε εκεί αλλά στην Κεϋλάνη).

   Την περιοχή την έχω επισκεφθεί πάνω από 120 φορές, στα πλαίσια των 150+ ταξιδιών μου με καθήκοντα αρχηγού γκρουπ. Οργάνωνα ολοήμερη προαιρετική εκδρομή εκεί, στις ελεύθερες ημέρες, και έχω ασχοληθεί ιδιαίτερα -ένεκα προσωπικού ενδιαφέροντος- με αυτή την ιστορική πτυχή. Συνοπτικά η υπόθεση αφορούσε ταχεία κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής που θα ένωνε την Μπάνγκοκ με το Μαλμέιν της Βιρμανίας, προκειμένου να εξασφαλιστεί ασφαλής οδική προέλασις των ιαπωνικών στρατευμάτων γιά εισβολή στην Ινδία. Η θάλασσα λόγω βρετανικού στόλου ήταν επισφαλής. Χάριν της σπουδής και της σπουδαιότητος του έργου, οι Γιαπωνέζοι κουβάλησαν όλους τους αιχμαλώτους πολέμου που μάζεψαν από την πτώση της Σινγκαπούρης και σε απαράδεκτες συνθήκες καταναγκαστικής εργασίας -βοηθουσών και των απάνθρωπων τροπικών κλιματολογικών- έφτιαξαν ένα κολαστήριο ψυχών και σωμάτων με χιλιάδες νεκρούς, αφού οι αιχμάλωτοι ήσαν αναλώσιμο είδος και έπρεπε να εργάζονται μέχρι τελευταίας ικμάδος της αντοχής τους. Οπότε πέθαιναν σαν κοτόπουλα. Παραλείπω τις τραγικές λεπτομέρειες και παραπέμπω, όσους βρεθούν κατά Ταϋλάνδη μεριά, να μην παραλείψουν μιά επίσκεψη στον μαρτυρικό τόπο του Καντσανάμπουρι, όπου πολλά θα δουν και θα μάθουν σχετικά, βάζοντας το δάκτυλο επί τον τύπον των ήλων.

   Ευλογώντας λιγάκι και τα γένια μου αναφέρω κάτι γιά την συμμετοχή μου στην... τακτοποίηση κάποιου θέματος. Την άρση μιάς ανακρίβειας και την αποκατάσταση της αλήθειας. Λίγο μετά την περίφημη γέφυρα, το τραίνο προχωρά τρίζοντας και με ταχύτητα χελώνας, πορευόμενο πάνω σε μία μεγάλου μήκους επικίνδυνη ξύλινη κατασκευή, κατά μήκος της όχθης του ποταμού. Στην αρχή αυτής της θεόρατης κατασκευής σ’ ένα πέτρινο κολωνάκι υπάρχει σκαλισμένη η επιγραφή: «Tiamkrasse bridge». Όμως η λέξη «bridge» σημαίνει «γέφυρα» κι αυτή η κατασκευή γέφυρα δεν ήταν! Γιά χρόνια, κάθε φορά που περνούσα απ’ εκεί, κατέβαινα από το τραίνο  -εκμεταλλευόμενος την αργή του κίνηση- και πιπίλαγα το μυαλό του μικρόμυαλου φύλακα της γραμμής, που στητός κρατούσε ένα πράσινο σημαιάκι:    
   - «Φίλε, πες στ’ αφεντικά σου πως τούτο δω το πράμα, μόνο γέφυρα δεν είναι. Ας το πουν «passage», (πέρασμα), ή όπως διάβολο θέλουν, αλλά όχι γέφυρα. Γέφυρα δεν είναι»!

   Δεν μπορώ να εκτιμήσω πόσες φορές -πάνω από 100 σίγουρα- σε πόσους φύλακες και γιά πόσα χρόνια έλεγα το ίδιο τροπάρι. Ώσπου κάποια φορά που ετοιμαζόμουν να παίξω την ίδια... κασέτα, είδα στο κολωνάκι ακυρωμένη με κόκκινη μπογιά τη λέξη... «bridge»!!!

   Στην τελευταία σκηνή του χθεσινού φιλμ, το τραίνο κινείται, αργά-αργά, στο εντυπωσιακό πέρασμα Τiamkrasse. Λόγω αποστάσεως, το μικρό κολωνάκι δεν διακρινόταν, όμως το αυτάρεσκο χαμόγελο της ικανοποίησης, δεν μπόρεσα να το κρύψω. Παρ' όλη τη συγκίνηση που με διακατεί

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου