Δευτέρα 6 Ιουλίου 2020

Μικρά κατορθώματα, ασήμαντων ανθρώπων ΙΙ.

«Αριθμός 4»:  14ο Ράλλυ Ακρόπολις 1966. (26 με 29/5/1966).

Εγώ... τότε.
   Βρισκόμαστε στο σωτήριον έτος 1966, περί τα μέσα του. Σπουδάζω στο 5ο έτος του ΕΜΠ και δείχνω όπως η συνημμένη φωτογραφία, ή κάπως έτσι, τέλος πάντων.
   Από τα τέλη του 1961 κέκτημαι διπλώματος οδηγήσεως και από τον Μάρτιο του ’63 και ενός μικρού λευκού SAAB 96, απότοκον θαυμασμού γιά το κατόρθωμα του Σουηδού Έρικ Κάρλσον να κερδίσει το Ράλλυ Μόντε Κάρλο του 1962, με ένα τέτοιο δίχρονο κατσαριδάκι, (νομίζω σε κόκκινο χρώμα).
   Έκτοτε, μια μεγάλη επιθυμία είχε φωλιάσει μέσα μου: -«Θα γίνω  ραλλίστας»... έλεγα!
   Ξεπερνώ κάτι ψιλολεπτομέρειες, (Γύρος Πελοπονήσου, Εαρινό ράλλυ, ατυχής Ανάβαση Πάρνηθος, Ράλλυ ΑΛΦΑ και Τύπου, μαζί με κάτι ψιλά, όπως Δεξιοτεχνίες, Νυχτερινές και Ημερήσιες πλοηγήσεις της ΕΛΠΑ και ΑΛΦΑ, που λάτρευα και έτρεχα με τους φίλους μου Γιάννη Ρέλια, Δημήτρη Χιωτίδη και Γιώργο Κίκιζα), ως μέλος της ΑΛΦΑ, (Αθηναϊκή Λέσχη Φίλων Αυτοκινήτου), αποφασίζω να τρέξω στο 14ο Ράλλυ Ακρόπολις, συνοδηγός του «Μπιλ», με το μόνιμο ψευδώνυμό μου «Sandro», καθ’ όσον σε όσα ράλλυ είχα τρέξει τερμάτιζα πάντα στην πρώτη δεκάδα. (Θυμάμαι, ενδεικτικά, το Α΄ Ράλλυ Τύπου-ΑΛΦΑ, όπου τερμάτισα 3ος , πίσω από τον νικητή Κώστα Καβαθά και τον 2ο Παπαπαναγιώτου, καθώς ενώ προηγούμην μέχρι τότε στην βαθμολογία, κάποια Σκόντα της «Καθημερινής» με πήγε καρότσι στην τελευταία ειδική διαδρομή, στο Γραμματικό, και έχασα πολύ χρόνο μέχρι να τον περάσω, αντί να τον «πετάξω» αμέσως παραμάζωμα από τον δρόμο, οπότε θα κέρδιζα τον αγώνα. (Νομίζω πως ο τύπος  που μου στέρησε την πρωτιά λεγόταν Μαυράκης, χωρίς να είμαι σίγουρος). Τότε έτρεξα με ένα NSU TT, ακριβώς ίδιο με αυτό του νικητού Κ. Καβαθά. Μιλάμε γιά ηρωικές εποχές όπου ψυχή της ΑΛΦΑ ήταν ο Ραϊμόνδος Παπαμανώλης, μαζί με τους αδελφούς Χιωτίδη, (Νέστωρ και Δημήτρης) και της ΕΛΠΑ ο αείμνηστος Π. Ραλλίδης με γραμματέα την γλυκειά Σύλβια Κοκαλάνη.
   Ο «Μπιλ», αξιόλογη φυσιογνωμία στον χώρο του αυτοκινήτου, βετεράνος, έκανε ό,τι μπορούσε μ’ ένα σαράβαλο... «Μόσκοβιτς»! Τότε, η αντιπροσωπεία  -εποχές Σοβιετικής Ενώσεως- στα πλαίσια διαφημίσεως και... καλού ονόματος, θέλοντας να τιμήσει τον ηρωικό «Μπιλ» του χάρισε ένα ολοκαίνουργιο τελευταίο μοντέλο της ίδιας μάρκας. Μάλιστα, έκανε και θεαματική παρουσία σε εκείνο το Ράλλυ, με ολόκληρο εργοστασιακό στόλο από θηριώδη, ατσούμπαλα και τελείως ακατάλληλα για χωματόδρομους «Βόλγκα», τα οποία «γέμισαν» τους γκρεμούς της διαδρομής, χωρίς -ευτυχώς- θύματα!
   Ως μέλος της ΑΛΦΑ ο «Μπιλ» αναζήτησε στην λέσχη συνοδηγό και επέλεξε... εμένα! Έτσι, το απόγευμα της 26ης Μαΐου το φρεσκοπλυμένο και καλογυαλισμένο τσίλικο Μόσκοβιτς, κατέβηκε την ράμπα, μπροστά από το Ηρώδειο, και τράβηξε γιά Πελοπόννησο, πρώτο κομμάτι της διαδρομής. Ο μπαγάσας ο Μπιλ, συναισθανόμενος τις αδυναμίες του αμαξιού και τις βιολογικές  αντοχές της αφεντιάς του, υιοθέτησε τακτική τερματισμού και όχι διεκδίκησης καλής θέσεως. Έμπαινε με προπορεία στα Κοντρόλς των εύκολων κανονικών διαδρομών, μαζεύοντας ποινές προπορείας αλλά κερδίζοντας χρόνο γιά τις μελλοντικές ζόρικες, που θα καθυστερούσαμε οπωσδήποτε. Επίσης, μόλις νύχτωσε μου έδωσε το τιμόνι και το ’ριξε στον ύπνο γιά να κρατά δυνάμεις, ζητώντας να τον ξυπνώ λίγο προ της εισόδου στο κάθε Κοντρόλ, ώστε να φαίνεται πως οδηγεί εκείνος και να τον βλέπουν και οι χορηγοί Ρώσοι. Επίσης, όλες τις ειδικές διαδρομές τις έτρεξε αυτός, ομολογουμένως με αρκετή επιτυχία και πολύ καλή οδήγηση. Η αλήθεια να λέγεται! Πάντως τα περισσότερα χιλιόμετρα τα έβγαζα εγώ.
   Κατά το μεσημέρι της επομένης, λίγο έξω από τα Γιάννενα, ο Μπιλ -φρεσκοξυπνημένος και με χασμουρητά- θέλησε να οδηγήσει καθώς πλησιάζαμε σε Κοντρόλ Όμως σε κάποιο σημείο με μπόλικο στροφιλίκι, λίγο το δύσκαμπτο αμάξι, λίγο ο αγουροξυπνημένος οδηγός του, πατώντας λίγο περισσότερο γκάζι, το αμάξι έκανε υπερστροφή, ο Μπιλ δεν το «μάζεψε» με ανάποδο τιμόνι και... μετά από 4-5 περιστροφές κατρακυλήσαμε σε ήπιο γκρεμό και σταματήσαμε στην άκρη μιάς μικρής λιμνούλας -αρδευτικής όπως μάθαμε αργότερα- καταγρατζουνισμένοι και γεμάτοι καρούμπαλα από τα τακτοποιημένα εργαλεία -τανάλιες, κατσαβίδια, και διάφορα τζατζαλομάντζαλα- που έπεφταν βροχηδόν από τις θήκες του πίσω καθίσματος, σαν «πεφταστέρια» ασέληνης νύχτας, στα κεφάλια μας! Το αυτοκίνητο τερμάτισε την περιστροφή του πατώντας στις ρόδες, με όλα τα τζάμια σπασμένα και τον ουρανό να έχει φτάσει, σχεδόν στις πόρτες, με λυγισμένες όλες τις κολώνες που τον κρατούσαν, ενώ δεν μπορούσαν ν’ ανοίξουν οι πόρτες, φυλακίζοντάς μας, μισοξαπλωμένους ύπτια,  σαν ποντίκια στη φάκα.
   Γιά καλή μας τύχη, ο μοναδικός γερανός -τότε-  του Νομού Ιωαννίνων, πέρασε τυχαία από εκεί και σε λίγο μας ανέβασε στον δρόμο, τσαλακώνοντας περισσότερο τον ουρανό και τις πόρτες, και μας απεγκλώβισε! Προστρέξαντες  χωρικοί, μας είπαν πως είχαμε προστάτη Άγιο, καθ’ όσο με μία ακόμη περιστροφή -μπλουμ- στη λίμνη που είχε βάθος 11 μέτρων, οπότε... «άμωμοι εν οδώ... αλληλούια»! Μόλις άκουσα από τί γλυτώσαμε κάθισα κι έγειρα στη θέση του οδηγού ημιλιπόθυμος, ενώ ο Μπιλ άρχισε να παζαρεύει με τον... γερανίστα με τί ποσό θα μας μετέφερε στην Αθήνα. 
   Μόλις συνήλθα λίγο, είδα το κλειδί στη μηχανή και ασυναίσθητα το γύρισα! Και το αθεόφοβο το... ερείπιο πήρε μπρός!!! Στη στιγμή βάζω τις φωνές:  - «Μπιλ έλα, φύγαμε»! Κι αυτός παρατάει τα παζάρια και ορμάμε στη συνέχιση του αγώνα, προσδοκώντας να μην βγούμε εκτός αγώνος από την μεγάλη καθυστέρηση.
   Με το πρώτο μέτρο που τσούλησε το αυτοκίνητο διαπιστώσαμε πως ήταν ένας σουρεαλιστικός καρνάβαλος! Ενώ το σασί με τις ρόδες πήγαιναν μπροστά, η καρότσα ήταν στραμμένη γύρω στις 30ο  δεξιά! Οπότε ο οδηγός έπρεπε να κοιτάζει διαρκώς αριστερά του, λες και αποτελούσε μέρος αγήματος που απέδιδε τιμές σε επίσημο πρόσωπο! Σε λίγο, μας προσπερνά ένα ανοιχτό φορτηγάκι με μιά κινηματογραφική μηχανή κι έναν οπερατέρ στην καρότσα, που κάπου έγραφε BBC, και κινηματογραφούσε το χάλι μας γιά, κοντά μισή ώρα. 
   Η αδελφή μου τότε βρισκόταν στο Λονδίνο και, όπως μου είπε όταν γύρισε, παρακολουθούσε έκπληκτη την κωμικοτραγική εικόνα του στραπατσαρισμένου Μόσκοβιτς. Και πού να ήξερε η φουκαριάρα ποιός ήταν μέσα, τυλιγμένος με πρόχειρα πανιά στο λαιμό, γιατί νυχτώνοντας άρχισε να το τσούζει! Το έμαθε αργότερα, όταν γύρισε, και έμεινε... κάγκελο.
   Στην διαδρομή γιά Θεσσαλονίκη ο Μπιλ έδωσε πραγματικό ρεσιτάλ οδηγήσεως, αποκαλύπτοντας, όντως, σπάνιες αρετές  οδηγού αγώνων. Όμως ήταν αργά! Φτάνοντας, κοντά μεσάνυχτα, στο Κοντρόλ, έξω από τον σιδηροδρομικό σταθμό Θεσσαλονίκης, διαπιστώσαμε πως είμαστε εκτός αγώνος λόγω μεγάλης καθυστερήσεως και έπρεπε να σταματήσουμε. Ο Μπιλ, τότε, κατέρρευσε, σαν χάρτινος πύργος.
- «Πήγαινέ με  στη γυναίκα μου, να πεθάνω», μου είπε και κουλουριάστηκε στο πίσω κάθισμα, βουβός κι αμίλητος μέχρι το τέλος της περιπέτειας.
   Με ένα κασκόλ που κάποιος μου έδωσε, τύλιξα τον λαιμό μου και ξεκίνησα γιά την επιστροφή στην Αθήνα. Κάπου στα Τέμπη, πληροφορήθηκα τον θάνατο ενός νεαρού Σουηδού αγωνιζόμενου, του Τομ Τράνα,  με κάμποσους να εγκαταλείπουν σε ένδειξη πένθους.
   Η επιστροφή από την παλιά εθνική ήταν ένας μακρύς Γολγοθάς που ανέβαινα μόνος, καθώς συχνά σταματούσα γιά να μην πάθει ο λαιμός μου αγκύλωση. Φάρσαλα, Δομοκός, Λαμία και μετά ούτε που θυμάμαι...
   Τελικά, νωρίς το πρωί -κοντά στα ξημερώματα-  έφτασα στην Αθήνα και απίθωσα τα δύο «κουρέλια», αμάξι κι οδηγό, κάπου μεταξύ Χολαργού και Χαλανδρίου, με την νεότατη, τότε, γυναίκα του Μπιλ να χύνεται στην αγκαλιά του και να τον οδηγεί σερνάμενο στο σπίτι, χωρίς να με χαιρετήσουν καν. 
   Κατέβηκα, ήσυχα-ήσυχα,  στη Λεωφόρο Μεσογείων, πήρα ταξί και γύρισα κι εγώ σπίτι, στην Κάριν, που κι αυτή ανησυχούσε... ήπια, ως γνήσια Δανέζα.
   Με τον Μπιλ δεν ξαναϊδωθήκαμε ποτέ, ίσως με ντρεπόταν.  Ξέρω πως δεν ζει τώρα, (εδώ εγώ κοντεύω να... «σαλπάρω» κι ο Μπιλ θα ζούσε;).  
   Το μόνο που μου έμεινε από την συμμετοχή μου στο 14ο Ράλλυ Ακρόπολις είναι ένα απλό αναμνηστικό μετάλλιο συμμετοχής και οι... αναμνήσεις που μόλις διαβάσατε. Όσο γιά την ιστορία, νικητής ήταν ένας άλλος Σουηδός με Ford Cortina, ο Μπενγκτ Σόντερστρομ, ο οποίος, μάλιστα, κάπου μας προσπέρασε κοντά στην Ηγουμενίτσα, αν θυμάμαι καλά.

ΥΓ. Σήμερα έμαθα πως κάπου κοντά στην Θεσσαλονίκη πωλούνται αναμνηστικές φωτογραφίες από την εκκίνηση όλων των αγωνιζομένων του Ράλλυ. Έγραψα, την παρήγγειλα και αν αληθεύει πως υπάρχει η δική μας, θα την αναρτήσω μόλις την λάβω...




1 σχόλιο:

  1. Κι αν τα χρόνια περνούν μη σε νοιάζει
    Ο καιρός είναι ακόμα μπροστά
    Στην καρδιά μην το βάζεις μαράζι
    Και χαρές η ζωή μας χρωστά...

    ΑπάντησηΔιαγραφή