Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2022

Περιμένοντας τα Φώτα. Προσδοκώντας τη φώτιση.

Μπορεί να είναι εικόνα ουρανός και κείμενο 
Γνώση, αναζήτηση, προβληματισμός και πείρα με οδήγησαν στην παγίωση της απόψεωςς περί πλήρους και σαφούς διαχωρισμού της έννοιας του «Θεού», από εκείνη της «θρησκείας». Γι΄ αυτό και μου προκαλούν ειρωνικά μειδιάματα οι πάσης φύσεως δηλώσεις του τύπου: «Είμαι άθεος!» και όλα τα σχετικά.
Με το υπεραπλούστατο -για λόγους γενικής κατανοήσεως- επιχείρημα πως δεν νοείται «δημιούργημα» χωρίς «δημιουργό», η πλήρης και ασφαλής αναγνώριση ενός κολοσσιαίου και διαπιστωμένου αχανούς Σύμπαντος, προϋποθέτει οπωσδήποτε την ύπαρξη Δημιουργού, τον οποίον αποκαλούμε, με τον γενικό και απροσδιόριστα απεικονιζόμενο όρο… «Θεός».
Το ακραίο επιχείρημα-θεωρία, προϊόν επιστημονικής φαντασίας ακραιφνών αντιθεϊστών, περί «Big Bang», δηλαδή πως το Σύμπαν είναι προϊόν μεγάλης εκρήξεως -κάπου 14 δισεκατομμύρια χρόνια πριν- οφειλομένης σε θερμότητες, πυκνότητες και άλλα τέτοια σοφίσματα, αντιμετωπίζεται με ένα απλό και αποστομωτικό ερώτημα:
-«Ακόμη κι αν είναι έτσι, αυτό το… «υλικό» που εξερράγη κατά το Big Bang, πού βρέθηκε; Ποιός το έφτιαξε»; Στην αμήχανη απάντηση: - «Βρέθηκε τυχαία», η ανταπάντηση είναι αποστομωτική: -«Ε΄ τότε, Θεός είναι η… ΤΥΧΗ»! Δηλαδή, σε κάθε περίπτωση και με κάθε επιστημονική θεώρηση, η εκ του απόλυτου μηδενός δημιουργία Ύλης, ταυτίζεται με την προαποδοχή κάποιας γενεσιουργού Δυνάμεως, δηλαδή ενός Θεού! Αμάχητα και αναντίρρητα.
Προχωρώ. Η άπειρη ισχύς της Θείας Λογικής, η υπερκάλυψη και αδιανόητη γιά την Ανθρώπινη Λογική αντίληψη της Θείας Βουλήσεως, κατά το πέρασμα των αιώνων, οδήγησε «πεφωτισμένους», σοφούς και ευλαβείς ανθρώπους σε προσπάθειες μορφοποιήσεως της άγνωστης, αφηρημένης και αδιαμόρφωτης έννοιας, που λέγεται: «Θεός». Συνδεδεμένη, επ΄ ευκαιρία, με απαντήσεις -ποικίλης φαντασίας και αφελείας θεωρήσεις- σε υπαρξιακά, θεμελιώδη ερωτήματα του Ανθρώπου και, κυρίως, στο μείζον φαινόμενο του θανάτου. Και όχι μόνον, αλλά και την αναγκαιότητα επιβολής θεσμικών κανόνων και μηχανισμών ευρύθμου λειτουργίας και αναπτύξεως των ανθρωπίνων κοινωνιών, οι οποίοι -προκειμένης της καθολικής αποδοχής- τίθενται ως αναπόδεικτες θεϊκές επιταγές. Δηλαδή… «δόγματα»! Όλες οι πιό πάνω «προσπάθειες» συνιστούν, αποδεχόμενες εν τω συνόλω τους, αυτό που ονομάζουμε: «Θρησκεία».
Η προϊούσα, ανά τους αιώνες, ανθρώπινη επιστημοσύνη ολοένα και απομυθοποιεί έννοιες, γεγονότα και δίνει, συνεχώς εξελισσομένη προϊόντος και του χρόνου, εξηγήσεις σε διάφορα ανεξήγητα φυσικά φαινόμενα, τα οποία, μέχρι τότε, εθεωρούντο υπερφυσικά και απεδίδοντο σε θαύματα. Όμως αδυνατεί να διατυπώσει πειστικές υπερβατικές κανονιστικές οδηγίες, ως προς την διαχείριση του φοβερού δέους που προκαλεί το προαιώνιο -και σύμφυτο με την ζωή- μυστήριο του επακόλουθου του θανάτου. Εκεί ακριβώς επεμβαίνει δογματικά η θρησκεία. Αυτή η επέμβαση -μαζί με την γενικότερη ουμανιστικότερη κατάθεση κωδίκων, δογμάτων και κανόνων- φέρνει τον Χριστιανισμό να πλεονεκτεί όλων και να βρίσκεται πλησιέστερα προς την Θεία Λογική και, άρα, την ασφαλέστερη οδό που οδηγεί τον Άνθρωπο στην -κατά το δυνατόν- προσέγγιση του Θεού. Εννοείται, πως όλες οι θρησκείες παρουσιάζουν κενά, λάθη, υπερβολές, διχασμούς, αιρέσεις και αστοχίες προκειμένου να επιβληθούν δογματικά, οπότε η επιλογή «θρησκείας» -ως μέθοδος προσεγγίσεως του Θεού- επαφίεται στην ατομική επιλογή, κατά την κρίση και την αντίληψη ενός εκάστου. Ακόμη και η άρνηση όλων των θρησκειών είναι θεμιτή και κατανοητή, με ιδιότυπη προσωπική αντίληψη, κοσμοθεωρία και κανόνες επίγειας συμπεριφοράς. Όμως η άρνηση του Θεού είναι παράλογη και αδιανόητη.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου