Προ δύο, περίπου, μηνών άρχισε να κουτσαίνει στο πίσω αριστερό της πόδι. Στην αρχή δεν έδωσα σημασία. -«Κάποιο αγκάθι θα πάτησε, σκέφτηκα, θα περάσει…».
Όμως η κατάστασή της χειροτέρευε ραγδαία. Τελική διαπίστωση των κτηνιάτρων… «Καρκίνος»! Δεν γίνεται τίποτα… όσο ζήσει. Και όταν πάψει να τρώει… ξέρεις εσύ… Γιά να μην υποφέρει!
Αλοίμονο, αυτό το… «όσο ζήσει» το ξέρω καλά. Χρόνια το κουβαλάω, πολυακουσμένο στ΄ αυτιά, να γδέρνει την ψυχή μου. Γιά ανθρώπους και ζώα. Και πάντα μου ακούγεται σπαρακτικά οδυνηρό και σαν μήνυμα απαίσιο.
Σαν πόσα τέτοια μπορώ ακόμη ν΄ αντέξω άραγε… στην κατάσταση που είμαι.
Προ ολίγων ημερών, το τουμπανιασμένο της πόδι «έσκασε» και παρ΄ όλες τις προσπάθειες η κακόμοιρη σκυλίτσα χειροτέρευε ραγδαία, καθώς ο πόνος την έκανε να το γλείφει συνέχεια, πετώντας γάζες κι επιδέσμους, λες και θέλει να φέρει το τέλος κοντύτερα. Τα ζώα, βλέπεις, δεν ξέρουν να αυτοπροστατευτούν, αντιδρούν ενστικτωδώς… Έτσι το πόδι γαγγραίνιασε και ο Μέγας Θεριστής φάνηκε, από το βάθος, να έρχεται τρεχάτος….
Από το σπιτάκι της βεράντας που κλείνεται -το ένστικτο το βλέπει σαν καταφύγιο- βγάζει το κεφαλάκι της και κοιτιόμαστε γιά ώρες στα μάτια. Η εναλλαγή του ύφους που αποτυπώνεται, εναλλασσόμενη στη ματιά, είναι καθαρή και εύγλωττη. Επικοινωνούμε… με τις εκφράσεις της:
-Πόνος: «Γιατί πονάω, καλέ μου; Αφού δεν με πείραξε κανείς»;
-Απορία: «Γιατί δεν μπορώ να σηκωθώ, να τρέξω, να παίξω με τους φίλους μου»;
-Ανησυχία: «Άραγε τί με περιμένει; Το ένστικτό μου προμηνύει άσχημα πράγματα».
-Φόβος: «Στ΄ αλήθεια, θα γίνει αυτό που φοβάμαι; Αυτό που διαισθάνομαι, αυτό που βλέπω στα βουρκωμένα μάτια σου»;
-Ικεσία: «Καλέ μου βοήθα με. Σώσε με»!
-Αγάπη: «Ό, τι να γίνει, καλέ μου, να ξέρεις πως σ΄ αγαπώ. Πάντα σ΄ αγαπούσα και θα σ΄ αγαπώ γιά πάντα. Σ΄ ευχαριστώ, καλέ μου, γιά την φροντίδα που μου έδωσες 12 ολόκληρα χρόνια…».
Ο γιατρός -σε ρόλο Θεού- χρήσιμος και πολύτιμος λυτρωτής στις μοιραίες στιγμές, ετοιμάζει τα σύνεργα γιά το ύστατο «πέρασμα». Μιά ηρεμιστική προκαταβολή και μετά το αποφασιστικό τρύπημα στη φλέβα του άλλου ποδιού.
Στην τελευταία της ματιά, καθώς της χάιδευα το κεφαλάκι, μου φάνηκε πως είδα καθαρά ένα αδιόρατο χαμόγελο, μαζί μ΄ ένα μικρό παράπονο. Και ένοιωσα έντονα μέσα μου το κύμα της ευγνωμοσύνης της, γιά την λύτρωση που της πρόσφερα. Μετά… πέταξε στον ουρανό, με τα μάτια ανοιχτά….
Θέλω να πιστεύω πως πρόλαβε ν΄ ακούσει τον αποχαιρετισμό που της ψιθύρισα στο αυτάκι:
-«Καλό σου ταξίδι μικρή μου… και καλή μας αντάμωση…»
Σημ. Αν σας περισσεύει κανένα δάκρυ... παρακαλώ αφήστε το να κυλήσει στη μνήμη της... Το άξιζε........
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου