Τον Ανδρέα Νομικό -το επίθετό του το πληροφορήθηκα άρτι- τον γνώριζα από τα πρώιμα νειάτα μου, περί το 1957, όταν κρατούσα το βιβλιοπωλείο του αποβιώσαντος πατέρα μου, στην οδό Ακαδημίας. Νεαροί κι οι δύο, σε μιά ανέμελη, γενικά, εποχή είχαμε πολύ διάθεση γιά χιούμορ και πειράγματα.
Θυμάμαι έντονα κάποιον Αύγουστο- περί το 1959- όπου γυρνώντας με καράβι στον Πειραιά από Άνδρο, μετά έναν, εκεί, φιλικό ποδοσφαιρικό αγώνα του Κεραυνού Ψυχικού, όπου αγωνιζόμουν τότε, με τον Ανδριακό Άνδρου συναντήσαμε στην αποβάθρα την… «Φτερού» - Αντρέα! Ήταν ντυμένος εξαντρίκ, μακιγιαρισμένος και στολισμένος στην τρίχα, σαν Καρνάβαλος!
-«Φεύγω, βρε», φώναξε στη νεαρή ποδοσφαιρική αληταρία του Ψυχικού, η οποία -άλλο πού δεν ήθελε- τον περικύκλωσε αμέσως γιά καζούρα. «Πάω στη Σύρα να… καταταγώ»!
Προφανώς εννοούσε το Κέντρο νεοσυλλέκτων Ναυτικού που υπήρχε τότε, (τώρα δεν ξέρω αν υπάρχει ακόμη), στη Σύρο. Επίσης προφανώς, η πλάκα κράτησε μέχρι την αναχώρηση του πλοίου! Και τώρα η συνέχεια. Τρεις ημέρες μετά, η ιαχή… «Φτεράάά…», δονούσε πάλι την Αθήνα!
Άλλο ενσταντανέ. Μερικά χρόνια μετά, το βιβλιοπωλείο μας είχε μεταφερθεί στην οδό Σόλωνος, αφού το παλιό οίκημα της οικογενείας Βερναρδάκη, που το στέγαζε έπρεπε να κατεδαφιστεί για να γίνει πολυκατοικία. Απέναντι ήταν το φυσικομαθηματικό φροντιστήριο του Κανέλλου, με τον σπουδαίο φιλόσοφο-μαθηματικό και συνεργάτη Κανέλλο να ξημεροβραδιάζεται στο μαγαζί μας. Φανατικός καπνιστής, κυκλοφορούσε με μιά τεράστια τσιμπούκα πάντα στο στόμα. Μία μέρα, που η φωνή… «φτεράάά» ξεσήκωνε τους καταστηματάρχες του δρόμου και τους σπουδαστές του φροντιστηρίου κρεμασμένους στα παράθυρα να ξεφωνίζουν τον Αντρέα, αυτός από το δρόμο, με μελιστάλακτη φωνή, στέλνοντας…
φιλάκια
τους έλεγε:
-«Βρε σεις, μπορείτε να μου λύσετε ένα… ρήμα»;
Εκείνη τη στιγμή, βγαίνει από μαγαζί ο Κανέλλος με την τσιμπούκα στο στόμα. Ψηλός, σωματώδης, μουστακαλής, και πέφτει -φάτσα με φάτσα- με τη φτερού. Ο Αντρέας, επιστρατεύοντας ένα ναζιάρικο ύφος και με πονηρή συστολή και το δάχτυλο στο στόμα, λέει επιτιμητικά και, τάχα μου, σιγανόφωνα, στον μεγάλο δάσκαλο: -«Καλέ, δεν ντρέπεσαι… Και στο δρόμο;», υπονοώντας προφανώς το… τσιμπούκι! Το σκαστό, ξεκαρδιστικό γέλιο του Κανέλλου, ακόμη αντηχεί στ΄ αυτιά μου. Με τον μεγάλο δάσκαλο, έκτοτε, να μην παραλείπει να χαριεντίζεται με την «Φτερού», κάθε φορά που την έπαιρνε χαμπάρι να περνά από τον δρόμο.
«Καλό Παράδεισο» και… καλή συνάντηση, άκακε και χαρακτηριστικέ τύπε μιάς Αθήνας που ολοένα απορφανίζεται από τις πηγές της δροσιάς και αμεριμνησίας της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου