Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2020

Αναζητώντας καθαρό αέρα...


   Οι ημέρες, θεωρητικά εορταστικές, δεν επιτρέπουν γκρίνιες, μεμψιμοιρίες και ενασχόληση με ό,τι μας εκνευρίζει, μας χαλάει, μας αηδιάζει και μας «λερώνει» την ψυχή. Π.χ. η ντόπια αριστερίλα του Σύριζα, με την αθλιότητα στην ιδιοσυστασία και την αηδή αποφορά στη συμπεριφορά των τρισάθλιων μελών του.

   Διαβάζοντας, κατά τα καθιερωμένα, την κυριακάτικη εφημερίδα μου, που λόγω Χριστουγέννων «βιάστηκε» να κυκλοφορήσει, βρήκα κάτι που με συγκίνησε ιδιαίτερα, καθώς με γύρισε αρκετά χρόνια πίσω, κολακεύοντας τα κάποια μικρά ψήγματα ματαιοδοξίας που  έχουν παραμείνει κολλημένα στο πετσί μου και επιμένουν να μένουν γατζωμένα εκεί. Παρά τις προσπάθειές μου να τα αποτινάξω, ούτως ώστε να βαδίσω ελεύθερος και απερίσπαστος τα τελευταία μέτρα της επίγειας διαδρομής μου, αυτά επιμένουν να... παραμένουν. «Θέλει ο φτωχός ν’ αγιάσει, μα δεν τον αφήνουν οι διαόλοι», είναι η παροιμία που ταιριάζει γάντι στην περίπτωση.

   Έχοντας ασχοληθεί γιά χρόνια -σχεδόν ολόκληρο το παραγωγικό τμήμα της ζωής μου- με την αγαπημένη μου ζωγραφική, η περίπτωση ενός Ολλανδού ζωγράφου του 17ου  αιώνος -του Γιάν Βερμέερ- με έχει συγκινήσει ιδιαίτερα. Τόσο γιατί υπάρχουν ελάχιστες πληροφορίες για τη ζωή του -κάτι που γεννά μυστήριο-  όσο και γιά το μικρό, ποσοτικά, έργο του. Οι διάφορες πηγές, μόλις που του αναγνωρίζουν πατρότητα σε καμμιά σαρανταριά έργα, με διασωθέντα τα 35. Ζώντας και πεθαίνοντας στο Ντελφτ, άλλο ένα κίνητρο ενδιαφέροντος γιά μένα, λόγω της αγάπης μου γιά την γνωστή πορσελάνη, καταπιάστηκα με την μελέτη της προσωπικότητος και του έργου του. Όμως, και δυστυχώς, το περί αυτόν σκοτάδι εξακολουθεί  πηχτό και αδιαπέραστο, οπότε κατέφυγα στη φαντασία, περιγράφοντας υποθετικά στοιχεία της ζωής του -και των απογόνων του- σ’ ένα μυθιστόρημα, ( «Η φωλιά της κίσσας»).

   Λατρεύοντας τον δικόν μας Νικ. Γύζη, με το χαρακτηριστικό -και μοναδικά δοσμένο- κόκκινο χρώμα του, στον Βερμέερ με εντυπωσιάζει το κίτρινο. Και πέραν απ’ αυτό  -αλλά και μέσω αυτού- η απόδοση του ηλιακού φωτός, που ο ζωγράφος παγιδεύει μαεστρικά και αποδίδει εντυπωσιακά με τον χρωστήρα του.

   Συζητώντας παλιά -απροσδιόριστα πλέον το πόσο παλιά, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του ‘60- με κάποιον διευθυντή του Rijksmuseum, όταν μία παρατήρηση  γιά την «Νυχτερινή περίπολο» του Ρέμπραντ, που έκανα στον διακριτικά αμίλητο φύλακα έφτασε στ’ αυτιά του, τον εντυπωσίασε και ζήτησε να γνωρίσει τον νεαρό και την... «απορία» του, κατέληξα να παγιώσω την υποκειμενική άποψη πως  ο Βερμέερ θα πρέπει να υπήρξε ο σπουδαιότερος ζωγράφος όλων των εποχών και πως αδικείται από την ελάχιστη παραγωγή έργων, καθώς στο Βασιλικό Μουσείο του Άμστερνταμ υπάρχουν μόνο τέσσερα έργα του.


   Στα χρόνια που πέρασαν, διάφορα γεγονότα -όπως το καταπληκτικό φιλμ «Το κορίτσι με το μαργαριταρένιο σκουλαρίκι», με πρωταγωνίστρια την έξοχη Σκάρλετ Γιόχανσον-  έδωσαν διάφορες μυθιστορηματικές εκδοχές της μυστηριώδους ζωής του ζωγράφου, αλλά και ενίσχυσαν την πρωτόλεια άποψη ενός ανώριμου και άπειρου νεαρού, που εξακολουθεί, μεν, να θεωρεί -μετά σχεδόν μισόν αιώνα- ως το μεγαλύτερο, παγκοσμίως, ζωγραφικό αριστούργημα την «κουτσουρεμένη Νυχτερινή περίπολο» του Ρέμπραντ, αλλά και να κατατάσσει, ως  κορυφαίο ζωγράφο στον Κόσμο, τον εν πολλοίς άγνωστο Ολλανδό Γιάν Βερμέερ (1632 - 1675).  

   Τώρα γιατί τα γράφω αυτά, ίσως αναρωτηθεί κάποιος, η απάντηση είναι... «Έλα, ντέ!» Μάλλον βρίσκεται στον τίτλο!!! 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου