Τρίτη 14 Αυγούστου 2018

«Αυθαίρετη δόμηση». Μιά πονεμένη και πονηρή ιστορία.


Μικρό οδοιπορικό στη μεγαλύτερη στρέβλωση του Νεοελληνικού κράτους.
 
Αποτέλεσμα εικόνας για πυρκαγιά στο Ματι
Φρίκη, πόνος και οργή
    Η υπόθεση τραβάει σε μάκρος, με τις ρίζες της στην Τουρκοκρατία. Δυστυχώς, αυτή η «καραμέλα» που έχει καταντήσει πανάκεια δικαιολόγησης  «πάσης νόσου και πάσης ελληνικής...», στην προκείμενη περίπτωση επαληθεύεται πλήρως από τον οικοδομικό αχταρμά που επικρατεί σε όλους τους ελληνικούς οικισμούς. Μικρούς και μεγάλους. Πράγματι, στα πλαίσια μιάς μεγάλης αλήθειας, που θέλει Ελλάδα και Έλληνες να έλκουν την καταγωγή από την Ανατολή και όχι τη Δύση, όπου παλεύουμε -απεγνωσμένα και μάταια- να ενταχθούμε. Κοιτάζοντας ελληνικές πόλεις και χωριά και συγκρίνοντάς τα με ευρωπαϊκά και τούρκικα, το συμπέρασμα προκύπτει αφ’ εαυτού. Τα μεγαλοφυές στην απλότητά του ιπποδάμειο ρυμοτομικό σχέδιο των αρχαίων πόλεων γεννήθηκε στην αρχαιότητα και απέθανε κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους. Ζήτω ο τούρκικος μαχαλάς με τα στενά ελικοειδή δρομάκια του και τον άναρχο διασκορπισμό του.
   Το σύγχρονο ρυμοτομικό πρόβλημα της Αθήνας ετέθη προς επίλυση από τον Καποδίστρια, με κύριους μελετητές τους αρχιτέκτονες Κλεάνθη, Έλληνα, και Σάουμπερτ, Αυστριακό. Αυτοί εκπόνησαν ένα σχέδιο κούκλα, με φαρδείς λεωφόρους διάσπαρτες από μνημειώδη δημόσια κτήρια, αλλά... πριτς! Είχε την ατυχία να προσκρούσει στην πατροπαράδοτη ελληνική μπαγαποντιά και κουτοπονηριά, η οποία το «τσουρούτησε» και το πετσόκοψε, κατά τη μικρομυαλιά και τα μικροσυμφέροντά της. Εκπληκτική είναι η δικαιολογία διαμόρφωσης της οδού Ερμού, η οποία ξεκίνησε φιλόδοξα από το Σύνταγμα και μετά την Βουλής...  στένεψε, γιά να περισωθούν λίγα μέτρα οικοπέδου!- «Ο φαρδύς δρόμος θα δημιουργήσει μύρια κοινωνικά προβλήματα, καθ’ όσον οι Αθηναίοι εκάστου πεζοδρομίου θα αδυνατούν να αναγνωρίσουν και χαιρετίσουν τους κινούμενους απέναντι γνωστούς και θα δημιουργηθούν παρεξηγήσεις»! Αυτά ισχυρίστηκαν οι άθλιοι και... «ζάρωσαν» την Ερμού.

   Όμως το «γλυκό»  ήρθε κι έδεσε μετά τον Εμφύλιο, όπου μιά κατεστραμμένη ελληνική ύπαιθρος ξεκουβαλήθηκε στην πρωτεύουσα γιά να επιβιώσει. -«Κολλώντας, έστω, μπρίκια στην Αθήνα κάτι θα... κονομάς, ενώ στο χωριό...», έλεγε το σχετικό σλόγκαν. Τα προάστια άρχισαν να ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια, και μάλιστα σε μιά νύχτα. Οι μεγαλοτσιφλικάδες θησαύριζαν κόβοντας μικροοικόπεδα κατά το δοκούν, μη συντονιζόμενοι ο ένας με τον άλλο, οπότε προέκυψαν κυκλοφοριακοί λαβύρινθοι, από τσιφλίκι σε τσιφλίκι. Όποιος πάει στη ΔΕΗ, στους Αγίους Αναργύρους, λίγο μετά τις γραμμές του τρένου, θα καταλάβει τί εννοώ. Τα Λιόσια, π.χ., πήραν το όνομα από τον μεγαλοτσιφλικά Λιόση. «Οικόπεδα με μιά πεντάρα, στου Κωνσταντάρα» ήταν το σύνθημα που κυριαρχούσε στα ραδιόφωνα και ο άστεγος ξεκληρισμένος κοσμάκης έτρεχε στα διάφορα... «Προάστια Αγγελοπούλου» και όχι μόνο. «Πέντε λεπτά από την Ομόνοια, (με ελικόπτερο), με φώς, νερό, τηλέφωνο» και... τρέξε κόσμε να βάλεις ιδιόκτητο κεραμίδι πάνω απ’ το κεφάλι σου!
   Από την άλλη, ένα κράτος μπατήρικο και... «ξεκοιλιασμένο» που πάσχιζε να κλείσει τις αιμάσσουσες πληγές του, τί να πρωτοκάνει. Τί σχέδια πόλεως να συντάξει και τί υποδομές να δημιουργήσει. Η αυθαιρεσία πήγαινε σύννεφο, με τη χωροφυλακή - στο ρόλο του κακού-  να θέλει να γκρεμίσει, και την αντιπολίτευση να ουρλιάζει: -«Μη,η,ή, το σπιτάκι του φτωχού»! Η περιοχή πρώτα χτιζόταν και μετά έμπαινε στο Σχέδιο.

   Σαν τώρα θυμάμαι το εξής ευτράπελο. Θα ήταν τo ’63 ή ’64 κι εγώ δούλευα -επιλεγμένος σπουδαστής- στο γραφείο του επιμελητού, Μέντορα και μετέπειτα καλού μου  φίλου, του Λεωνίδα Λογοθέτη. Αυτός είχε κάνει μιά στατική ψευτομελετούλα σε κάποιον ταλαίπωρο γνωστό του που έχτιζε δυό καμαρούλες γιά να στεγάσει την πολυπληθή φαμελιά του. Εννοείται αυθαίρετο, κάπου στην... ορεινή, τότε, Πετρούπολη. Την ημέρα της διάστρωσης του μπετόν, ο Λεωνίδας, πηγαίνοντας να δεί τί διάβολο οπλισμό θα είχε η πλάκα με πήρε μαζί του γιά... να μαθαίνω. Έκπληκτοι κι οι δυό διαπιστώσαμε, σε μιά άκρη της πλάκας βαλμένο, γιά οπλισμό, και έναν... σουμιέ! Λόγω τιμής, ένα σουμιέ κρεβατιού! -«Γιατί, σίδερο δεν είναι κι αυτό;», απορούσε ο τύπος με την απορία μου και την οργή του Λεωνίδα!
  - «Κοίτα να δεις, μας διευκρίνισε, όπου να ’ναι  θα πλακώσουν οι «μπασκίνες» και δεν προλάβαινα να πάω να φέρω τα σίδερα που λείπανε».  Η πλάκα ξεκίνησε να πέφτει και σε λίγο, ασθμαίνων, καταφθάνει ο γιός του που ήταν βιγλάτορας σε μιά ταράτσα, πιό κάτω: -«Έρχονται»!
   Αμέσως χτύπησε συναγερμός. Η οικογένεια ταμπουρώθηκε μέσα στο αυθαίρετο, με την προσθήκη μερικών γυφταρέων με κουτσούβελα, που είχαν προσληφθεί... εξ επί τούτου, για να γεννούν συμπόνια! Η πολιορκία των χωροφυλάκων άρχισε: -«Βγείτε όξω να το γκρεμίσουμε», τα μικρά μέσα έκλαιγαν και οι μεγάλοι κραύγαζαν ηρωικά: -«Ή ταν, ή επί τας. Από το πτώμα μας θα περάσετε»! Μύλος και το έλα να δεις. Μόνο ο ντε Σίκα έλειπε να κινηματογραφήσει τις σκηνές!

   Έτσι, ή κάπως έτσι, χτίστηκε η Αθήνα τη δεκαετία του ’60. Με πιό μεγάλη, πιό έξυπνη και πιό εκτονωτική του προβλήματος της στέγασης, τη «φάμπρικα» της «αντιπαροχής». Κι ας την κατηγορούν -όπως γίνεται συνήθως στο ρωμέικο- εκ των υστέρων. Στέγασε κόσμο και κοσμάκη, λύνοντας καυτά, επείγοντα και πιεστικά προβλήματα, περιορίζοντας κάπως την περιφερειακή αυθαιρεσία στη δόμηση.
   Όμως το ελληνικό DNA δεν ήταν δυνατόν να αλλάξει και το αυθαίρετο, επί χούντας, πήγε σύννεφο. Ανδρώθηκε και κυριάρχησε, μολύνοντας όλες τις παραλίες της χώρας. Πρόφαση και... «ιός», το... «λυόμενο». Ο Παπαδόπουλος, στη μεγάλη του αφέλεια, σε έβαζε να υπογράψεις μιά υπεύθυνη δήλωση πως άμα σου ζητηθεί θα το πάρεις στον ώμο και θα φύγεις, και σου επέτρεπε να στήσεις -οπουδήποτε και σε οιασδήποτε εκτάσεως οικοπεδάκι- ένα μικρό κτίσμα... «λυόμενο», τάχα, μέχρι 50 m2, πάνω σε μιά μπετονιένα βάση ύψους, το πολύ, ενός μέτρου. Και τότε έγινε του... «Κουτρούλη το πανηγύρι». Η παραλιακή Αττική -και όχι μόνο- γέμισε... «λυόμενα», όπου με την έννοια... «λυόμενο» εννοείτο ένα κτίσμα... «διαλυόμενο» μόνο με δυναμίτη! Χώρια τα μέτρα που ξεπερνούσαν τα 100, στην νομιμότερη περίπτωση. Ήταν η εποχή που Πολεοδομίες και Χωροφυλακή θησαύρισαν παίζοντας την... τυφλόμυγα και εισπράττοντας το... «κάτι τις» τους.

   Και δεν ήταν μόνο αυτό. Θεσπίστηκε κι ένας νόμος, ο 410 νομίζω, όπου με πενταροδεκάρες μπορούσες να νομιμοποιήσεις, με απλές διαδικασίες, ό,τι οικοδομική παρανομία είχες διαπράξει από τον καιρό του Όθωνα και εντεύθεν! «Δώσε και μένα μπάρμπα». Μετά ο δρόμος άνοιξε, οι κυβερνήσεις «γλυκάθηκαν» με το εύκολο χρήμα που μάζευαν από την μία εκ των δύο πλουσιοτέρων πηγών, αυτή του ακινήτου-  η άλλη ήταν το αυτοκίνητο- και σαν τον παλιό Εβραίο, οσάκις υπήρχε φτώχεια στα Δημόσια Ταμεία, να σου κι από ένας φρέσκος νόμος «νομιμοποιήσεως αυθαιρέτων». Σωρεία οι νόμοι. Μέχρι και δαύτοι, που παριστάνουν τώρα τις παρθένες και σκούζουν πάνω στα αποκαΐδια, έχουν αναστείλει μέχρι το ’19, όλες τις τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις κατεδάφισης αυθαιρέτων.
   Η ασυδοσία και η, εκ του ασφαλούς βεβαία, μελλοντική νομιμοποίηση νέας γενιάς αυθαιρέτων, άνοιξε την κερκόπορτα και μιάς άλλης, φοβερής, βιομηχανίας αυθαιρέτων. Καιόμενα τα δάση, μπουρδουκλωνόταν η οριοθέτησή τους και μετά κάποια χρόνια... τρέχα, γύρευε. Έτσι προέκυψε και νέο αυθαίρετο φρούτο, να φυτρώνει μέσα σε όμορφες πευκόφυτες περιοχές. Μετά λόγου γνώσεως, το πατρικό του... «πολιτικού μηχανικού» πρωθυπουργού μας βρίσκεται κάπου στον Διόνυσο, σε αναδασωτέα περιοχή, gratis Παττακού. Ένα καλαίσθητο και εντυπωσιακό τριόροφο.

   Συνοψίζω αναφερόμενος στο πολύπαθο και... «βγαλμένο» από τη φωτιά Μάτι. Ο αρχικός χαρακτήρας του, ως αυθαίρετος οικισμός, δεν διαφέρει από εκείνον πολλών περιοχών. Όπως του Περιστερίου, του Αιγάλεω, της Πετρουπόλεως, της Κηπουπόλεως, του Χαϊδαρίου, του Χαλανδρίου και... πάει λέγοντας. Κάποιες όψιμες... «νομιμοποιήσεις» -κάτι σαν τα παπικά συγχωροχάρτια- τους αφαιρούν κάθε επιχείρημα, ανόητο και αστείο, σαν κι αυτά που μας έχει παραταΐσει η... «γιά πρώτη -και αμήν τελευταία- φορά αριστερά», προκειμένου να πασάρει τις ευθύνες της... αλλού. Δηλαδή όπως κάνει πάντα.
   Όμως αλίμονο σ’ αυτούς που «έφυγαν» και τρισαλίμονο σε όσους μένουν πίσω γιά να τους θυμούνται και να τους κλαίν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου