Επικαιρότης
Βοηθούσης της προεκλογικής περιόδου, αφού μόνο σε τέτοιες στιγμές οι πολιτικοί μας «φωστήρες» ανακαλύπτουν τα προβλήματα και δραστηριοποιούνται, θέλοντας να δείξουν ότι κάτι κάνουν γιά την αντιμετώπισή τους, βγαίνει επί τέλους στα φόρα, ανάγλυφο, το τεράστιο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης.
Το μεγάλο αυτό «μαχαίρι» στα σπλάχνα της χώρας αποδεικνύει, περίτρανα πλέον, την ανύπαρκτη μεταναστευτική πολιτική των δεξιών κυβερνήσεων, την τυχάρπαστη κοντόφθαλμη, αντίστοιχη, του ΠΑΣΟΚ και την εθνικά επικίνδυνη κουτοπόνηρη της αριστεράς.
Το όλο ζήτημα, τις προεκτάσεις και συνέπειες του οποίου βιώνουμε δραματικά σήμερα και θα βιώσουν καταλυτικά οι επόμενες γενιές, παρ’ όλα όσα λέγονται κάτω από το οφθαλμοφανές αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, έχει περάσει πλέον σε μη αναστρέψιμη φάση και ό,τι εξαγγέλλεται είναι είτε αδύνατον να πραγματοποιηθεί, είτε εφαρμοζόμενο μοιάζει αλυσιτελές και αναποτελεσματικό. Όπως οι εξαγγελλόμενες αστείες προχειρότητες των, κατ’ άλλους, (τους αμετανόητους «ψευτοπροοδευτικάριους»), «κέντρων φιλοξενίας» και, κατ’ άλλους, «κέντρων κράτησης» λαθρομεταναστών.
Η νέα αυτή μπαρούφα που εκτοξεύτηκε προεκλογικά γιά να φρενάρει την καλπάζουσα ακροδεξιά «Χρυσή Αυγή», δεν μπορεί, ούτε στο ελάχιστο, ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα, αλλά και να εκληφθεί σοβαρά, σαν ιδέα.
Η επιλογή των χώρων αντιμετωπίζει σφοδρότατες αντιδράσεις από το σύνολον των τοπικών κοινωνιών και τα προγραμματιζόμενα στρατόπεδα απαιτούν μεγάλα ποσά και πολύ χρόνο γιά να επισκευαστούν και διαμορφωθούν σε κατάσταση τέτοια, που να πληρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Επίσης, η οργάνωση λειτουργίας τους απαιτεί μεγάλα έξοδα και εκπαιδευμένο προσωπικό, συν όλα τα παρατράγουδα που θα δημιουργήσει η, στην πράξη, φυλάκιση των λαθρομεταναστών. (π.χ. δραπετεύσεις, κυνηγητά, εξάπλωση εγκληματικότητος στην ευρύτερη περιοχή, φόβος κι απόγνωση των τοπικών κοινωνιών).
Κοντολογίς, μύλος και πανελλήνιο αλαλούμ με τη διάχυση και διασπορά ενός προβλήματος του κέντρου, «καθ’ άπασα την επικράτεια»! Και όλα αυτά γιά την δημιουργία 30 τέτοιων «κέντρων» και το «συμμάζεμα», στην καλύτερη περίπτωση 30.000 ατόμων, όταν το πρόβλημα είναι της τάξης 1-2 εκατομμυρίων. Με προϋποθέσεις «φιλοξενίας», που αν επαληθευθούν οι εξαγγελίες, οι «στεγαζόμενοι» όχι μόνο δεν θα θέλουν να φύγουν οικειοθελώς, όπως είναι το σκοπούμενο, αλλά θα παρακαλούν να μείνουν, αφού θα έχουν εξασφαλισμένη στέγη και τροφή, πράγμα πολύ αμφίβολο πλέον, γιά μεγάλο μέρος του γηγενούς πληθυσμού!
Μήπως στο θέμα επιλογής των χώρων εγκατάστασης αυτών των «κέντρων» θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι της συζήτησης και τα πάμπολλα ακατοίκητα νησιά της χώρας; Όλα όσα άρχισαν να συζητούνται γιά πώληση και τουριστική αξιοποίηση, μαζί και με, γιατί όχι, όλα εκείνα που την μετεμφυλιακή περίοδο χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι εξορίας; (π.χ. Μακρόνησος, Άγιος Ευστράτιος, κ.λπ.). Σίγουρα μιά τέτοια επιλογή εξασφαλίζει μικρότερο κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας, αλλά το σπουδαιότερο, την ηρεμία και ασφάλεια στον ελληνικό πληθυσμό της επαρχίας.
Το παράδειγμα της αντιμετώπισης της υπόθεσης της λαθρομετανάστευσης εμφανίζει ανάγλυφα τον ρόλο και την επιρροή του κάθε κόμματος, άρα και την ευθύνη του, στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα του τόπου, καταρρίπτοντας το μύθο περί του καταλογισμού των ευθυνών γιά το τελικό γενικό ξεχαρβάλωμα της χώρας, μόνο στην εκάστοτε κυβερνώσα παράταξη.
Η απενοχοποίηση της αριστεράς, ως μηδέποτε συμμετάσχουσα σε κυβερνητικά πόστα, αποτελεί ένα μέρος του μύθου αυτού, αφού με το πολιτικό και κοινωνικό της βάρος ασκούσε πάντοτε σοβαρές πιέσεις στην όποια κυβέρνηση, η οποία ενεργούσε κατά κανόνα, κάτω από τις πιέσεις αυτές, υπακούοντας πάντοτε στο καταραμένο «πολιτικό κόστος» και την ψηφοθηρική λογική.
Δυστυχώς, η πολιτική γραμμή της παγκόσμιας αριστεράς βασίζεται στην οικονομική καταβαράθρωση των λαών, τακτική στην οποία επένδυε πάντα και επενδύει ακόμη, αφού οι εξαθλιωμένες μάζες, ντόπιες ή εισερχόμενες, αποτελούσαν ανέκαθεν την σταθερή της πελατεία. Προκειμένου γιά τη δική μας αριστερά, προφανή απόδειξη των παραπάνω αποτελεί η στάση της στο θέμα της εγκατάστασης της COSCO στον Πειραιά, στην πρόσδεση των κρουαζιερόπλοιων στα ελληνικά λιμάνια, στο κλείσιμο των αρχαιολογικών χώρων, σε κάθε κίνηση κι ενέργεια που παράγουν φτώχεια και, βεβαίως, στον «εναγκαλισμό» των πεινασμένων στιφών που εισέρχονται λάθρα στη χώρα, στα τα οποία, μάλιστα, επιδιώκει να δοθεί υπηκοότης και…. δικαίωμα ψήφου! Εννοείται γιά προφανείς κομματικούς λόγους.
Η νοητική επεξεργασία και εκτίμηση των ανωτέρω, φαντάζομαι πως θα πρέπει ν’ αποτελέσει βαρύνουσα παράμετρο στις προσεχείς μας εκλογικές επιλογές, αν δεν θέλουμε την ανακύκλωση και διαιώνιση της μιζέριας μας.
Βοηθούσης της προεκλογικής περιόδου, αφού μόνο σε τέτοιες στιγμές οι πολιτικοί μας «φωστήρες» ανακαλύπτουν τα προβλήματα και δραστηριοποιούνται, θέλοντας να δείξουν ότι κάτι κάνουν γιά την αντιμετώπισή τους, βγαίνει επί τέλους στα φόρα, ανάγλυφο, το τεράστιο πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης.
Το μεγάλο αυτό «μαχαίρι» στα σπλάχνα της χώρας αποδεικνύει, περίτρανα πλέον, την ανύπαρκτη μεταναστευτική πολιτική των δεξιών κυβερνήσεων, την τυχάρπαστη κοντόφθαλμη, αντίστοιχη, του ΠΑΣΟΚ και την εθνικά επικίνδυνη κουτοπόνηρη της αριστεράς.
Το όλο ζήτημα, τις προεκτάσεις και συνέπειες του οποίου βιώνουμε δραματικά σήμερα και θα βιώσουν καταλυτικά οι επόμενες γενιές, παρ’ όλα όσα λέγονται κάτω από το οφθαλμοφανές αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, έχει περάσει πλέον σε μη αναστρέψιμη φάση και ό,τι εξαγγέλλεται είναι είτε αδύνατον να πραγματοποιηθεί, είτε εφαρμοζόμενο μοιάζει αλυσιτελές και αναποτελεσματικό. Όπως οι εξαγγελλόμενες αστείες προχειρότητες των, κατ’ άλλους, (τους αμετανόητους «ψευτοπροοδευτικάριους»), «κέντρων φιλοξενίας» και, κατ’ άλλους, «κέντρων κράτησης» λαθρομεταναστών.
Η νέα αυτή μπαρούφα που εκτοξεύτηκε προεκλογικά γιά να φρενάρει την καλπάζουσα ακροδεξιά «Χρυσή Αυγή», δεν μπορεί, ούτε στο ελάχιστο, ν’ αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το πρόβλημα, αλλά και να εκληφθεί σοβαρά, σαν ιδέα.
Η επιλογή των χώρων αντιμετωπίζει σφοδρότατες αντιδράσεις από το σύνολον των τοπικών κοινωνιών και τα προγραμματιζόμενα στρατόπεδα απαιτούν μεγάλα ποσά και πολύ χρόνο γιά να επισκευαστούν και διαμορφωθούν σε κατάσταση τέτοια, που να πληρούν τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Επίσης, η οργάνωση λειτουργίας τους απαιτεί μεγάλα έξοδα και εκπαιδευμένο προσωπικό, συν όλα τα παρατράγουδα που θα δημιουργήσει η, στην πράξη, φυλάκιση των λαθρομεταναστών. (π.χ. δραπετεύσεις, κυνηγητά, εξάπλωση εγκληματικότητος στην ευρύτερη περιοχή, φόβος κι απόγνωση των τοπικών κοινωνιών).
Κοντολογίς, μύλος και πανελλήνιο αλαλούμ με τη διάχυση και διασπορά ενός προβλήματος του κέντρου, «καθ’ άπασα την επικράτεια»! Και όλα αυτά γιά την δημιουργία 30 τέτοιων «κέντρων» και το «συμμάζεμα», στην καλύτερη περίπτωση 30.000 ατόμων, όταν το πρόβλημα είναι της τάξης 1-2 εκατομμυρίων. Με προϋποθέσεις «φιλοξενίας», που αν επαληθευθούν οι εξαγγελίες, οι «στεγαζόμενοι» όχι μόνο δεν θα θέλουν να φύγουν οικειοθελώς, όπως είναι το σκοπούμενο, αλλά θα παρακαλούν να μείνουν, αφού θα έχουν εξασφαλισμένη στέγη και τροφή, πράγμα πολύ αμφίβολο πλέον, γιά μεγάλο μέρος του γηγενούς πληθυσμού!
Μήπως στο θέμα επιλογής των χώρων εγκατάστασης αυτών των «κέντρων» θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι της συζήτησης και τα πάμπολλα ακατοίκητα νησιά της χώρας; Όλα όσα άρχισαν να συζητούνται γιά πώληση και τουριστική αξιοποίηση, μαζί και με, γιατί όχι, όλα εκείνα που την μετεμφυλιακή περίοδο χρησιμοποιήθηκαν ως τόποι εξορίας; (π.χ. Μακρόνησος, Άγιος Ευστράτιος, κ.λπ.). Σίγουρα μιά τέτοια επιλογή εξασφαλίζει μικρότερο κόστος εγκατάστασης και λειτουργίας, αλλά το σπουδαιότερο, την ηρεμία και ασφάλεια στον ελληνικό πληθυσμό της επαρχίας.
Το παράδειγμα της αντιμετώπισης της υπόθεσης της λαθρομετανάστευσης εμφανίζει ανάγλυφα τον ρόλο και την επιρροή του κάθε κόμματος, άρα και την ευθύνη του, στα πολιτικά και κοινωνικά δρώμενα του τόπου, καταρρίπτοντας το μύθο περί του καταλογισμού των ευθυνών γιά το τελικό γενικό ξεχαρβάλωμα της χώρας, μόνο στην εκάστοτε κυβερνώσα παράταξη.
Η απενοχοποίηση της αριστεράς, ως μηδέποτε συμμετάσχουσα σε κυβερνητικά πόστα, αποτελεί ένα μέρος του μύθου αυτού, αφού με το πολιτικό και κοινωνικό της βάρος ασκούσε πάντοτε σοβαρές πιέσεις στην όποια κυβέρνηση, η οποία ενεργούσε κατά κανόνα, κάτω από τις πιέσεις αυτές, υπακούοντας πάντοτε στο καταραμένο «πολιτικό κόστος» και την ψηφοθηρική λογική.
Δυστυχώς, η πολιτική γραμμή της παγκόσμιας αριστεράς βασίζεται στην οικονομική καταβαράθρωση των λαών, τακτική στην οποία επένδυε πάντα και επενδύει ακόμη, αφού οι εξαθλιωμένες μάζες, ντόπιες ή εισερχόμενες, αποτελούσαν ανέκαθεν την σταθερή της πελατεία. Προκειμένου γιά τη δική μας αριστερά, προφανή απόδειξη των παραπάνω αποτελεί η στάση της στο θέμα της εγκατάστασης της COSCO στον Πειραιά, στην πρόσδεση των κρουαζιερόπλοιων στα ελληνικά λιμάνια, στο κλείσιμο των αρχαιολογικών χώρων, σε κάθε κίνηση κι ενέργεια που παράγουν φτώχεια και, βεβαίως, στον «εναγκαλισμό» των πεινασμένων στιφών που εισέρχονται λάθρα στη χώρα, στα τα οποία, μάλιστα, επιδιώκει να δοθεί υπηκοότης και…. δικαίωμα ψήφου! Εννοείται γιά προφανείς κομματικούς λόγους.
Η νοητική επεξεργασία και εκτίμηση των ανωτέρω, φαντάζομαι πως θα πρέπει ν’ αποτελέσει βαρύνουσα παράμετρο στις προσεχείς μας εκλογικές επιλογές, αν δεν θέλουμε την ανακύκλωση και διαιώνιση της μιζέριας μας.