Είναι παρατηρημένο και αποδεδειγμένο, άρα πλατειά αποδεκτό, πως τα μεγάλα βήματα της Ανθρωπότητος, τα άλματα, γίνονται πάντα σε έκτακτες και σπουδαίες περιπτώσεις. Όταν αυτή -η Ανθρωπότης- λειτουργεί κάτω από πίεση έντονων κοσμογονικών γεγονότων, τα οποία της διεγείρουν το ένστικτο της αυτοσυντηρήσεως. Τότε το ανθρώπινο μυαλό, στρυμωγμένο από αδήριτη πιεστική αναγκαιότητα, υπερλειτουργεί, εφευρίσκει, δημιουργεί και παράγει με μεγάλη ταχύτητα αποδόσεως. Το απώτερο γίνεται κοντινό, το μεθαύριο γίνεται αύριο και το αύριο… σήμερα. Η σύντμηση του χρόνου στην παρασκευή εμβολίου κατά της τελευταίας πανδημίας του κορωνοϊού -και μάλιστα από αρκετές χώρες- αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη, αντίστοιχη με την κατασκευή των χιτλερικών πυραύλων V1 και V2 του Φον Μπράουν που έπληξαν, άτσαλα και βιαστικά, την Αγγλία ή την κατασκευή της ατομικής βόμβας από τον Οπενχάιμερ που τσατάλιασε την Ιαπωνία και τέλειωσε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Αντίστοιχα, και στην κλίμακά τους, λειτουργούν οι μικρές κι ασήμαντες ανθρώπινες μονάδες κάθε φορά που η ανθρώπινη φύση τις στριμώχνει στη γωνία του πόνου, με το φάσμα της ανυπαρξίας να πλανάται γύρω τους. Τότε η έσχατη καταφυγή, προϊόν θέλησης για ένα άπελπι τελευταίο… «ίσον», καταληκτικό συμπέρασμα του επίγειου κύκλου τους η ύστατη σκέψη τους στρέφεται στα αγαπημένα τους πρόσωπα που καταλείπουν και στο βάθος… ο Θεός! Όποιος επιμένει ν΄ αμφιβάλλει ας συμβουλευτεί τα τελευταία λόγια κάποιων διάσημων, εν ζωή άθεων, που κατέληξε η σκέψη τους. Πρόχειρα ανατρέχω στον Γκαίτε και τον Σαρτρ, τους οποίους θα συναντήσουν και οι ίδιοι, όταν θα παν εκεί που εκείνοι βρίσκονται τώρα!
Γεννήθηκα στην φτωχογειτονιά της Ακαδημίας του Πλάτωνος σε χρόνια μίζερα και δύσκολα. Και πριν ασχοληθώ με την φιλοσοφία, τις ιδέες και τα διδάγματα του μεγάλου Πλάτωνα, κλώτσησα την μπάλα, μαζί με άλλους γαβριάδες -γαβριάς κι εγώ- στα σκάμματα που «φύτεψε» στη συνοικία η αρχαιολογική μανία του μαικήνα Αιγυπτιώτου αρχιτέκτονος Παν. Αριστόφρονος, ο οποίος είχε βάλει στόχο και σκοπό ζωής να ανακαλύψει και αναστηλώσει την περίφημη Ακαδημία του μεγάλου φιλοσόφου.
Μεγαλώνοντας, την διάψευση της ουτοπίας του Αριστόφρονος ακολούθησε και δική μου διάψευση μιάς άλλης ουτοπίας που μου έκανε πιό οικείο τον φιλόσοφο Πλάτωνα. Αυτή του περίφημου «πλατωνικού έρωτα», κάτι που προσωπικά… δεν γνώρισα ποτέ! Δεν πρόλαβα, ή δεν άφησα να ζήσω.
Βγαίνοντας νωρίς στα βάσανα της ζωής και τη σκληρή βιοπάλη, ένοιωσα την ανάγκη να στηρίξω το οικοδόμημα των ηθικών αξιών μέσα σ΄ ένα πλέγμα στο οποίο θα έπρεπε να κινηθώ. Με σταθερό και αμετάβλητο έρμα, που θα μου εξασφάλιζε αδιατάρακτη, σταθερή και αξιόπλοη πορεία στη ζωή μου.
Έκτοτε, βοηθούσης της πείρας που άφευκτα έχτιζα, μέρα τη μέρα, διαπίστωνα πως όλα γύρω μου συνεχώς άλλαζαν και η «πραγματικότητα» που νόμιζα, θεωρούσα, έβλεπα και ήθελα να ζω, στην πράξη ήταν ρευστή και έμοιαζε με κινούμενη άμμο, μεταβαλλόμενη διαρκώς, επηρεαζόμενη από σταθμητούς και αστάθμητους εξωτερικούς, ή και εσωτερικούς παράγοντες. Οπότε, μοιραία, ξαναγύρισα σε κάποια θέσφατα που θυμήθηκα από πρώτες -πρώιμες- επιπόλαιες «ματιές», στην αναζήτηση της αλήθειας. Αυτής που είχε απασχολήσει όλους τους φιλοσόφους και -εν προκειμένω- και τον Πλάτωνα. Και , τελικά, κατέληξα όπου κι εκείνος. «Η αλήθεια, η σταθερή και αναλλοίωτη αλήθεια βρίσκεται στις ιδέες»! Γιατί μόνον οι ιδέες παραμένουν διαχρονικά αμετάβλητες και σταθερές. Άρα οι ιδέες εκφράζουν την ουσιαστική πραγματικότητα! Ενώ οι δικές μας… «πραγματικότητες», ρευστές, εναλλασσόμενες και κολυμπώντας συνεχώς μέσα σε μια πολυκύμαντη θάλασσα που λέγεται «ζωή» δεν είναι τίποτε άλλο παρά αχνές, επιδερμικές και πρόσκαιρες απεικονίσεις –υποκειμενικά εκλαμβανόμενες και συνεχώς μεταβαλλόμενες παραστάσεις, μέχρι να τις «καταπιεί» ο… Θάνατος.
Η ζωή μου προσπάθησα να κυλήσει έτσι μιά χαρά. Απόλυτα συμβατή -έστω και ασυνείδητα- με την πλατωνική θεωρία. Με κέντρο βάρους, κέντρο προσοχής την καθημερινότητα και μικρή σημασία -«άστο μωρέ για τώρα, βλέπουμε αργότερα»- για τις αντικειμενικές «αλήθειες». Με τακτοποιημένη συμβίωση της βιοτικής μέριμνας και ενός ρομαντικού ιδεαλισμού, κάπου κρυμμένος σε κάποια γωνιά της ψυχής, να κάνει, πού και πού, την εμφάνισή του. Ώσπου ο… αλήτης ο Πανδαμάτωρ, (ο Χρόνος , δηλαδή), να βάλει στο διάβα μου τις αναπόφευκτες «τρικλοποδιές» της φθοράς στην υλική μου υπόσταση.
Έτσι, στα διάφορα Νοσοκομεία και Κλινικές, που , ξαφνικά και μοιραία, άρχισα να βολτάρω αναζήτησα -αυθόρμητα και λογικά- την πραγματική σχέση μεταξύ «αιτίου» και «αιτιατού» που επέβαλλε ο ρεαλισμός και ανώμαλη προσγείωση στην τωρινή μου… «πραγματικότητα». Κατάλαβα, πλέον, πως η αιτουμένη αλήθεια βρίσκεται εντός του βεληνεκούς της προσωπικής μας παρατηρήσεως της φύσεως και των φυσικών φαινομένων, αλλά και της ατομικής ικανότητος ενός εκάστου σ΄ αυτή την παρατήρηση. Εκτιμώντας, λοιπόν, το «αιτιατόν» ως αποτέλεσμα κάποιου αντίστοιχου «αιτίου» , το ερώτημα μετατοπίζεται από το «πώς» στο… «γιατί»!
Άρα, αφού η φύση -και τα φυσικά φαινόμενα- δηλαδή το Σύμπαν μεταβάλλεται συνεχώς, υπακούοντας στα κελεύσματα μιάς εξωτερικής υπερδυνάμεως και τούτο γίνεται νομοτελειακά αενάως και σε βαθμό τελειότητος, η ύπαρξη ενός τέτοιου τέλειου… «αιτιατού» προϋποθέτει μια προγενέστερη ύπαρξη ενός ακόμη πιο τέλειου «αιτίου», το οποίον θα δημιουργεί αυτό το τέλειο «αιτιατό» Σύμπαν! Συνεπώς και μοιραία οδηγούμαστε στον… Θεό! Έναν Θεό δημιουργό του παντός. «Εν αρχή ην ο… Λόγος»!!!