Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Τύποι της ΒΙΟ. (ΙΙ)




Το παρκάκι της αμαρτίας και διάφορα.....παρεμφερή




το "γαϊτανάκι"

   Κατ’ αρχήν υπενθυμίζεται ο αυστηρώς ακατάλληλος χαρακτήρας της εξιστόρησης και η λήψη των αναγκαίων… προφυλακτικών μέτρων από τους αναγνώστες-γονείς.

   Η εμβληματική, αλλά αόρατη στους μη «πελάτες», φιγούρα της Γεωργίας της κουτσής, κάλυπτε τόσο με την φυσική της παρουσία, όσο και με τη φήμη της, το μικρό παρκάκι της ΒΙΟ. Κάτι σαν επικυρίαρχος δύναμη και, σχεδόν, το μονοπωλούσε με την υπαίθρια επιχείρηση που διατηρούσε εκεί κάθε βράδυ, («Σκοτεινές υποθέσεις». Εισαγωγές-εξαγωγές, tax free και άνευ ΦΠΑ).  Το αντίτιμο των «υπηρεσιών» της, σχετικά, ευτελές. Ήταν, θυμάμαι, μόλις 5 δραχμές, εκ των οποίων οι 3 αποτελούσαν την ταρίφα και οι 2 το κόστος της απαραίτητης… «σκουφίτσας». Έτσι λεγόταν η μοναδική μάρκα προφυλακτικών που κυκλοφορούσε τότε στην ελληνική αγορά. Αυτά τα μοντέρνα σημερινά, με τις …γεύσεις, τα κόλπα και το πασάλειμμα φωσφόρου που κάνει τον «πρωταγωνιστή» να μοιάζει με .. ιπτάμενο πούρο που έρχεται από το στερέωμα και χάνεται στις … μαύρες τρύπες του διαστήματος, δεν υπήρχαν ούτε στη φαντασία των κατασκευαστών του είδους.
   Εκείνα τα χρόνια, η μη χρήση «σκουφίτσας» ήταν αδιανόητη αποκοτιά, ακόμη και γιά τη κυκλοφορούσα νοσολογική γκάμα της εποχής και τους, εξ αυτής, κινδύνους. Αν δεν χρησιμοποιούσες «σκουφίτσα» το «σκουλαμέντο», τουλάχιστον, το είχες στη τσέπη σου, από χέρι! (Μάλλον στο σώβρακο, κατά κυριολεξία). Και το περίφημο «permaganat», ήταν ανεπαρκές γιά σοβαρές περιπτώσεις και ανεφάρμοστο σε υπαίθριες … περιπτύξεις.

   Όμως, πλην της… αφέντρας Γεωργίας, κι άλλοι «περίεργοι» τύποι χρησιμοποιούσαν το παρκάκι για τις ερωτικές τους δραστηριότητες, όπως ο περίφημος Γιώργος ο Τζερεμές και η χεροδύναμη Βασίλω. Όποιος απετόλμησε σφυρίγματα, πειράγματα και λοιπές …εκφωνήσεις, κοινώς «ξεφωνητά», τύπου «σύυυυκα» ή τέτοια ανάλογα, έχει αρπάξει τόσες και τέτοιες σφαλιάρες από τη Βασίλω που θα τις θυμάται δια βίου, (και διά ΒΙΟ!).

   Ο Τζερεμές, άγνωστο που δούλευε, εμφανιζόταν κάθε απόγευμα έξω από τα κάγκελα του 3ου Κέντρου Νεότητος του Δήμου Αθηναίων, δίπλα από την εκκλησία του Αγ. Γεωργίου και μεταξύ Μεταξουργείου και Βοτανικού. Εκεί παρακολουθούσε τα αθλητικά δρώμενα, (μπάσκετ, βόλλεϋ), και έκοβε υποψήφια …. τεκνά. Εννοείται πως γύρω του μάζευε όλη τη… διαθέσιμη πιτσιρικαρία και γινόταν χαμός, από την πλάκα και το πείραγμα. Ήταν ένας αδύνατος, σχεδόν κοκαλιάρης και απροσδιορίστου ηλικίας τύπος με προχωρημένη καράφλα και ελάχιστα… δόντια. Κυκλοφορούσε πάντα μ’ ένα ποδήλατο και φορούσε μπλούζες ή πουλόβερ με γυριστό γιακά. Κάπως σαν τη Μπέτυ Νταίηβις στο ρόλο της βασίλισσας Ελισάβετ. Το γενικό παρουσιαστικό του, οι πόζες και τα κουνήματά του σε προκαλούσαν και ήταν σαν να σου έλεγε:
   - «Κράξε» με!
   Ήταν, όπως οι πλείστοι του είδους του, φοβερά ετοιμόλογος και δεν άφηνε πείραγμα αναπάντητο. Όταν κάποτε κάποιος τον πείραξε και του είπε:
   - Άντε ρε, φύγε από δω. Δεν σε θέλω γιατί είσαι… βρωμόκ…ος, ο Τζερεμές πήρε ένα αθώο ύφος και είπε, ως αγνή παρθένος.
   - Εγώ, βρωμόκ…ος, που ο κ…ς μου είναι σαν το… άκακο αρνάκι;

   Γιά τον τύπο αυτόν κυκλοφόρησε κάποτε μιά ιστορία που, τότε, έβγαλε πολύ γέλιο και μας διασκέδασε γιά καιρό. Όμως ακόμη και τώρα δυσκολεύομαι να την πιστέψω. Τόσο απίθανη μου φαίνεται. Ίσως κάποιοι μάγκες, μεγαλύτεροι και πιό γνώστες, μπορούν να καταθέσουν ακριβέστερα επί της υπόθεσης. Εγώ ανήκοντας στην πιό ψιλή «μαρίδα» της εποχής, λέω μόνο ό,τι άκουσα και ό,τι κυκλοφόρησε τότε.
   Ένα βράδυ, λέει, μερικοί υποψήφιοι «μουστερήδες» μπήκαν στο παρκάκι με τον Τζερεμέ γιά μιά ερωτική, ομαδική, ευωχία. Αυτό που στο σκάκι λέγεται αγώνας «σιμουλτανέ» και στο σεξ, απλώς «παρτούζα»! Έγδυσαν, από τη μέση και κάτω τον φουκαρά τον Τζερεμέ κι απάνω στις… γλύκες του έχωσαν …. «αρμοδίως» μιά μελιτζάνα αναλόγου μεγέθους, του πήραν το παντελόνι και την κοπάνησαν! Κάποιοι ορκίζονται πως είδαν τον ταλαίπωρο Γιώργο να τρέχει ξεβράκωτος στη Λένορμαν, κυνηγώντας τον τύπο που είχε το παντελόνι του, με το κοτσάνι της μελιτζάνας να …προεξέχει, αφού στη πρεμούρα του δεν πρόλαβε ν’ ασχοληθεί μ’ αυτήν. Πιθανόν και να μην ήθελε, είπαν κάποιες κακές γλώσσες!

   Στον άξονα Θησείο – Βοτανικός – Βούθουλας, κυκλοφορούσαν πολύ περίεργοι, μισοπάλαβοι και γραφικοί τύποι. Τους λοξάτους, η άγνοια των συνεπειών κι η σκληρότητα εκείνων των χρόνων, τους αποτρέλαινε, αφού τα πειράγματα κι οι πλάκες δεν είχαν ούτε τέλος, ούτε έλεος. Όπως, π.χ. στην περίπτωση του Τάσου, του υπαίθριου μπεχλιβάνη που έδινε, μισόγυμνος, στις πλατείες παραστάσεις δύναμης και... λεβεντιάς, «γιά να βγει η φασολάδα», όπως έλεγε ο ίδιος.
   Αυτόν, όπως λύγιζε σίδερα, έσπαγε τούβλα κι έσκιζε τράπουλες, προκαλώντας τον θαυμασμό της ομήγυρης, τον πότισαν καθαρτική λεμονάδα και καθώς ήταν περιτιλυγμένος με αλυσίδες και προσπαθούσε απεγνωσμένα να λυθεί, δεν πρόλαβε και…. χέστηκε δεμένος! (Το γεγονός συνέβη στην μικρή πλατεία, μπροστά στον Αγ. Κωνσταντίνο της Λένορμαν και υπήρξα αυτόπτης μάρτυς του!).

   Το ωραιότερο θέαμα, όμως, το παρουσίαζε την περίοδο της Αποκριάς το «γαϊτανάκι»! Που διάβολο ξεφύτρωναν, εποχιακά, τόσες «αδελφές» ήταν και παρέμεινε, γιά μένα, ένα άλυτο μυστήριο. Ντυμένες τσιγγάνες, χανούμισσες, οδαλίσκες μισόγυμνες και με διάφορα άλλα… αιθέρια κοστούμια, πασαλειμμένες με πολύχρωμες καραμπογιές, καμιά ντουζίνα … χορεύτριες, έπαιρναν σβάρνα τους χωματόδρομους των φτωχοσυνοικιών κι έπλεκαν και ξέπλεκαν το γαϊτανάκι χορεύοντας οριαντάλ, υπό τους ήχους συνοδευτικής καραμούζας! Θέαμα εξαίσιο που έσερνε μαζί του, τζαμπατζίδικα εννοείται, όλο το ενθουσιώδες πιτσιρικαριό από τις γειτονιές που πέρασαν προηγουμένως!
   - Μπράβο, ζήτω, σύύύύκα…!
   Και να τα γέλια και να τα σφυρίγματα, υπό το αυστηρό και συνοφρυωμένο βλέμμα του επικεφαλής του.. θιάσου, της μπρατσωμένης Βασίλως, η οποία εκτελώντας χρέη εισπράκτορος, όπως γύριζε με τον δίσκο γιά να μαζέψει  τις πενταροδεκάρες του φιλοθεάμονος κοινού, όταν πλησίαζε κάποιον σταμπαρισμένο «ξεφωνητή», του επιδαψίλευε στα σβέλτα μιά τσουχτερή φάπα στο μάγουλο, ή κάποιο χαμηλό και μουλωχτό σουτ στο καλάμι!

   Τώρα που αναμοχλεύονται όλα αυτά στο μυαλό μου, μιά αφόρητη νοσταλγία και μιά γλυκόπικρη μελαγχολία με διακατέχει. Είμαι απόλυτα σίγουρος και όσους τα έζησαν και τα αναγνωρίζουν σ' αυτές τις γραμμές.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου