Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2013

Το ελληνικό ποδόσφαιρο στη δεκαετία ’55-’65.


Φιλοσοφία κι αγωνιστικά συστήματα.

   Το πρώτο τραγουδάκι που τραγούδησα παιδάκι, και δεν ξέχασα ποτέ, είχε αυτά τα λόγια:
     «Βάλαμε οτώ, βάλαμε οτώ,
     βάλαμε οτώ στον Ομπιλιακό
     κι άλλα τε- κι άλλα τέσσελα στον Άλη,
     γειά σου Ά- γειά σου Άγγελε Μεσσάλη»!
   Αυτό μου το είχε μάθει ο νονός μου, ο Γιώργος -«Πιλάφας»- Χιονίδης, ο αδελφός του σέντερ χαφ του Παναθηναϊκού και χαρακτήριζε το ύφος και το ήθος των φιλάθλων της εποχής. Αθώα πειράγματα, καζούρα, πλάκες και σκωπτικά τραγουδάκια. Όλα μέσα σε ανεκτά και ανθρώπινα όρια. Το πολύ-πολύ να τύπωναν τίποτα … αγγελτήρια κηδείας, όπως: «Το προσφιλή μας Ολυμπιακό, θανόντα αιφνιδίως, κηδεύομεν σήμερον εις την Λεωφόρον Αλεξάνδρας,  και ώραν.... κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ.». Και στο τέλος, οι τεθλιμμένοι συγγενείς: Ο μικρός αδελφός Εθνικός,……., και η κορούλα…. Προοδευτική!
   Αυτά γιά τη σύγκριση του γενικού κλίματος, τότε και τώρα.

Το ποδόσφαιρο τότε



   Στον αγωνιστικό τομέα η κατάσταση ήταν αντίστοιχη. Συνηθέστατα, ο προπονητής έδινε τις εξής, περίπου, οδηγίες, για το ακολουθητέο σύστημα:
   - Ρε σεις, είσαστε καλύτεροι, ρε. Μπείτε μέσα και σκίστε τους, ρε! Λειώστε τους, ρε!  Άντρες είσαστε ρε, ή γυναικούλες;

   Ο κόσμος, πέραν φυσικά από τη νίκη, ενθουσιαζόταν και από μεμονωμένες ενέργειες που απεδείκνυαν υπεροχή έναντι του αντιπάλου, έστω άνευ ουσίας κι αποτελέσματος. Π.χ. όταν ο Μουράτης αποκρούοντας έστελνε με αγριοβολίδα τη μπάλα έξω από το γήπεδο, σχεδόν στη… θάλασσα, οι εξέδρες φρένιαζαν από ενθουσιασμό. Όσο πιό μακριά, τόσο μεγαλύτερος ο ενθουσιασμός! Τώρα, αν αντί της …καμινάδας ο «Μιζούρι» τροφοδοτούσε με απλή πάσα κάποιο συμπαίκτη κι αυτός έβαζε γκολ, μικρή σημασία είχε μπρος στη… σουτάρα του λαοφιλούς Μουράτη! Επίσης, όταν ο φανταιζί «δάσκαλος» του ΠΑΟ, ο Γιάννης Παπαντωνίου, έπαιρνε τη μπάλα κι άρχιζε τα «οκτάρια» οργώνοντας το γήπεδο, πάνω-κάτω και μπρος-πίσω, ντριμπλάροντας συνεχώς ό,τι κι όποιον εύρισκε εμπρός του, καμιά σημασία δεν είχε το αν οι συμπαίκτες του σταύρωναν τα χέρια και περίμεναν να τελειώσει το «σόου» του ο δάσκαλος γιά να συνεχίσουν το παιχνίδι. Τα πλήθη παραληρούσαν και φώναζαν: «Κι άλλο, κι άλλο, ζάλισέ τους»!! Αν δε, όντως κάποιος ταλαίπωρος αντίπαλος παραπατούσε κι έπεφτε, εκεί να δεις πώς οι κραυγές έφταναν μέχρι τον ουρανό! Λες κι έβλεπαν ταυρομάχο να σκοτώνει τον ταύρο. Όλε!
   Θυμάμαι κάποτε, αρκετά μεταγενέστερα, σε αγώνα Παναθηναϊκού – Ολυμπιακού στη Λεωφόρο, όπου τερματοφύλακες ήσαν ο Βουτσαράς κι ο Θεοδωρίδης. Σε κάποια στιγμή, τυχαία πιστεύω, ξέφυγε μιά δυνατή κλωτσιά του Βουτσαρά κι η μπάλα, μ’ ένα-δυό γκελ, έφτασε στην αγκαλιά του Θεοδωρίδη! Χαμός στο γήπεδο από τους πανηγυρισμούς των Παναθηναϊκών γιά το σπουδαίο… επίτευγμα. Στο άλλο άκρο μ' ένα σουτ! Πεισμώνει ο Θεοδωρίδης, βάζει τα δυνατά του και, τσουπ,… πάλι πίσω η μπάλα στον Βουτσαρά! Να σου τώρα τα πανηγύρια από την άλλη πλευρά!
   Να μην τα πολυλολογούμε αυτό το βιολί κράτησε πεντέξι φορές και δεν θα σταμάταγε αν κάποια στραβοκλωτσιά δεν έστελνε τη μπάλα έξω! Μπορεί ο αγώνας να γινόταν σούπα, όμως οι φίλαθλοι, αμφοτέρων, ήσαν… τρισευτυχισμένοι!
   - Είδες ο δικός μας, τον έσκισε ! Τί σουτάρα ήταν αυτή!

   Και αφού τέτοια γίνονταν στον αφρό, φανταστείτε τι γινόταν στον πάτο, όπου δεκάδες ομάδες κι ομαδούλες, μόνο στην Αθήνα, … ταλαιπωρούσαν μεν το άθλημα, αλλά ψυχαγωγούσαν τους φιλάθλους τους οι οποίοι τους ακολουθούσαν πιστά στις εμφανίσεις τους κι ας έπαιζαν, την ίδια ώρα, στα μεγάλα γήπεδα σπουδαίας σημασίας ματς. Τα παρακολουθούσαν από το τρανζιστοράκι, βλέποντας την ομαδούλα τους.  
   Στην ευρύτερη περιοχή του Βούθουλα και από Μεταξουργείο, Θησείο, Κολωνό, Σεπόλια, Κολοκυνθού, εντελώς πρόχειρα, θυμάμαι τη Δάφνη Μεταξουργείου, (την «ηρωική Δαφνούλα» των φανατικών οπαδών της), που κάποτε έφτασε να παίξει μέχρι στη Α’ Αθηνών, τον Αττικό, τον Πλάτωνα, τον Φιλικό, (τέως Πεζοπορικό), τον δικό μου Ορφέα, που μετά πούλησαν το καταστατικό του σε κάποιους στο Αιγάλεω και προέκυψε ο Ορφέας Αιγάλεω, τον Πανθησειακό, τον ΠΑΟ Ρουφ, τον Άφοβο Σεπολίων και πλήθος άλλων ομάδων που είναι αδύνατον να θυμηθώ.
    Ιδιαίτερα εκτιμούσα τον Ακράτητο Πετραλώνων και τις ανύπαρκτες, μάλλον, τώρα Σπάρτα, Φοίβο, Νίκη Πλάκας, Κεραυνό Ψυχικού και τη συμπαθέστατη Αρμενική!
   Επηρεασμένος βαθύτατα από μιά Αρμένισα δασκάλα Αγγλικών που είχα στην 6η Δημοτικού, μιά κυρία με δέκα κεφαλαία Κ, την αείμνηστη Τίππυ Πασαγιάν, (προσωποποίηση της φινέτσας κι αξιοπρέπειας), από την οποία έμαθα αρκετά γιά τα πάθη του μαρτυρικού λαού της από την τουρκική θηριωδία, συμπαθούσα αφάνταστα αυτή την ομάδα! Βεβαίως πάτωνε σε όλα τα πρωταθλήματα που αγωνιζόταν, αλλά εκείνο που εντυπωσίαζε μ’ αυτήν, ήταν πως το σύνολο των παικτών της προέρχονταν μόνο από την αρμενική παροικία. Διαβάζοντας τις συνθέσεις, όλα τα ονόματα της Αρμενικής τέλειωναν σε –ιάν! (Όχι όπως τώρα που ψάχνεις με το κερί να βρεις ελληνικό όνομα σε πρωτοκλασσάτες ομάδες). Την συμπάθειά μου γιά την αρμένικη κοινότητα την ενίσχυε η επιθεωρησιακή φιγούρα του απολαυστικού Αγκόπ, με την καμπουριαστή μύτη, την περίεργη φωνή, την απλοϊκότητα στο ύφος και το ιδιόρρυθμο χιούμορ.

   (Σημ. Ίσως ο «Πισωσταπαλιατζής» φίλος, που χώνει τη μύτη του παντού, σκαλίζει και ξετρυπώνει λαβράκια, ίσως λέω, να βγάλει στην επιφάνεια και κάτι γιά τους ελληνοποιημένους Αρμένιους, την πιό καλή και ήσυχη ράτσα που ενσωματώθηκε ποτέ στην ελληνική κοινωνία. Γιά να φωτιστούμε κι εμείς).



Το ποδόσφαιρο σήμερα
 Όλες αυτές οι ομαδούλες, που «υπηρέτησαν» το άθλημα με πίστη, ζήλο και το υστέρημα των λίγων «βαρεμένων» παραγόντων τους, οι οποίοι στερούσαν από τα παιδιά τους αναγκαία, προκειμένου να καταθέσουν το υστέρημά τους στο κατάστημα αθλητικών ειδών του Ανδρέα Βγενόπουλου, ισόβιου προέδρου της ΕΠΣΑ, (Ένωση Ποδοσφαιρικών Σωματείων Αθηνών), στην οδό Θεμιστοκλέους και ν’ αγοράζουν μπάλες, παπούτσια κι αθλητικές εμφανίσεις, αξίζουν ξεχωριστή τιμή, που δυστυχώς δεν βλέπω να τους απονέμεται.

   Και να πεις πως με όλα όσα γίνονται σήμερα στο ποδόσφαιρο, φτιάξαμε τίποτα ομάδες της προκοπής; Μιά απέραντη πρόφαση τζόγου κάναμε και πέραν αυτού, ού!    Α΄, ναι και μιά μοναδική ξεφτίλα, βορά στην οικονομική μιζέρια που σπρώχνει σε σπόνσορες αλλόκοτους. Όπως γραφεία τελετών, (φτύστε το κόρφο σας!), και.... οίκους ανοχής!
   (Εκτός και αν το αθάνατο ελληνικό πνεύμα, ανατρέχοντας στις ρίζες και τις πηγές του, βρήκε συνθηματικό τρόπο, δίκην χρησμού μαντείου, να φανερώσει τα μελλούμενα, δηλαδή:
   - «Σ' αυτό το μπουρδέλο που λέγεται Ελλάδα, έρχεται και η κηδεία του ποδοσφαίρου». Με σύγχρονη Πυθία την... Τζούλια! )
   Θα μου πείτε, καλά το ίδιο δεν μπορεί να γίνεται και σε Αγγλία, Γαλλία, Ισπανία, κ.λπ. Ναι, αλλά εκεί τουλάχιστον, έχουν και ποδόσφαιρο! Εδώ ας όψονται οι «εισαγόμενοι» παίκτες. Έστω και δευτεροκλασσάτοι, έστω και κομμάτι «σιτεμένοι». Ελλαδάρα, ομαδάρααααα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου