Επειδή ο Ιούνιος «εγγύς εστί»
και τα «παλιά» προοιωνίζουν τα «νέα», τίποτε δεν αλλάζει, τελικά, σ’ αυτόν τον
τόπο. Τα όνειρα θα σκορπίζονται πάντα, οι ελπίδες θα διαψεύδονται και οι προσδοκίες
θα αναστέλλονται γιά… ευθετότερο χρόνο. Με
τα χειρότερα να έπονται. Οδυνηρά και αναπόφευκτα.
Η χώρα θα πορεύεται, καθημαγμένη και τυλιγμένη στο ψεύδος μεν, αλλά... περήφανη και με γνώμονα το…
εθνικό της «συμφέρον». Με την λαϊκή λογική και ηθική του όρου. Όμως το «συμφέρον» δεν ταυτίζεται πάντοτε με
το «δίκιο» και συνήθως απέχει απ' αυτό. Ακριβώς όσο απέχει το «ηθικό» από το «νόμιμο», τα οποία «συγκλίνουν» ενίοτε και κατά περίπτωση. Μη ταυτιζόμενα όμως κατ’ ανάγκην.
Η τιμή θα ανήκει πάντα σε εκείνους που μπορούν να καταλάβουν την διαφορά -πρώτα- να την αντέξουν -ύστερα- και, τέλος, να
την αποδεχθούν. Με γενναιότητα και υπευθυνότητα, εστω με δόση… δυσκολίας και κόντρα στο... ίδιο συμφέρον, αν χρειαστεί. Η... περηφάνεια όμως, μαζί κι η απογοήτευση θα μένει στους πολλούς, τους πολύπλευρα και πολυποίκιλλα πτωχούς και «μακάριους» κατά τη Βίβλο, πλην... τιμίους συμφεροντολόγους. Και το βόλεμα -εννοείται- στους ευφυείς ολίγους.
Ακριβέ μου φίλε. Δεν βρήκα
τίποτε πιο πρόχειρα, αλλά και πιο κατάλληλα λόγια αποχαιρετισμού, από τον τελευταίο χρησμό της
Πυθίας. Αυτόν που έστειλε στον αυτοκράτορα Ιουλιανό για να του δηλώσει την
ματαιότητα των εγκοσμίων και των ανθρώπινων, μπροστά στη νομοτέλεια της Ζωής
και της εξέλιξης. Κι αυτό γιατί, πέρα και πάνω από όλα, υπήρξες και συ μια «πηγή
λαλέουσα» που σκόρπιζε γύρω της άφθονο και γάργαρο νερό. Πηγή που όμως στέρεψε
μαζί σου, ακολουθώντας τις επιταγές του Δημιουργού και του Πανδαμάτορα χρόνου.
Φίλε μου Ζαχαρία, το ίχνος σου
στη Γη υπήρξε ξεχωριστό. Από εκείνα τα μακρινά, τα δυσδιάκριτα από τη μνήμη
σχολικά χρόνια, αυτό διαφαινόταν καθαρά. Ζωηρός, γελαστός, αεικίνητος και πάντα
ευρηματικός. Φιλικός με όλους, γέμιζες με αθώες «διαολιές» τη μαθητική μας
ρουτίνα, στο αξέχαστο Γ3 τμήμα του Βαρβακείου. Την τάξη που, αλίμονο, με
δικαιολογημένες ή αδικαιολόγητες απουσίες -όπως πλέον και η δική σου- φτωχαίνει
συνεχώς και απελπιστικά.
Από ιδιοτροπία της μοίρας,
μετά τον φυσιολογικό μας χωρισμό -αφού σαν τα πουλιά ο καθένας μας πέταξε στον
δικό του δρόμο και για τον δικό του προορισμό- οι δικές μας διαδρομές διασταυρώνονταν
πάλι συχνά σε καίρια σταυροδρόμια.
Θυμάμαι έντονα, τότε που μας
φιλοξένησες με την γυναίκα μου στο Λονδίνο, στο διαμέρισμα που σου παραχωρούσε
το Νοσοκομείο του Γουίμπλετον, και περνούσαμε ώρες ατέλειωτες, μοιράζοντας την
αγάπη μας για αντίκες και έργα τέχνης, όταν ένα τηλεφώνημα μας διέκοψε:
- Πάω ν’ ανοίξω ένα κεφάλι,
μας είπες, κι έρχομαι! Εσείς, στο μεταξύ, συνεχίστε! Έτσι απλά, μας
αποσβόλωσες.
Ή, όταν με επισκέφτηκες κάποτε
στην Ερέτρια και σ’ έβγαλα βόλτα μ’ ένα μικρό βαρκάκι, μυώντας σε στην
ιστιοπλοΐα, και ένα μήνα μετά αγόρασες ολόκληρο σκάφος ιστιοπλοϊκό -που πήγες,
μάλιστα, και το έφερες μόνος από τη Μασσαλία! Γιατί τέτοιος υπήρξες πάντοτε.
Απλός, τολμηρός, αποφασιστικός και αθεράπευτα ονειροπόλος. Φτιαγμένος από την
ειδική, όσο και σπάνια, στόφα εκείνων των σπουδαίων που κάνουν το μεγάλο απλό,
το δύσκολο παιχνιδάκι και το ακατόρθωτο εφικτό! Χωρίς έπαρση, χωρίς επίδειξη
και χωρίς φανφάρα. Μόνο μ’ ένα χαμόγελο στο πρόσωπο και μια φλόγα στην καρδιά.
Αξέχαστε, πολυτάλαντε φίλε. Αν
δεν ήσουν ένας διακεκριμένος Καθηγητής νευροχειρουργός, θα μπορούσες να είσαι
ένας έξοχος ευαίσθητος ποιητής, ή ένας σημαντικός Έλληνας ζωγράφος. Τελικά
υπήρξες και τα τρία! Δεν μπορώ να ξεχάσω τη βραδιά -άγρια μεσάνυχτα- που με πήρες
τηλέφωνο και μου απάγγελλες για ώρα, ένα μεγάλο και… ολόφρεσκο ποίημά σου,
μόλις βγαλμένο κι «αχνιστό» από τον «φούρνο» της ιδιοφυίας σου. Κι εγώ σε
άκουγα μαγεμένος.
Φίλε μου Ζαχαρία. Μπορεί η ζωή
στην καθημερινότητα, με τα ζόρια και τα προβλήματά της, να μην επέτρεπε τη
συχνή μας επαφή. Όμως ποτέ δεν έσπασε τον στέρεο πνευματικό λώρο που ανέκαθεν μας
συνέδεε. Τουναντίον, τον γαλβάνισαν και τον κατέστησαν πανίσχυρο και ακατάλυτο,
τα κοινά πνευματικά ενδιαφέροντα και η αμοιβαία εκτίμηση κι αγάπη.
Τώρα, πάντα πρωτοπόρος,
πέταξες για τους ουρανούς και τα όνειρά σου. Στην αξέχαστη τελευταία τηλεφωνική
μας επαφή, τον ουσιαστικό μας αποχαιρετισμό, φάνηκες «σαν έτοιμος από καιρό»
και έτσι, «σαν θαρραλέος αποχαιρετούσες την Αλεξάνδρεια που χάνεις».
Προβληματισμένος για το μεγάλο βήμα, αλλά φιλοσοφημένος, γενναίος, ήρεμος και
γελαστός, όπως πάντα. Και τότε ένοιωσα -για μια ακόμη φορά- πως με το στόμα σου
μιλούσε η «στόφα» που ανέφερα πριν.
Και καθώς εσύ έφυγες κι εμείς
μένουμε πίσω να θρηνούμε, με πρώτη την πιστή σύντροφο της ζωής σου, ένα με
παρηγορεί. Δεν θα είναι δα και πολύ μακρύς ο χρόνος μέχρι να ξανασμίξουμε! Σε
καλύτερους τόπους και με καλύτερες συνθήκες.
Φίλε, κράτα μου θέση δίπλα σου.
Έχουμε τόσα να πούμε, που αφήσαμε μισά κι ατέλειωτα εδώ.
Καλό σου ταξίδι Ζαχαρούλη μου
κι εκεί που πάς να… προσέχεις!
Όπως όλοι γνωρίζουμε πλέον, ο DrBaroufakisείναι αναμφιβόλως ένα χαρισματικό
άτομο. Ευφυής, ετοιμόλογος και, πάνω απ’ όλα, θρασύς. Θαυμάσιος χειριστής
γλώσσας και αερολογίας, που αν η μαεστρική ικανότητά του αυτή μεταφραζόταν σε κινήσεις
χεριού θα είχαμε προ οφθαλμών έναν έξοχο… παπατζή. Το ταλέντο του στο ανακάτεμα
λέξεων χωρίς να βγαίνει σαφές νόημα είναι μοναδικό. Τις ανακατεύει στην «κατσαρόλα»
του νου του, τις διασκορπίζει στο ακροατήριο και όποιος κατάλαβε… κατάλαβε!
Συνήθως καθένας τον ερμηνεύει κατά το δοκούν και όπως τον συμφέρει.
Αυτού του
είδους την ασάφεια -αρλουμπολογία ισχυρίζομαι εγώ- την έχει αναγάγει σε επιστήμη,
την αποτύπωσε σε βιβλίο που συνέγραψε μαζί με κάποιον άλλον καθηγητή, μάλλον
ομοίου φυράματος, ονόματι ShaunHargreaves-Heap, και
τίτλο: «GAMETHEORY».
Από
πολλών μηνών οικονομικός σύμβουλος του νεαρού και άπειρου κ. Τσίπρα, κατάφερε
με τον στόμφο και την κουλτουριάρικη ασυναρτησία του, αυτή που ο ίδιος ονομάζει
-όπως όλοι μάθαμε πλέον- «δημιουργική ασάφεια», να μαγέψει το «αριστερό τσούρμο»,
το οποίον όπως διαπιστώνεται δεν το διακρίνει ούτε μόρφωση, (αιώνιοι φοιτητές,
μη κάτοχοι πτυχίου, κ.λπ.), ούτε ιστορική γνώση, (Πολωνοί σύμμαχοι Χίτλερ), ούτε δυνατότητα διακυβέρνησης. Και
βεβαίως δεν διαθέτει ουδεμία γνώση και επαφή με τη σύγχρονη οικονομική
πραγματικότητα, (προσκόλληση σε Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν).
Έτσι,
προσήλθε στην διαπραγμάτευση με τους εταίρους, έχοντας πείσει το «τσούρμο» γιά
νέο λουκ, (όχι γραβάτες, πουκάμισα έξω και το καλοκαίρι, ίσως, σαγιονάρες και
σορτσάκια), νέα ονοματολογία, (όχι τρόικα, αλλά θεσμοί), όχι διαπεγμάτευση σε Υπουργεία,
(γκαράζ και δωμάτια ξενοδοχείων -ίσως και ρουφ γκάρντεν, άμα φτιάξει ο καιρός),
και γενικά μία διαπραγμάτευση εντελώς διαφορετικού τύπου. Όχι μόνο σε σχέση με
ό,τι γινόταν προηγούμενα, αλλά πραγματικά εντελώς πρωτοποριακή και πρωτοφανής
στα παγκόσμια χρονικά.
Με αυτόν τον τρόπο, τον
οποίο βάσισε στις απόψεις του GAMETHEORY,
θέλησε να αιφνιδιάσει, να θαμπώσει και πάνω στη δημιουργούμενη αδράνεια του
σοκ, ν’ «αρπάξει» το «χαρτί» από την πράσινη τσόχα και να την «κοπανήσει»,
αφήνοντας τους… συμπαίκτες του άναυδους, απορημένους και… χαμένους! Δυστυχώς γι’
αυτόν, ο περίφημος Έλλην χαρτοπαίκτης Νίκος
Δάνδολος, ο γνωστός «NicktheGreek», δεν ζει γιά να επωφεληθεί από τις θεωρίες του
ατσίδα Dr και ο κλήρος έπεσε στον άπειρο… «AlextheGreek». Αυτός γνωρίζοντας προφανώς πως
με τη φορά των πραγμάτων ήταν υποχρεωμένος μοιραία, ή να κάνει… «κωλοτούμπα», ή
να ποντάρει σε άλλο «φύλλο». Σαν γνήσιος κι εκείνος χαρτοπαίχτης, αλλά κακός
μπλοφατζής, (ο ίδιος μίλησε στον Μίκη περί… στρατηγικής), επέλεξε να ποντάρει τα
ρέστα του στη μέθοδο… Baroufakis!
Όποιος
έχει πιάσει στα χέρια του τράπουλα κι έχει παίξει πόκερ και τα συναφή,
θα ξέρει καλά πως πολλές φορές το ισχυρό
φύλλο μπορεί να χάσει -παραιτούμενο- από την ψυχολογία του αντιπάλου. Η
ψυχραιμία, η τόλμη και η αποφασιστικότητα στο μπλοφάρισμα πολλές φορές κάνουν «άσους»
και «ρηγάδες» να τρέπονται σε φυγή από τα… «εφτάρια». Όμως γιά να συμβεί κάτι
τέτοιο θα πρέπει οι παίκτες στο τραπέζι να είναι, ή τουλάχιστον να φαίνονται,
"ισοϋψείς" και "ισοδύναμης ισχύος", προκειμένου να περάσει το ρίσκο μπλόφας και
τυχοδιωκτισμού.
Επειδή όμως οι αντίπαλοι δεν
είναι «χαϊβάνια», όπως υποτιμητικά τους θεωρήσαμε, άντεξαν στο αιφνιδιασμό του «χτυπήματος»
Baroufakis και δεν "τσίμπησαν". Ψυλλιάστηκαν την αφελή κομπίνα της άσφαιρης μπλόφας, επιφυλάχτηκαν και… φυλάχτηκαν. Διάβασαν το… σύγγραμμά του,
είδαν πώς βαδίζει και πως βαδίζουμε ξυπόλυτοι στ’ αγκάθια, αφού παίρνουμε τα ψιλά από τα κάλαντα
των "πιτσιρίκων" γιά να την βγάλουμε, και… αντεπετέθησαν πληρώνοντάς μας με το ίδιο νόμισμα.
Φρονώ πως τώρα μας κάνουν και πλάκα, αφήνοντάς μας να «μπουρδουκλωνόμαστε» και
να πελαγοδρομούμε μόνοι μας και πειναλέοι, σε μία τάχα διαπραγμάτευση. Τα
αποτελέσματα ήδη γνωστά!
Συνεπώς, δεν είναι
καθόλου περίεργος ο τελικός παραγκωνισμός του επικίνδυνου ναρκισσιστή ατσίδα, ο
οποίος με τις επικίνδυνες πρωτοτυπίες και παραδοξολογίες του οδηγούσε την χώρα στο
γκρεμό. Ας μην παρασύρεται κανείς από τις δικαιολογίες που μας σερβίρει ο
αντίστοιχος αφελής προπαγανδιστής «Γεωργαλάς» του Τσίπρα. Του λοιπού πλέον, ο «DrΑτσίδας» θα απολαμβάνει την εμπιστοσύνη
του Πρωθυπουργού από τα βάθη του… «καταψύκτη» και το παιχνίδι θα παιχτεί
αλλιώς. Πιό σαφές, πιό ρεαλιστικό και, δυστυχώς, πιό δυσάρεστο γιά όλους.
Η φιλοσοφία παροχής συντάξεως
επιβίωσης στους απόμαχους της εργασίας στηρίζεται στο εξής απλό: Δημιουργείται ένας
«κουμπαράς», στον οποίον μπαίνουν εισφορές και από τον οποίο βγαίνουν συντάξεις.
Τον τροφοδοτούν εργαζόμενοι, εργοδότες και κράτος. Η κρατική συνεισφορά λειτουργεί
ως σταθεροποιητικός παράγων του ύψους των συντάξεων, καθ’ ότι οι εισφορές των
δύο πρώτων ποικίλλουν, κλιμακώνονται και υπόκεινται και σε αστάθμητους παράγοντες,
ανάλογα με την πορεία της Οικονομίας. (Πληθωρισμός = ΑΤΑ, παχιές αγελάδες = ανάπτυξη,
πρόοδος, ισχνές αγελάδες = ύφεση, ανεργία). Όμως το κράτος πρέπει να παρέχει
ασφάλεια και σταθερότητα συντάξεων. Αυτό που λέμε: - « Το κράτος εγγυάται….».
Αυτός όμως ο μηχανισμός αφορά μόνο τις κύριες, τις βασικές
συντάξεις, αφού υπάρχουν και οι λεγόμενες «επικουρικές», στις οποίες το κράτος
δεν… «παίζει». Εκεί, η κάθε συντεχνία συστήνει δικό της Ταμείο, ρυθμίζει πρόσθετες
εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων και από αυτά που εισπράττει παρέχει πρόσθετη
σύνταξη στους μετόχους του. Αυτή λέγεται «επικουρική». Σ’ αυτή τη διαδικασία το
κράτος μετέχει μόνον ως υψηλός επιβλέπων και η όλη ιστορία αφορά την κάθε
συντεχνία. Έτσι η κάθε συντεχνία ρυθμίζει τα του οίκου της και οι παρεχόμενες
συντάξεις ποικίλλουν, ανάλογα με την ευρωστία του κάθε Ταμείου.
Βάσει των
ανωτέρω, είναι προφανές πως το ύψος των επικουρικών συντάξεων έχει άμεση σχέση
με την αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους, (όσο μεγαλύτερο το πηλίκον,
τόσο υγιέστερο το Ταμείο), το πλήθος των εργαζομένων και τη συνέπειά τους στην
καταβολή εισφορών. Εννοείται πως σε χαλεπούς καιρούς η ανεργία και η ανέχεια
ροκανίζουν τα αποθεματικά και φαλκιδεύουν τις συντάξεις, ενώ στις καλές εποχές τις
αυξάνουν!
Συνεπώς, όταν η κοινωνία δουλεύει και
προκόβει, μπορεί μιά επικουρική σύνταξη να υπερβαίνει την κύρια, οπότε όλα
είναι ωραία και καλά! Όμως στα δύσκολα
χρόνια που περνάμε και με δημιουργημένα πλαφόν, τα επικουρικά ταμεία αδειάζουν
με ρυθμό πολυβόλου καθώς εισρέουν λίγα και μίζερα και εκρέουν πολλά και
αδικαιολόγητα. Οπότε με συνέχιση τέτοιου ρυθμού λειτουργίας των επικουρικών
ταμείων η χρεωκοπία τους είναι βεβαία και μόνο ερωτηματικό το πότε θα συμβεί. Έτσι στο
σχετικό SOSπου εκπέμπουν καλείται το κράτος,
ήδη μπατιρημένο, να βάλει πλάτη! Κάτι που, φυσικά, είναι αδύνατον.
Βεβαίως οι συνταξιούχοι-ασφαλισμένοι προβάλλουν το
λογικοφανές επιχείρημα: -Αφού πληρώσαμε, γιατί να περιορίσουμε, ή και να χάσουμε
τα δικαιώματά μας;
Η απάντηση είναι δυσάρεστη, αλλά απολύτως λογική. Είναι η
ίδια που δίνεται σε κάθε δικαιούχο πτωχεύοντος οφειλέτη. Είτε αυτός είναι ιδιωτική
επιχείρηση, είτε δημόσιος οργανισμός, είτε ασφαλιστικό ταμείο. Απλή, αφοπλιστική
και αναγκαστικά αποδεκτή: -«Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος»! (Η κλασσική
ένσταση του Μενίππου). Δηλαδή: - «Δεν σου δίνω γιατί… δεν έχω»! Στο σημείο
αυτό, το κατασυκοφαντημένο mailΧαρδούβελη
έλεγε κάτι δυσάρεστο μεν, αναπόφευκτο δε. Συνέδεσε την καταβολή των επικουρικών
συντάξεων με το εκάστοτε περιεχόμενο του ταμείου του… Ταμείου. Πολλά έχει,
πολλά θα δώσει, λίγα έχει, λίγα θα δώσει, αέρα έχει, αέρα θα δώσει! (Κάτι ξέρει επ’
αυτού ο σοφός γερομέντορας που σπούδασε μισή ζωή Στατική, γιά να εμπεδώσει
στέρεα μέσα του το «Κεφάλαιο» του Μαρξ!).
Με απλά λόγια, αυτό θα πει «ΡΗΤΡΑ
ΜΗΔΕΝΙΚΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ»!
Το κράτος γιά ν’
ανακατευτεί στην υπόθεση θα πρέπει να βάλει… λεφτά. Απ’ αυτά που δεν έχει και
ζητιανεύει απαιτητικά και τσαμπουκαλίδικα να του δώσουν- καλά και σώνει- οι δανειστές-εταίροι (και όχι
συνέταιροι στο μπεζαχτά τους): - «Δώ μου δανεικά, ρε πού…η»!
Χαρακτηριστικά θυμάμαι τον
γραφικό σαλιάρη, σχετικό Υπουργό σήμερα, να απαντά σε όσους δημοσιογράφους απορούσαν
γιά το πού θα βρει τα χρήματα να κρατήσει σταθερό το ύψος των συντάξεων, να απαντά
με βεβαιότητα και ύφος:
- «Θα τα βρούμε. Θα κόψουμε το λαιμό μας και θα τα
βρούμε»! Η στήλη περιμένει να… τηρήσει την υπόσχεσή του. Όλο και κάποιος
τζιχαντιστής θα βρεθεί διαθέσιμος να τον βοηθήσει, μέσα στα μιλιούνια των λαθρομεταναστών που
μπουκάρουν ανεξέλεγκτα στη χώρα γιά να… λιαστούν.
Και όποιος
θεωρεί πως στο θέμα υπάρχει άλλη λύση, πλανάται και πλανεύει. Ας ευχηθούμε η λογική που, αναγκαστικά, θα επικρατήσει στις επικουρικές, να μην περάσει και στις κύριες. Γιατί από την αρχή του μνημονίου ακούγαμε ψιθύρους περί... 320 ευρώ και τους θεωρούσαμε παραμύθια. Αν μάλιστα καταντήσουμε και σε κάτι τέτοιες, (με τη δραχμή σίγουρα και πιό κάτω), εμείς οι συνταξιούχοι δεν θα μπορούμε ν΄αγοράσουμε ούτε το σκοινί γιά να κρεμαστούμε.