Δευτέρα 29 Απριλίου 2019

Κόκκινες πινελιές, σε σταχτί φόντο...


Αποτέλεσμα εικόνας για τρικυμία         


                «ΗΤΑΝ ΕΝΑ ΜΙΚΡΟ ΚΑΡΑΒΙ………»       



-          Σπέρνει νιφάδες κάτασπρες, ο γκρίζος ουρανός,

      σαν εκκρεμές ξεκούρντιστο παλινδρομεί η καρέκλα,

      παλιά, βιεννέζα, ψάθινη κι ο γέρος καθιστός

      αναπολεί και μπλέκεται στης θύμησης τα πέπλα.



-          Στο παραθύρι του σιμά, κοιτάζοντας τη φύση,

      η σκέψη φεύγει ελεύθερη και τρέχει και πετά

      σ’ όλα όσα έζησ’ έντονα κι όσα ΄θελε να ζήσει.

      ταξίδια, πάθη, έρωτες στα χρόνια τα μεστά.



   -    Τις εμπειρίες που, κανείς, άνθρωπος μετρημένος

         δεν μπόρεσε να φανταστεί ότι μπορεί να νοιώσει,

         με το κρασί των δυνατών, μονίμως, μεθυσμένος

         τ’ άκρα της γης, τις εσχατιές, κατάφερε να ενώσει.



-          Πλάνεψε και πλανεύτηκε απ’ τη μικρή γοργόνα

       στην άκρη κάποιου λιμανιού, τί ματαιοδοξία!

       κι άφησε μια ζεστή φωλιά, την πετροχελιδόνα.

       Μι’ αγάπη σκόρπισε, βορά, στη λήθη κι απαξία.



-          Στο χωνευτήρι της ζωής, αλέθοντας τα χρόνια

      της ουτοπίας εραστής, εξ απαλών ονύχων,

      μήτε που το κατάλαβε πως φτάσανε τα χιόνια

      κι η νιότη πως ξεθώριασε, καμπάνα δίχως ήχον.



-          Στις θάλασσες του Αdaman, σαν μπλε μαργαριτάρι,

      το Phuket το μαγευτικό, ξένοιαστο κολυμπάει,

      στην πορφυρένια δύση του μιά ζόγκα όλο χάρη,

      αγέρωχη,  στην πυρκαγιά του ορίζοντα γλιστράει.



  -     Στο ανακάτεμα του νου, ανέβαινε στο Bromo,

        ένα ροδόστικτο πρωί, καβάλα σ’ ένα πόνυ,

        τοπίο σεληνιακό, θειάφι στρωμένο δρόμο

        με τ’ άλογο στο ηφαίστειο, αργά να σκαρφαλώνει.



-          Μπαλκόνια ξύλινα, μπαρόκ, στα κτίρια της  Lima

      και αγκαλιές διακριτικές στου « Έρωτα το Πάρκο»

      το «πέταγμα του Κόνδορα», το βλέμμα, η παντομίμα,

      κεραμικά ερωτικά, απ’ το Μουσείο του Larco.



  -    Τρέχει το πούλμαν, βιαστικό, στις γέφυρες του Τάγου

        στ’ αυτιά ηχούν, δραματικά, οι νότες απ’ τα  fados

        κι όπως το δάκρυ αργοκυλά, σαν με ραβδί ενός μάγου

        στο καρναβάλι χάνεται, το ξέφρενο στο Santos.



-          Μ’ ένα ποτήρι κόκκινο κρασί από το Porto,

      σ’ ένα υπόγειο καπηλειό, μιά νύχτα στην Alfama

      με της Αμάλια τη φωνή, σπαραχτική στο άλτο

      ζωή και θάνατος, θολά, φλερτάριζαν αντάμα.              

         

-          Πότε χαμένος, σκυθρωπός, στα ορυχεία του Potosi

      της «πάτσα μάμα» χάζευε των Ινδιάνων μάγια,

      του Viracocha το ιερό, τη μάσκα τη χρυσή,

      πότε βολτάρει, σκεφτικός, στα ντόκς στην Ushuaia.



  -     Ξεστρατημένες φάλαινες που βγήκαν στη Valdes,

         παγόβουνα θεόρατα, οι σάρκες του Moreno,

         στο νου γυρίζουν έντονα, φαντάζουν όλα χθες

         νοσταλγικά στριμώχνονται στης θύμησης το τραίνο.



-          Ευλαβικός προσκυνητής, στου Bali τη μαγεία,

      κράταγε νύχτες άγρυπνος, μιλώντας με τ’ αστέρια,

      βουντού, πορείες, τελετές και σε τοπία θεία,

      χοροί, κινήσεις, έκφραση στα μάτια και τα χέρια.



  -     Τα χρόνια κύλαγαν, νερό, κι ήρθεν η ωριμότης,

         δρόμοι χαράκτηκαν, τροχιές, είν’ η ζωή μεγάλη

         που αντί να σβήσει, ξέθαψε τα σφάλματα της νιότης,

         μ’ ανθίζουν πάλι τα κλαδιά, βγαίνει ο ήλιος πάλι!



-          Μια νύχτα καλοκαιρινή, του φεγγαριού τ’ ασήμια

      στης Ταϊτής, απλόχερα, τη γη διασκορπισμένα

      σπάταλα σκέπαζαν, σοφά, του κόσμου κάθε ασχήμια

      και μοιάζαν όλ’ αγγελικά, απ’ τον Gauguin πλασμένα.



  -     Πως θα ’θελε  να ξόκειλε, γιά μιά βραδιά στο Rio,

         στο καρναβάλι το τρελό, με μιά θερμή μουλάτα,

         σ' ένα κορμί σοκολατί, διαβολεμένο μπρίο.

         Θα ’θελε, μα αλίμονο, τα νιάτα είναι φευγάτα.



-          Στου Xian περιδιαβαίνοντας τον πήλινο στρατό,

      σ’ υδραργυρένιους ποταμούς με διαμαντένια αστέρια

      του Χαν, που νόμιζε ο μωρός, της μοίρας το γραφτό

      μπορεί ν’ αλλάξει «πλάθοντας» την τύχη με τα χέρια.



  -     Φάτσες απόκοσμες, γλαρές, στην κάμαρα παντού

         καθείς στον κόσμο του, βουβός, το χόρτο να φουμάρει

         με θολωμένο το μυαλό, ψηλά στην Katmadu,

         φαντάζεται έρωτες τρελούς, αυτός με την Kumari.



 -     Υφαίνει η σκέψη τον ιστό, γέρμα  στη Srinagar

        μ’ αρώματα μεθυστικά, με ήχους οριαντάλ,

        μαχαραγιάς, με το μυαλό, στους κήπους Salimar

        με μιά «sikara», ξέσκιζε στα δυό τη λίμνη Dal,



-          που φάνταζε σαν ψεύτικος καθρέφτης ξαπλωμένος,

      απιθωμένος στοργικά, στις ρίζες των βουνών

      με σκάφη ξύλινα, κομψά, βαθιά χαρακωμένος

      και πληγωμένος, καίρια, απ’ τις βούτες των αετών.



  -     Νύχτες ξαγρύπνησε, στητός, στου Taj Mahal τον θρύλο,

         του Sah Zahan  θαυμάζοντας την άμετρη λατρεία,

         αγάπη ανεπανάληπτη στης ιστορίας τον μύλο.

         Μοιραία, καθοριστική στου κόσμου την πορεία.



-          Γιατί γυρίζουν, σαν τρελό κοντέρ ολοταχώς,

      χρόνια, αιώνες στη στιγμή και στο Καρνάκ τον φτάνουν,

      Αρχιερέα στον ναό του Amen! Δυστυχώς!!

      Δολοπλοκίες κι ίντριγκες, κάποια στιγμή ξεκάνουν.



  -     Ξανάρχεται στη σιωπηλή του Ankor την πολιτεία,

         κουβέντα πιάνοντας ψιλή με μιά γλυκιά  «Apsara»,

         να πάρει θέλει μυστικά, να βρει τη γοητεία,

         του ξεχασμένου ιερού να σπάσει την κατάρα.



-          Κι αν είν’ αυτό το τυχερό, πάλι να ξαναζήσει

      σ’ αυτό τον κόσμο τον πεζό, αν έχει τέτοιο γούρι

      και πρέπει, οπωσδήποτε, ξωπίσω να γυρίσει,

      ας ήταν, Θεέ μου, μπορετό να βγει στη Σινγκαπούρη.



  -     Βάρυναν πιά τα βλέφαρα, μα ξάφνου αλαφραίνει,

         μπροστά του τα Ιμαλάια, τα πιό ψηλά βουνά,

         έτσι που νοιώθει ανάλαφρος κι αρχίζει ν’ ανεβαίνει,

         τα ξέρει. τα ’χει ξαναδεί, … μα εδώ τα προσπερνά!



 -     Ποιά δύναμη τον κυβερνά, γιά πού τον διαφεντεύει,

       ακόμη και το Everest το βλέπει χαμηλά,

       όλα τριγύρω απόμακρα, η Γη όλο κι αλαργεύει,

       τα μάτια του σφαλίστηκαν, μ’ αυτός χαμογελά!



  -     Τα όνειρα που, συνεχώς, κυνήγαγε να πιάσει,

         μα όλο κάτι τύχαινε κι εκείνος πάντα πίσω,

         τώρα τα βλέπει δίπλα του, κοντεύει να τα φτάσει.

         - «Σταθείτε, μη ξεκόβετε, έρχομαι! Δεν θ’ αργήσω»!!







             

          

Σάββατο 27 Απριλίου 2019

Περιμένοντας την "Ανάσταση".



Η "Ανάσταση" του Ελ Γκρέκο

   Έπρεπε να φτάσω στο γέρμα του βίου, έχοντας γευτεί όλες τις χαρές και όλες τις λύπες του. Από την γλυκύτερη επιτυχία ως την πικρότερη αποτυχία. Να πετάξω στα ύψη και να βουλιάξω στα βάθη.  Να πανηγυρίσω περιφανείς νίκες και να μουδιάσω κάτω από ταπεινωτικές ήττες. Να γνωρίσω τον έρωτα, την αγάπη αλλά και την εγκατάλειψη και την προδοσία. Να "κεντήσω" όνειρα και να "γκρεμίσω" όνειρα. Να νιώσω της ευεξία και τον πόνο, την αφθονία και την στέρηση, την ελπίδα και την απελπισία, την αισιοδοξία και την απογοήτευση, το κέρδος και την ζημιά, την εύρεση και την απώλεια, το δίκιο και την αδικία, την αναγνώριση και την αχαριστία, την Ζωή και τον Θάνατο. Έπρεπε να φτάσω στο τέρμα αυτών των συστατικών της ζωής, που -όλα μαζί- στοιχειοθετούν ό,τι -με τρεις λέξεις- ονομάζουμε «ματαιότητα των εγκοσμίων», γιά να στραφώ με περισσότερη προσοχή, ευλάβεια και σεβασμό προς τον Θείο και να συνειδητοποιήσω την τεράστια αξία και πνευματική υπεροχή του Χριστιανισμού πάνω σε όλες τις υπόλοιπες εκφάνσεις, υπομνήσεις, εμφανίσεις και αποκαλύψεις του Θεού στον κόσμο που «έχτισε» και ιδίως στο τελειότερο -αλλά και ατελέστερο λόγω παθών- δημιούργημά Του, τον Άνθρωπο. Να συγκεκριμενοποιήσω και σκιαγραφήσω μέσα μου αυτό που συμβατικά αποκαλούμε: «Θρησκεία». Να την διαχωρίσω, απομονώσω και διατηρήσω απρόσβλητη και αμόλυντη -ως κόρην οφθαλμού- από  τις υπερβολές, τα λάθη και τις αστοχίες των επίγειων λειτουργών της, οι οποίοι -στο βάθος τους- δεν είναι τίποτα περισσότερον από απλοί άνθρωποι. Με πάθη, ελαττώματα και ανάγκες. Δυστυχώς, σ' αυτήν τη κατάληξη άργησα, αλλά -ευτυχώς- πρόλαβα!

   Σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που μ’ αξίωσες να βιώσω όσα εβίωσα και να καταλάβω, επί τέλους,.... αυτά που θα έπρεπε να είχα καταλάβει από καιρό.
               

Παρασκευή 26 Απριλίου 2019

"Αι γενεαί πάσαι..."

Η κορύφωση του Θείου Δράματος



   Λένε πως οι πιό σκοτεινές στιγμές της νύχτας είναι λίγο πριν το ξημέρωμα. Την νύχτα την βιώνουμε -και δυστυχώς κρατάει πάρα πολύ- με μία παρατεταμένη Σταύρωση, αλλά πολύ φοβάμαι πως το ξημέρωμα με την πολυπόθητη πραγματική Ανάσταση, μάλλον αργεί ακόμη. Έτσι, παραφράζοντας τους καβαφικούς "Βαρβάρους", η συμβατική θρησκευτική Ανάσταση... "είναι μιά κάποια λύση". Οι πολλοί και άτυχοι θα βολευτούν μ' αυτήν, οι λίγοι και τυχεροί θα την... ευχαριστηθούν κιόλας.

Πέμπτη 25 Απριλίου 2019

"Σήμερον κρεμάται επί ξύλου..."



   Εμπνεόμενος από το Θείο Δράμα και την παραδειγματική καρτερία του Θεανθρώπου στο ανθρώπινο μαρτύριο, εύχομαι σε κάθε αναγνώστη αυτής της στήλης να βρει εκείνες τις ψυχικές δυνάμεις που θα του επιτρέψουν ανάλογη υπομονή και αντοχή στα μεγάλα προσωπικά του προβλήματα.
   Με την βοήθεια του Θεού να δουν, τελικά, αναστημένες τις χαμένες ελπίδες και τα ανεκπλήρωτα όνειρά τους.
   Καλό Πάσχα σε όλους.

Τετάρτη 24 Απριλίου 2019

Και η ζωή συνεχίζεται...


«Dancing to the end of love».


   Όταν μιά αγάπη πεθαίνει, με όποιο τρόπο κι αν συμβεί αυτό, (απάτη, εγκατάλειψη, φθορά ή θάνατος), μαζί με το κρύο συναίσθημα που ξεμένει -γιά να θυμάσαι, πονάς και νοσταλγείς- είναι αυτό το τραγούδι του αλησμόνητου Leonard Cohen. Βολέψου, λοιπόν, μ’ αυτό και συνέχισε τ’ ανηφόρι σου!