Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2013

Θόδωρος Αγγελόπουλος, Μιά αλλιώτικη μαρτυρία.


Μικρό αφιέρωμα στη μνήμη του.

   Λίγο καθυστερημένα, σε σχέση με την επέτειο της «αναχώρησης», (24/1/2012), του μεγάλου Έλληνα σκηνοθέτη γιά το χώρο που δικαιωματικά του ανήκει, την αιωνιότητα, καταθέτω ένα μικρό, ασήμαντο περιστατικό ως εύθυμο αντίβαρο στην θλίψη που προκάλεσε ο άδικος χαμός του. Μιά θλίψη που ακόμη δεν έχει σβήσει.

   Η ανάρτηση αυτή παραμελήθηκε γιά λίγο, «σκεπασμένη» από πιό επείγοντα θέματα. Όμως δεν ξεχάστηκε, όπως τα στικάκια και τα CD, τα καταχωνιασμένα στα διάφορα υπουργικά γραφεία!

   Ας σημειωθεί πως δεν ανήκω στους ένθερμους … θιασώτες (!) της δουλειάς του, όχι γιατί δεν τον αναγνωρίζω ως μεγάλο, σχεδόν τεράστιο, αλλά απλώς γιατί στον κινηματογράφο προτιμώ την γοργή κίνηση, ροή και δράση από την στατικότητα που χαρακτήριζε τη σκηνοθετική του φιλοσοφία και απλωνόταν διάχυτη στα έργα του. Την περίσκεψη την αναζητώ αλλού. Εννοείται πως αυτό δεν αποτελεί κριτική, ούτε απόρριψη. Απλά αποτελεί προτίμηση, την οποία, μάλιστα, είχα την ευκαιρία, στη μοναδική φορά που τον γνώρισα προσωπικά, να του αναφέρω. Συνεσταλμένα στην αρχή, φοβούμενος οργισμένη αντίδραση, γεγονός όμως που δεν ήρθε ποτέ. Χαρακτηριστικό σημάδι των μεγάλων, η ανοχή και αντοχή στην αντίθετη άποψη. Και ο Αγγελόπουλος υπήρξε όχι μόνο μεγάλος, αλλά τεράστιος.

   Ένας αγαπημένος εξάδελφος, ο οδοντίατρος Θανάσης Βήλος, με τον οποίο τώρα θα χαριεντίζονται στον Παράδεισο, υπήρξε συμμαθητής του στο Β’ Γυμνάσιο. Στην ίδια τάξη με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο και μιά πλειάδα άλλων αξιόλογων ανθρώπων που η μνήμη μου αρνείται πεισματικά να ανακαλέσει τώρα στο προσκήνιο, αν και πολλάκις ο Θανάσης τους ανέφερε.
   Η οικογένεια Βήλου διαθέτει παραθαλάσσιο εξοχικό στην ίδια πόλη που κατοικώ, μόνιμα πλέον, το οποίο ο Αγγελόπουλος συχνά επισκεπτόταν μαζί με τη γυναίκα του. Βλέπεις οι παλιές φουρνιές ανθρώπων είχαν το…. ελάττωμα να κρατούν μαθητικές φιλίες, εκτίμηση, σεβασμό, ν’ ανταλλάσσουν επισκέψεις και να «γεύονται» όλα εκείνα τα «παρωχημένα» που δικαιώνουν τη λαϊκή ρήση, «ο παλιός είν’ αλλιώς»!
   Μιά φορά, 4-5 χρόνια πριν, με αφορμή την διαμόρφωση κάποιων αρχιτεκτονικών στοιχείων σε εξοχικό που έχτιζε τότε ο Αγγελόπουλος, ο Βήλος τον έφερε ένα κυριακάτικο πρωινό στο σπίτι μου. Να μου τον γνωρίσει και ίσως πάρει κι αυτός καμιά ιδέα. Μιά σύντομη επίσκεψη που εξελίχτηκε σε μακρόχρονη συνάντηση… μακαντάσηδων, με την καταλυτική συνδρομή ούζου και τη συνοδεία διαφόρων μεζέδων, γνωστών επί το λαϊκότερον ως «ουζομπινελικίων»!

   Ο Θόδωρος, στην καθημερινή συμπεριφορά και την εκφορά του λόγου, είχε ακριβώς το στυλ που πρόβαλε ανάγλυφο στα έργα του. Αργό. Όμως όταν άνοιγε το στόμα του έβγαζε … θησαυρούς! Χρόνο να είχες να τον ακούς, αφού η περιγραφή της επαφής του με πρόσωπα μυθικά στο κοινό, όπως ο Μαστρογιάνι κι η Κατρίν Ντενέβ, που τους κατέβαζε στη συζήτηση, σαν κοινούς θνητούς, απλούς κι ανθρώπινους, με πάθη, προσόντα κι ελαττώματα και τους ανακάτευε με τσίρους, ούζο και ντολμαδάκια, σε μάγευε και σε καθήλωνε, καθηλώνοντας ταυτόχρονα και τον χρόνο, όπως έκανε και στα έργα του.

   Κάποια στιγμή, ο μπόμπιρας εγγονός μου, ελεεινός και τρισάθλιος ως συνήθως, πασαλειμμένος με χώματα και λάσπες, παράτησε το ποδήλατο και τα κλαψουρίσματα από την πολλοστή πτώση και τα γδαρσίματα και παρακινημένος από τη μάνα του, (ευγενικά σπρωξίματα και ίσως και κάποια μουλωχτή τσιμπιά από πίσω), έσκασε μύτη, γκρινιάζοντας, στη βεράντα.
   - Έλα Αρούλη μου να σου γνωρίσουμε τον κύριο Θόδωρο Αγγελόπουλο, τον σκηνοθέτη που γυρίζει ταινίες!
   Ο μικρός σατανάς, 6-7 χρονών τότε, σώπασε αμέσως και στεκόταν συνεσταλμένος και βουβός, (περιέργως), κοιτώντας τον Αγγελόπουλο επίμονα στα μάτια. Ίσως και δύσπιστα. Ξαφνικά, και χωρίς ν’ αρθρώσει λέξη, την κοπανάει και μπαίνει τρέχοντας στο σπίτι.
   - Ωχ΄ πάλι μας έκανε ρεζίλι ο μπάσταρδος, είπα, προσπαθώντας να δικαιολογήσω την κατάσταση. Οι άλλοι δεν είπαν τίποτα, απλά θα σκέφτηκαν το ίδιο.
   - Ε΄ καλά, έτσι είναι τα μικρά, προσφέρθηκε να μας βγάλει από τη δύσκολη θέση ο Θόδωρος.
   Όμως πριν το θέμα ξεχαστεί κι η παρέα ξαναπιάσει το νήμα της ενδιαφέρουσας συζήτησης, εμφανίζεται πάλι ο μικρός, κουβαλώντας μιά κασέτα. Απ’ αυτές με τα παιδικά παραμύθια που έσερνε πάντα μαζί του, σαν τη γίδα το τομάρι, και είχαμε σκυλοβαρεθεί να την ακούμε! Η κασέτα, μαλλιά-κουβάρια, ξεκοιλιασμένη και με το περιεχόμενό της να σέρνεται κάτω, σαν αποκριάτικη σερπαντίνα. Ο μικρός στέκεται μπροστά στον Αγγελόπουλο, φοράει ένα αθώο παρακλητικό ύφος και μ’ ένα γλυκό χαμόγελο του λέει:
   - Κύριε Θόδωρε, μήπως θα μπορούσατε να γυρίσετε κι εμένα αυτή την ταινία; Μου χάλασε και δεν μπορώ εγώ. Είμαι μικρός.

   Κάθε φορά που ακούω να μνημονεύεται το όνομά του, έρχεται στο νου μου η σκηνή με τα αβίαστα και τρανταχτά γέλια του μεγάλου σκηνοθέτη μας.
   Αιωνία η μνήμη του!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου