Με μεγάλη μου έκπληξη και αφάνταστη χαρά, πληροφορήθηκα πως ακόμη ζει ένας
μεγάλος, ίσως ο μεγαλύτερος θρύλος του παλιού και καλού ελληνικού τραγουδιού, ο
Φώτης Πολυμέρης. Ο τραγουδιστής και συνθέτης
που κυριάρχησε στο χώρο του γιά χρόνια και γαλούχησε μουσικά αρκετές γενιές.
Μαζί και τη δική μου.
Γεννημένος την Καθαρά Δευτέρα του 1920, αν και ψυχή τε και σώματι Κεφαλλωνίτης, στην Πάτρα, κρατιέται ακόμη σαν ακλόνητος βράχος στη
ζωή, όπως κρατιόνται άσβεστα στη μνήμη και, προ πάντων, στη ψυχή μας τα τραγούδια
του. Με την κιθάρα στο χέρι και με φωνή που συναγωνιζόταν σε γλυκύτητα το χαμόγελό
του, συνόδεψε τραγουδιστικά τα βήματά μας, οδηγώντας τα από την παιδιάστικη αφέλεια
στην αντρική ωριμότητα, περνώντας μας μέσα από τον ρομαντισμό της εφηβείας. (Έναν
ρομαντισμό που σε κάποιους από εμάς «κατάντησε» σκιά και δεν μας εγκατέλειψε ποτέ).
Γιά αρκετά πράγματα, οι παλαιότεροι, θα πρέπει να λυπούνται τις σημερινές
γενιές, καθώς κι αυτές που έρχονται. Βασικά επειδή δεν μπορούν να γνωρίσουν, να βιώσουν
και να νοιώσουν κάποια πράγματα που πέρασαν ανεπιστρεπτί και μιά πιό ανθρώπινη ατμόσφαιρα που χάθηκε διυλισμένη μέσα στη εξέλιξη,
που λειτουργεί καταπιεστικά, συνθλίβοντας τους νέους όχι σαν δύο, αλλά πάμπολλες
Συμπληγάδες.
Γενιές που καλούνται να ζήσουν, αξιώνοντας αξιοπρέπεια, εν μέσω δυσθεώρητων
οικονομικών προβλημάτων που δεν δημιούργησαν αλλά κληρονόμησαν. Με την τεχνολογία
να γεννά περισσότερα δεινά από όσα αποσοβεί, με το λαϊκισμό να εκχυδαΐζει στόχους
και όνειρα και την δημαγωγία να «τρελαίνει» την πυξίδα του προσανατολισμού τους.
Με ηθικό περιβάλλον το τέλμα της σήψης και διαφθοράς και καθημερινό περίγυρο
το νέφος, την κυκλοφοριακή ασφυξία, την ανεργία και την αγωνία της επιβίωσης,
καλούνται να «κολυμπήσουν» στη ζωή μέσα σε άδεια πισίνα μιάς ζοφερής πραγματικότητας.
Σ’ αυτό το άθλιο κι απάνθρωπο status qvo, επιμένω αιθεροβατώντας, πως μερικές από τις σημαντικότερες «αναπηρίες»
με τις οποίες οι νέοι υποχρεούνται να συμβιβαστούν, αποτελεί το γεγονός πως δεν
μπορούν πλέον να περπατήσουν ήρεμα, ήσυχα και με ασφάλεια στο χωμάτινο πεζοδρόμιο
μιάς γειτονιάς και να διασχίσουν το δρόμο αμέριμνοι, χωρίς φόβο να πατηθούν από
διερχόμενη ρουκέτα-αυτοκίνητο. Δεν μπορούν να μυρίσουν μιά φρεσκοασβεστωμένη μάντρα,
ούτε να μεθύσουν με το χιώτικο γιασεμί που την μισοκαλύπτει απλωμένο. Το μάτι τους
δεν μπορεί ν’ απλωθεί ελεύθερο πάνω από τα χαμηλά νεοκλασσικά κτίρια και ν’
αγκαλιάσει ταυτόχρονα τον Υμηττό, την Πάρνηθα, τον Λυκαβηττό, την Ακρόπολη, το
Αιγάλεω και τον Φαληρικό όρμο. Ορόσημα σ’ ένα πανέμορφο, σχεδόν συγκλονιστικό,
πολυποίκιλο τοπίο, που χάθηκε κι αυτό μαζί με το ζωογόνο «ανθρώπινο μέτρο».
Μα πάνω απ’ όλα η ψυχή τους δεν μπορεί να συγκινηθεί και να γαληνέψει, απολαμβάνοντας νότες που θα της κουβαλήσουν απλόχερα τ’ αυτιά, βγαλμένες από τις καλοκουρδισμένες
χορδές της κιθάρας του Φώτη Πολυμέρη! Συνοδευμένες από τη γλυκόλαλη, βελούδινη
φωνή του.
Δυστυχώς, μόνο όσοι έζησαν και μπορούν ν’ αναπαράξουν στο νου τους εκείνη την εποχή, φέρνοντας τη θύμηση στον τόπο και τον χρόνο, (οι παλιοί και
τυχεροί), μόνο αυτοί μπορούν να ρουφήξουν, νοσταλγικά, και πάλι τη μαγεία τραγουδιών, όπως το «Γειά
σου», το «Άσ’ τα, τα μαλλάκια σου», «Το τραγούδι του αλήτη», «Μητέρα», «Η κιθάρα του πατέρα»,
«Αν ήξερα τι κρύβεις στη καρδιά σου», «Γιά μας κελαηδούν τα πουλιά», «Λίγες
καρδιές αγαπούνε» και αμέτρητο πλήθος από άλλες πασίγνωστες μελωδίες! Τραγούδια που τραγουδήθηκαν περισσότερο
με την ψυχή, παρά με το στόμα και άγγιξαν καίρια και τρυφερά … άλλες, απέναντι, καρδιές!
Ο συνδυασμός όλων αυτών των στερήσεων και στρεβλώσεων που δημιούργησε η σύγχρονη ζωή, εκτρέπουν τους νέους σήμερα στην αναζήτηση λύσεων και διεξόδων μέσω, τελικά, αδιέξοδων διαδρομών, λανθασμένων κατευθύνσεων και καταστροφικών επιλογών.
Φτώχεια, στέρηση, ένδεια υπήρχαν και τότε, όμως και απέραντη ανθρωπιά, πολύ φιλότιμο
και ακατάβλητη θέληση γιά ζωή. Με όρεξη και όχι βαρεμάρα. Και, κυρίως, αναζήτηση εφικτών στόχων κι επιτυχιών, μέσα από την προσπάθεια, το πείσμα και τον αγώνα τον καλό, και όχι τη φενάκη των άκρατων απαιτήσεων, των πλαστών «παραδείσων» της πρέζας, της παραίτησης και του μηδενισμού.
Γενιές που καλούνται να ζήσουν, αξιώνοντας αξιοπρέπεια, εν μέσω δυσθεώρητων οικονομικών προβλημάτων που δεν δημιούργησαν αλλά κληρονόμησαν. Με την τεχνολογία να γεννά περισσότερα δεινά από όσα αποσοβεί, με το λαϊκισμό να εκχυδαΐζει στόχους και όνειρα και την δημαγωγία να «τρελαίνει» την πυξίδα του προσανατολισμού τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜε ηθικό περιβάλλον το τέλμα της σήψης και διαφθοράς και καθημερινό περίγυρο το νέφος, την κυκλοφοριακή ασφυξία, την ανεργία και την αγωνία της επιβίωσης, καλούνται να «κολυμπήσουν» στη ζωή μέσα σε άδεια πισίνα μιάς ζοφερής πραγματικότητας.
:))
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
ΑπάντησηΔιαγραφήαν θες παρε μερος στο μπλογκοπαιχνιδο μου :
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://stefanosmedia.blogspot.gr/2013/03/blog-post_17.html
Ένα-ένα.
ΑπάντησηΔιαγραφήα) Το πρώτο σου σχόλιο..... κάτι μου θυμίζει και οι απόψεις μας μάλλον.... ταυτίζονται!
Αν όμως, εννοείς ό,τι εννοώ το πράγμα δεν τελειώνει εκεί. Υπάρχουν και οι δύο τελευταίες παράγραφοι που αποτελούν την επιτομή του. Πρόσεξέ τις.
β,γ) +2 -2 = 0
δ) Μπήκα στο blog σου το πρωί και δεν είδα τίποτε νέο που θα μπορούσα να "παίξω". Εφαρμόχω πάντοτε το "'η σίγα, ή λέγε κάτι καλύτερο της σιωπής". (ελεύθερη μετάφραση εκ των αντίστοιχων αρχαίων}.
Στα προηγούμενα σου έγραψα κάτι.
Προχώρα κι εδώ είμαστε! Πρώτο δείγμα γραφής, καλό και αισιόδοξο.