Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

Δέσπω, η «λαϊκιά».

Κατευόδιο

   Μόλις προ ολίγου, η ψυχούλα μιάς ακόμη τετράποδης μικρούλας συντρόφισσάς μου πέταξε στον ουρανό. Έφυγε, πλήρης ημερών και πήγε να συναντήσει τις άλλες δύο φίλες της, την Lady, που μας άφησε προ ημερών κι αυτή σε πολύ βαθιά γεράματα, και την αδικοχαμένη Ρεγγίνα που έφυγε πολύ πρόωρα, αθώο θύμα της ανθρώπινης κακίας και μιάς φόλας που κάποιος άγνωστος-γνωστός γείτονας την φιλοδώρησε, γιά να εκδικηθεί εμένα. Επειδή… δεν τον καταδέχομαι!
   Το προαναφερθέν τετράποδο τρίο απετέλεσε τη γενεσιουργό αιτία του να βρίσκομαι εγκατεστημένος, τώρα, εδώ. Ιστορία πολυειπωμένη και γνωστή.

   Από την αρχική τριπλέτα, η Δέσπω ήταν η πιό πονηρή, η πιό καταφερτζού κι η πιό ανήσυχη. Λάτρευε τις βόλτες με τ’ αυτοκίνητο. Έβγαζε το κεφάλι έξω από το παράθυρο κι απολάμβανε το αεράκι που της χτύπαγε το πρόσωπο παρατηρώντας, σοβαρή και ακίνητη, τον κόσμο τριγύρω της. Μόλις άνοιγε πόρτα αυτοκινήτου, τσούπ!, η Δέσπω τρύπωνε πρώτη, πριν την πάρεις χαμπάρι!
   Ήταν κοντοπόδαρη, στραβοκάνα κι είχε ένα στυλ που θύμιζε κυρά-Κατίνα σε αυλή λαϊκής γειτονιάς, εξ ου και το προσωνύμιο «λαϊκιά». Κάτι σαν Γεωργία Βασιλειάδου, σε σκυλίσια έκδοση. Μόνο το φακιόλι στο κεφάλι της έλειπε!
   Θύμιζε πολύ κυνηγόσκυλο, και πιθανόν από κάτι τέτοιο να κράταγε η σκούφια της, όμως ήταν εντελώς «εκφυλισμένη» κι ανεκπαίδευτη και το μόνο που κυνηγούσε ήταν τις γάτες, όταν…. της έτρωγαν το φαΐ. Φοβερή «λιγούρω» μέχρι τέλους.
   Θα πρέπει να πέρασε τα 110, ανθρώπινα, χρόνια, (σκυλίσια 16), από τα οποία τα δύο τελευταία υπήρξαν μαρτυρικά. Παραμορφωτικός αρθριτισμός στα πόδια, καταρράχτης στα μάτια, αναπνοή σαν ατμομηχανή στην ανηφόρα και σερνόμενο περπάτημα με μιλιούνια μύγες να την συνοδεύουν, σαν εν δυνάμει κινούμενο πτώμα. Όμως στο φαΐ, πρώτη!

   Πριν από λίγο, πριν προλάβει η λυτρωτική ένεση να δώσει ανακουφιστικό τέλος στο μαρτύριο της ζωούλας της, που τις τελευταίες ημέρες είχε φτάσει στην κορύφωσή του, καθώς η αναπνοή της ήταν φοβερά δύσκολη και αγχωτική, η ανάσα έγινε ρόγχος και τελικά σταμάτησε οριστικά. Ανάσαινε λίγο-λίγο την ασφυξία του θανάτου που την πλησίαζε γοργά, μέχρι που την έκλεισε οριστικά στην αγκαλιά του.

   Τσαχπίνα και ζωηρή στα νιάτα της, με την πρώτη ευκαιρία που εύρισκε πόρτα ανοιχτή την κοπάναγε στο δάσος, ώσπου κάποτε μιά παρέα κυνηγών, που την θεώρησε κελεπούρι λαγωνικού, την έκλεψε! Σε λιγότερο από μήνα…. μου την ξανάφεραν και την άφησαν έξω από την πόρτα! Προφανώς κατάλαβαν.

   Η Δεσπούλα υπήρξε ένα πολύ γλυκό, υγιέστατο και ανενόχλητο πλάσμα, που έζησε στην αφάνεια και κάτω από τη σκιά των πιό λαμπερών αδελφών της και μας άφησε τελευταία και υπέργηρη. Όμως μέχρι τέλους, απέραντα τρυφερή, χαδιάρα και… φαγού.

   Τώρα, λυτρωμένη από το μαρτύριο της παρηκμασμένης σάρκας, κοιμάται ήρεμη και περιμένει τον κηπουρό γιά να την τοποθετήσουμε, με προσοχή και σεβασμό, δίπλα στη φίλη της τη Lady, σαν μιά ακόμη απτή ένδειξη που θα μας θυμίζει συνεχώς τη μοίρα που περιμένει κι εμάς. Με τη σειρά και τη νομοτέλεια που καθορίζει ο Δημιουργός, όπως κάνει γιά όλα του τα πλάσματα.

   Ένα-ένα, τα παράθυρα της ζωής μας κλείνουν, τα ποτάμια που τροφοδοτούν την λίμνη της ύπαρξής μας, ένα-ένα κι αυτά, στερεύουν κι ο ζωντανός περίγυρος, που συνηθίσαμε και μας συνήθισε, συνεχώς στενεύει, μέχρι να πνίξει κι εμάς.

   Καλό δρόμο, κορίτσι μου! Θα τα ξαναπούμε όταν έρθει η ώρα μας!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου