Στοχασμοί
Το πηχτό σκοτάδι που πλακώνει τη χώρα, μας εμποδίζει να δούμε το λαμπρό ανοιξιάτικο φως, καθώς το γκρίζο επικρατεί του χρώματος.
Η δυσοσμία που αναδίδεται από κάθε σημείο και κάθε κοινωνική πτυχή, μας εμποδίζει να απολαύσουμε, μυριστικά, τα ανοιξιάτικα αρώματα.
Οι κραυγές της απόγνωσης κι οι αναστεναγμοί των ψυχοπλακωμάτων, εξουδετερώνουν τα τιτιβίσματα των μικρών φτερωτών διαβόλων, που σχίζουν, χαρούμενα, τον γαλάζιο ουρανό.
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, που ολοένα παραλύουν, αντίκεινται στη ζωογόνο δυναμική της άνοιξης.
Η ζοφερή προοπτική του σκοτεινού αύριο μας απαγορεύει να νοιώσουμε τη ζωογόνο ανοιξιάτικη δύναμη.
Το παγερό ξεροβόρι της απαισιοδοξίας που πλακώνει τις ψυχές μας, κατισχύει της δροσερής αισιόδοξης ανοιξιάτικης αύρας.
Ο μαρασμός που απλώνεται μέσα μας, καλύπτει κάθε ανοιξιάτικο μπουμπούκιασμα.
Μελαγχολία, θλίψη, κατήφεια αντικαθιστούν το κέφι, τη ζωντάνια, τη χαρά που αυθόρμητα και νομοτελειακά γεννά η άνοιξη.
Καθισμένος στο μπαλκόνι, κοιτάζω την πρασινισμένη πλαγιά με τις ελιές, τα πεύκα και τις κόκκινες στέγες. Αγναντεύω, στο βάθος, τον ήρεμο Ευβοϊκό και, πέρα, την πλάτη της Πάρνηθας. Σκέφτομαι το αντίδοτο. Το αναζητώ, το ψάχνω! Σίγουρα θα υπάρχει. Πρέπει να υπάρχει!
Ίσως να βρίσκεται στα τέσσερα κουταβάκια, τα «τζερτζελίνια», που κάποιοι πονηροί πέταξαν στην πόρτα μου (έξη ήταν στην αρχή, αλλά τα δύο τα έδωσα), ίσως στην κιτρινοπράσινη στρογγυλή χελώνα που μάζεψα απ’ το βουνό και την πρόσθεσα στις άλλες 36 του κτήματος, ή, μπορεί, στη μόλις λίγων ημερών σκυλίτσα, τη λιλιπούτεια «Μαριλού», που βρήκα στον σκουπιδοτενεκέ, πεταμένη άστοργα, ψειριασμένη, γεμάτη τσιμπούρια, ψύλλους και μισόγυμνη από μύκητες, η οποία τώρα έπαψε να ξύνεται, πασαλειμένη με αντιμυκητιακή κρέμα, και χουζουρεύει στον ήλιο, χορτάτη και πανευτυχής, μέσα στο μικρό καλαθάκι της.
Ίσως, πάλι, να βρίσκεται στα μικρά ντελικάτα κορμάκια μερικών ελιών και λίγων οπωροφόρων που φύτεψα και προσπαθώ με στηρίγματα να συγκρατήσω κάθετα, μέχρι να ριζώσουν και να «δέσουν» και στα ταπεινά μαρουλάκια που βλέπω να ξεπροβάλλουν λίγο, λίγο από το αφράτο χώμα του μικρού μπαξέ, μαζί με τους ντροπαλούς ντελικάτους μίσχους μερικών ντοματιών.
Τελικά υπάρχουν διέξοδοι! Στις μικρές χαρές και τις μικρές δημιουργικές ανθρώπινες ασχολίες. Η σοφία της φύσης, και στις ποιό δύσκολες κι ανάποδες στιγμές, μας δείχνει το δρόμο και μας οδηγεί στην ανακούφιση, την εκτόνωση, την πληρότητα, την εσωτερική γαλήνη.
Ίσως η ελπίδα να μην εξέπνευσε ακόμη. Μπορεί και να υπάρχει, στον πάτο του κουτιού της Πανδώρας. Πλακωμένη από συμφορές και ασχήμιες πνέει τα λοίσθια. Όμως ακόμη ζει!
Ας την αναζητήσουμε!
Το πηχτό σκοτάδι που πλακώνει τη χώρα, μας εμποδίζει να δούμε το λαμπρό ανοιξιάτικο φως, καθώς το γκρίζο επικρατεί του χρώματος.
Η δυσοσμία που αναδίδεται από κάθε σημείο και κάθε κοινωνική πτυχή, μας εμποδίζει να απολαύσουμε, μυριστικά, τα ανοιξιάτικα αρώματα.
Οι κραυγές της απόγνωσης κι οι αναστεναγμοί των ψυχοπλακωμάτων, εξουδετερώνουν τα τιτιβίσματα των μικρών φτερωτών διαβόλων, που σχίζουν, χαρούμενα, τον γαλάζιο ουρανό.
Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, που ολοένα παραλύουν, αντίκεινται στη ζωογόνο δυναμική της άνοιξης.
Η ζοφερή προοπτική του σκοτεινού αύριο μας απαγορεύει να νοιώσουμε τη ζωογόνο ανοιξιάτικη δύναμη.
Το παγερό ξεροβόρι της απαισιοδοξίας που πλακώνει τις ψυχές μας, κατισχύει της δροσερής αισιόδοξης ανοιξιάτικης αύρας.
Ο μαρασμός που απλώνεται μέσα μας, καλύπτει κάθε ανοιξιάτικο μπουμπούκιασμα.
Μελαγχολία, θλίψη, κατήφεια αντικαθιστούν το κέφι, τη ζωντάνια, τη χαρά που αυθόρμητα και νομοτελειακά γεννά η άνοιξη.
Καθισμένος στο μπαλκόνι, κοιτάζω την πρασινισμένη πλαγιά με τις ελιές, τα πεύκα και τις κόκκινες στέγες. Αγναντεύω, στο βάθος, τον ήρεμο Ευβοϊκό και, πέρα, την πλάτη της Πάρνηθας. Σκέφτομαι το αντίδοτο. Το αναζητώ, το ψάχνω! Σίγουρα θα υπάρχει. Πρέπει να υπάρχει!
Ίσως να βρίσκεται στα τέσσερα κουταβάκια, τα «τζερτζελίνια», που κάποιοι πονηροί πέταξαν στην πόρτα μου (έξη ήταν στην αρχή, αλλά τα δύο τα έδωσα), ίσως στην κιτρινοπράσινη στρογγυλή χελώνα που μάζεψα απ’ το βουνό και την πρόσθεσα στις άλλες 36 του κτήματος, ή, μπορεί, στη μόλις λίγων ημερών σκυλίτσα, τη λιλιπούτεια «Μαριλού», που βρήκα στον σκουπιδοτενεκέ, πεταμένη άστοργα, ψειριασμένη, γεμάτη τσιμπούρια, ψύλλους και μισόγυμνη από μύκητες, η οποία τώρα έπαψε να ξύνεται, πασαλειμένη με αντιμυκητιακή κρέμα, και χουζουρεύει στον ήλιο, χορτάτη και πανευτυχής, μέσα στο μικρό καλαθάκι της.
Ίσως, πάλι, να βρίσκεται στα μικρά ντελικάτα κορμάκια μερικών ελιών και λίγων οπωροφόρων που φύτεψα και προσπαθώ με στηρίγματα να συγκρατήσω κάθετα, μέχρι να ριζώσουν και να «δέσουν» και στα ταπεινά μαρουλάκια που βλέπω να ξεπροβάλλουν λίγο, λίγο από το αφράτο χώμα του μικρού μπαξέ, μαζί με τους ντροπαλούς ντελικάτους μίσχους μερικών ντοματιών.
Τελικά υπάρχουν διέξοδοι! Στις μικρές χαρές και τις μικρές δημιουργικές ανθρώπινες ασχολίες. Η σοφία της φύσης, και στις ποιό δύσκολες κι ανάποδες στιγμές, μας δείχνει το δρόμο και μας οδηγεί στην ανακούφιση, την εκτόνωση, την πληρότητα, την εσωτερική γαλήνη.
Ίσως η ελπίδα να μην εξέπνευσε ακόμη. Μπορεί και να υπάρχει, στον πάτο του κουτιού της Πανδώρας. Πλακωμένη από συμφορές και ασχήμιες πνέει τα λοίσθια. Όμως ακόμη ζει!
Ας την αναζητήσουμε!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου