Ταξιδιωτικά
Η θερινή ραστώνη, που με την θερμοκρασία πάνω από τους 40 βαθμούς Κελσίου αυξάνεται γεωμετρικά, οι φορολογικές δηλώσεις με την αναμενόμενη σφαλιάρα του εκκαθαριστικού της και η εν γένει πολιτικοοικονομική κατάσταση που, αν και αναμενόμενη, φέρνει την επαπειλούμενη ασφυξία χώρας και λαού ένα βήμα κοντύτερα, κάνει το πνεύμα ανήμπορο να σκεφτεί και το χέρι πολύ βαρύ γιά να γράψει. Όλα γύρω μου κινούνται σαν ξεκούρντιστη λατέρνα, με το κακό να επεκτείνεται και μέσα μου. Είναι, βλέπεις, κι η αγωνία γι’ αυτά τα υπόλοιπα ρημαδοψίχουλα των 11,5 δις που αναζητούν, επειγόντως μέσα στον Ιούλιο, όσα εναπομείναντα «λίπη» υπάρχουν γιά να μπορέσουν ν’ απαντληθούν, μέσω κάποιας από τις γνωστές και δοκιμασμένες συνταγές φορολογικής «λιποαναρρόφησης», που οι ατσίδες πολιτικοί ταγοί μας θα ξαναχρησιμοποιήσουν οσονούπω στην πλάτη μας!
Με τέτοια, λοιπόν, μαυρίλα γύρω σου πού να βρεις το κέφι και το κουράγιο να γράψεις. Ή μάλλον, να σκεφτείς, καν, και να γράψεις.
Ευτυχώς, κάποια τηλεφωνήματα γνωστών και φίλων της στήλης επισημαίνουν την απουσία, ασυνήθιστα μακριά γιά Ορφέα, και με παρακινούν να συνεχίσω. Η επιθυμία τους λειτουργεί σαν κεντρί οίστρου, με βγάζει από τον λήθαργο και φιλοτιμώμενος συνεχίζω!
Γιά όποιον κινείται ελεύθερα, χωρίς υποχρεωτικό πρόγραμμα και χωρίς τον ομφάλιο λώρο ενός γκρουπ, (αν δεν περιέχεται στο πρόγραμμά του), έχει μοναδική ευκαιρία να «πεταχτεί» από το Πούνο στην γειτονική Βολιβία και να πάρει, σε 4 ημέρες, μιά καλή και χορταστική «κουταλιά» από την πιό φτωχή, την λιγότερο ανεπτυγμένη, άρα και την πιό ενδιαφέρουσα χώρα των Άνδεων, ίσως και ολόκληρης της Νοτ. Αμερικής. Μιά χώρα που η φτώχεια, η μιζέρια και η υπανάπτυξη την καθιστά, τουριστικά, ως την καλύτερη αυθεντική ακτινογραφία λαού και τόπου, αφού το πέρασμα του χρόνου τους έχει μεταβάλει ελάχιστα. Περιδιαβαίνοντας την Βολιβία είναι σαν να μπήκες στην περίφημη «μηχανή του χρόνου» και να γυρνάς αιώνες πριν!
Ξεκινώντας νωρίς το πρωί από το Πούνο, μετά από λίγα χιλιόμετρα, οδικώς, μπαίνεις στην Βολιβία από το Γιουνκούγιο και σε 11 ακόμη χιλιόμετρα φθάνεις στην Κοπακαμπάνα, μιά μικρή και πολύ γραφική βολιβιάνικη πόλη, στις όχθες της Τιτικάκα. Κατά την πασίγνωστη και απόλυτα σοφή ρήση, «η φτώχεια θέλει καλοπέραση», και με δεδομένο πως η Βολιβία είναι μία από τις φτωχότερες χώρες του πλανήτη, οι χοροί και τα πανηγύρια εδώ δίνουν και παίρνουν! Ιδίως οι τρεις μεγάλες γιορτές της Κοπακαμπάνα έχουν τεράστια δημοφιλία και μαζεύουν κόσμο από όλες τις παρόχθιες περιοχές της λίμνης, βολιβιάνικες και περουβιάνικες, κυρίως κουλτούρας Αϋμάρα, η οποία κυριαρχεί στην περιοχή, έναντι της «αντίπαλης» Κέτσουα, που επικρατεί σ’ ολόκληρο το υπόλοιπο Αλτιπλάνο των Άνδεων. (Περού, Εκουαδόρ).
Εκείνη τη διήμερη φιέστα, μάλιστα, της 1ης και 2ας Φεβρουαρίου που γιορτάζει και λιτανεύεται η θαυματουργός «Μαύρη Παναγία της Κοπακαμπάνα», «η Παρθένος της Καντελάρια», όπως λέγεται και η οποία αποτελεί την προστάτιδα της Βολιβίας, γίνεται ένας μικρός, τοπικός χαμός! Ο θρύλος, πάντως, της μαύρης Παναγιάς οφείλεται στην κάπνα των κεριών που έχει μαυρίσει το πρόσωπο του αγάλματος, παρά σε άλλη αιτία. Όταν, σπανιότατα, το καθαρίζουν η Μαντόνα … ξανασπρίζει και γίνεται λαμπίκος. Κάτασπρη σαν περιστέρι! Το μαύρισμα οφείλεται κυρίως στην μεγάλη λιτανεία της Μεγ. Παρασκευής με τα πολλά καντηλέρια. Εκεί όμως που γίνεται το «έλα να δεις», είναι την εβδομάδα που γιορτάζεται η εθνική τους απελευθέρωση. Από τις 3 μέχρι τις 10 Αυγούστου, όλη η περιοχή χορεύει, γλεντάει και μπεκροπίνοντας μεθοκοπάει με την ντόπια μπύρα, την «τσίτσια», η οποία φτιάχνεται από καλαμπόκι. Ένα προϊόν που δεν αξιώθηκα ποτέ να δοκιμάσω αφού έμαθα, πριν το πρωτοπιώ, πως ο πανάρχαιος και οικογενειακός τρόπος παρασκευής της ήταν να μασούν και να φτύνουν (!) το καλαμπόκι, που εν συνεχεία αφηνόταν στη ζύμωση και την μετατροπή του σε αλκοόλ. Παρ’ όλο που τώρα έχει αλλάξει, προφανώς, ο τρόπος παρασκευής της, (τουλάχιστον, υποθέτω), κάθε φορά που πλησίαζα ένα ποτήρι τσίτσια, κάτι μέσα μου έλεγε:
- Άσ’ το καλύτερα!
Ήταν βλέπεις κι αυτό το όνομα, -τσίτσια- που, όσο να’ ναι, δεν αβαντάριζε και πολύ! Άκου, τσίτσια! Και να στο δίνουνε να το πιείς!!!
Εκεί, στην Κοπακαμπάνα, συνάντησα ένα φαινόμενο που νόμιζα πως συμβαίνει μόνο στην Ελλάδα, στα Σπάτα. Κάποιες ημέρες, σε ειδικές τελετές, ο παπάς ευλογεί τα…. αυτοκίνητα! Έτυχε και έπεσα σ’ ένα τέτοιο πανηγύρι. Καλογυαλισμένα και καλοστολισμένα με κορδέλες και γιρλάντες σαραβαλάκια περίμεναν με ανοιχτά καπώ τον παπά να τους ευλογήσει μέχρι…. και τα καρμπυρατέρ!
Μπαίνοντας στη Βολιβία καλό είναι να πούμε μερικά γενικά γιά την χώρα. Το όνομά της το οφείλει στον μεγάλο στρατηγό, πολιτικό και επαναστάτη Σίμον Μπολιβάρ (1783-1830), γεννημένο στην Βενεζουέλα, ο οποίος βασικό ηγετικό μέλος της μεγάλης ομάδος των Επαναστατών, (Libertadores), που απελευθέρωσαν την Λατινική Αμερική από την Ισπανική κατοχή κι εκμετάλλευση. Όμως, καθώς πέθανε νέος, το όραμά του γιά μιά ενωμένη κι ελεύθερη Νότ. Αμερική έμεινε απραγματοποίητο, δεδομένης και της κλασσικής τοπικιστικής φαγωμάρας που τον οδήγησε να αποσυρθεί πικραμένος κι αηδιασμένος από την πολιτική. Κάτι ανάλογο με τον επίσης σπουδαίο Αργεντίνο, τον Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν. (Η κοινή μοίρα όλων των μεγάλων, που αφού βγάζουν το φίδι απ’ την τρύπα, ροκανίζονται από τους μικρούς και φθονερούς, μέχρι ο χρόνος κι η Ιστορία τους αποκαταστήσει στη συνείδηση των λαών τους. Δυστυχώς πάντοτε κατόπιν εορτής, αφού στο μεταξύ έχουν «φύγει» από τον μάταιο τούτο κόσμο με την πικρή γεύση της αγνωμοσύνης και αχαριστίας. Παγκόσμιος νόμος από τον οποίον κανείς μεγάλος δεν ξεφεύγει.
Όταν, από τα μέσα του 19ου αιώνα, άρχισαν να διαμορφώνονται τα διάφορα κράτη της ηπείρου με, πάνω-κάτω, τη σημερινή τους οντότητα, αλλά διαφορετική μορφή και έκταση, άρχισαν και οι επί μέρους έριδες, οι οποίες ανέδειξαν την Βολιβία ως τον κατ’ εξοχήν καρπαζοεισπράκτορα της περιοχής! Με τις ΗΠΑ να εφαρμόζουν, τότε, το περίφημο «δόγμα Μονρόε» (1823) που έλεγε να μην επεμβαίνουν στις εσωτερικές υποθέσεις των κρατών της Λατ. Αμερικής, όλη η περιοχή αποτελούσε, γιά πάνω από αιώνα, καζάνι που έβραζε και ο κάθε ισχυρός διεκδικούσε και «τσιμπολογούσε» από τον ασθενέστερο γείτονα ό,τι κομμάτι του άρεσε και μπορούσε να προσαρτήσει με την δύναμη των όπλων. Και εκείνη που την πλήρωνε πάντοτε ήταν η Βολιβία!
Με τον πόλεμο του Ειρηνικού, (1879-1883), έπαθε τη μεγαλύτερη ζημιά, αφού έχασε από τη Χιλή την περιοχή της Αντοφαγκάστα, (350 χλμ. ακτογραμμής) και μαζί την πολύτιμη έξοδο στη θάλασσα! Στη συνέχεια της έφαγαν κομμάτια η Αργεντινή κι η Βραζιλία, με την προσάρτηση της Άκρα, ενώ την τελευταία «φάπα» την έφαγε στον πόλεμο, το 1932-35, με την Παραγουάη, που κάτι της τσίμπησε κι αυτή!
Παρ’ όλα αυτά και με ό,τι της απέμεινε η έκτασή της χώρας φτάνει σήμερα το 1.098.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, δηλαδή όσο Γαλλία κι Ισπανία μαζί! Ή με βάση εμάς, κάπου 8,3 φορές η Ελλάδα!
Ο πληθυσμός της εκτιμάται γύρω στα 8,2 εκατομμύρια ψυχές, αφού οι μετρήσεις γενικά στη χώρα δεν διακρίνονται και γιά μεγάλες ακρίβειες. Πάντως το 60% του αποτελείται από ατόφια ινδιάνικο στοιχείο, (πλειονότητα Αϋμάρα, μειοψηφία Κέτσουα και ψήγματα Γκουαρανί, λόγω γειτνίασης με Παραγουάη) και ελάχιστους αμιγούς ευρωπαϊκής προέλευσης. Οι υπόλοιποι είναι «μεστίζος», δηλαδή παράγωγα επιμειξίας. Όπως, λοιπόν, προκύπτει από τον συσχετισμό γεωγραφικού χώρου και πληθυσμού, πρόκειται γιά μιά τεράστια αλλά πολύ αραιοκατοικημένη χώρα.
Παρ’ όλο το πλούσιο υπέδαφος της Βολιβίας ο λαός της παρέμεινε εσαεί πάμπτωχος και μόνιμο θύμα εκμετάλλευσης. Ήδη τα ασημωρυχεία του Ποτοσί έχουν, πρακτικά, στερέψει, όπως και όλα τα λοιπά μέταλλα που υπήρξαν κάποτε άφθονα στην χώρα (κασσίτερος, σίδηρος, χαλκός, βολφράμιο, αντιμόνιο), τα οποία λιγοστεύουν απελπιστικά, θύματα της υπεράντλησης και της αδηφάγου μανίας των πολυεθνικών που τα εκμεταλλεύονταν. Τελευταία ανακαλύφθηκαν κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου στα οποία, πολύ φυσικά, έπεσαν τα κοράκια των πολυεθνικών γιά τη σχετική απομύζηση.
Μέσα στη λαίλαπα της κρατικής διαφθοράς, προ ολίγων ετών, ανέλαβε πρόεδρος ένας τύπος, ινδιάνος 100% και ονόματι Ίβο Μοράλες, αμόρφωτος αλλά τσίφτης, ο οποίος, μάλλον, αποδεικνύεται σωστός κυβερνήτης του λαού και του τόπου του, αφού αρπάζει απ’ τ’ αυτί έναν-έναν όλους αυτούς που απομυζούν τον εθνικό πλούτο της χώρας και, χωρίς πολλά-πολλά, τους στέλνει από κεί που ήρθαν!
-«Πίσω κου...άλες, έρχεται ο Μοράλες»! (Δεν ξέρω αν χρησιμοποιεί αυτό το ελληνοπρεπέστατο σλόγκαν, θα μπορούσε όμως! Αν διαβάζει Ορφέα σίγουρα θα το υιοθετήσει στις προσεχείς εκλογές). Πάντως, παραμένει εξαιρετικά δημοφιλής στους ταλαίπωρους φτωχούς βολιβιάνους «καμπεσίνος».
Γενικά η χώρα συντηρείται από τη γεωργοκτηνοτροφία μικρής κλίμακας που, ίσα-ίσα, επιτρέπει στους ντόπιους να επιβιώνουν φτωχικά. Παρ’ όλες τις εκατοντάδες ποικιλίες πατάτας και τις αντίστοιχες καλαμποκιού οι κλιματολογικές συνθήκες και το δύσβατο έδαφος δεν επιτρέπουν εκτεταμένες καλλιέργειες. Παράγει όμως μαλλί φίνο!
Λάμα |
Ένα γενικό χαρακτηριστικό της Βολιβίας είναι τα ασοβάντιστα σπίτια. Τα περισσότερα, σχεδόν στην απόλυτη πλειοψηφία τους, μένουν μόνο με τα τούβλα. Ακόμη και πιό μεγάλα και σοβαρά οικοδομήματα, που οπωσδήποτε δεν προδικάζουν ιδιοκτήτη σε ένδεια, θυμίζουν γιαπιά. Επειδή το φαινόμενο δημιουργεί έντονες απορίες η απάντηση μας εντυπωσίασε. Όποιο κτίσμα δεν έχει αποπερατωθεί πληρώνει μειωμένο φόρο! Συνεπώς και ευνοήτως οι οικοδομές στην Βολιβία δεν τελειώνουν ποτέ!
Στην περιοχή επιχειρούν διάφορες εταιρείες σκαφών που προσφέρουν τουριστικές υπηρεσίες. Μιά εξαίρετη, η καλύτερη απ’ αυτές, είναι η «Titikaka Catamaran» της «Transturin», η οποία συνδέει την Κοπακαμπάνα με την Τικίνα, απ’ όπου σε λιγότερα από 100 χλμ δρόμο φθάνεις στην Λα Παζ.
Η κρουαζιέρα με καταμαράν στην Τιτικάκα αποτελεί αξέχαστη ταξιδιωτική εμπειρία και κατά την διαδρομή έχεις την ευκαιρία να επισκεφτείς το Νησί του Ήλιου, το οποίον όπως προείπαμε σε παλιότερες αναρτήσεις αποτελεί τον γενέθλιο τόπο των Ίνκας.
Δεξιά το Νησί του Ήλιου κι απέναντι της Σελήνης |
Φυτείες στο Νησί του Ήλιου |
Ξεναγική αντίπραξη από ντόπιο σαμάνο |
Αργά το απόγευμα, μετά ένα θαυμάσιο μπουφέ-γεύμα στο πλοίο, φτάνουμε και αποβιβαζόμαστε στην Τικίνα. Μιά αξέχαστη διαδρομή στην ψηλότερη λίμνη του κόσμου τελειώνει πολύ νοσταλγικά.
Ιερό των Τιαχουανάκο |
Καθ’ οδόν προς Λα Παζ, 72 χλμ. προ αυτής, επιβάλλεται η περιήγηση του αρχαίου ιερού των Τιαχουανάκο. Ένας τεράστιος και μυστηριακός χώρος του σημαντικότερου πολιτισμού της περιοχής που άνθισε ακριβώς προ των Ίνκας και κατελύθη και απορροφήθηκε απ’ αυτούς. Όμοια μυστηριωδώς όπως όλοι οι αρχαίοι πολιτισμοί της περιοχής, αφού δεν υπάρχουν γραπτά στοιχεία, λόγω έλλειψης γραφής και έτσι λίγα πράγματα είναι γνωστά γιά όλους αυτούς. Εκτιμάται από τους αρχαιολόγους πως οι Τιαχουανάκο αναπτύχθηκαν από το 600 π.Χ, πως το το ιερό κατασκευάστηκε χίλια χρόνια πριν, περίπου, και πως οι Ίνκας τους κατάπιαν γύρω στα 1200 μ. Χ.
Η πύλη του Ιερού |
Πάντως θρησκευτικά είχαν τις ίδιες περίπου απόψεις με τους Ινκας, (Βιρακότσα, θεός του Ήλιου, κλπ.). Εδώ πρωτοσυνάντησα τον όρο «Πάτσα Μάμα», που αναφέρεται στην μάνα - γη που καρπίζοντας τρέφει τον κόσμο.
Η μεγάλη πόρτα εισόδου στο ιερό με την μορφή του Βιρακότσα στο υπέρθυρο. Αυτός ο τεράστιος σκαλισμένος μονόλιθος, βάρους πάνω από 175 τόνους, άντεξε στην καταστροφική μανία των φανατισμένων καθολικών παπάδων και λοιπών ιεροεξεταστών σκοταδιστών, με αρκετά εμφανή σημάδια των ευγενικών τους προσπαθειών γιά διάλυση.
Στην παραπλεύρως αναμνηστική φωτογραφία, ένα ελληνικό γκρουπ στην πύλη του Βιρακότσα με την ηγεσία του και τα…. τυχερά αυτής!
Καθ’ οδόν προς Λα Παζ, σχεδόν σε κάθε ταξίδι, (τόσο βέβαιο που το ανακοίνωνα, πριν προετοιμάζοντας τον κόσμο γιά το θέαμα που θα έβλεπε), στο απέραντο υψίπεδο του Αλτιπλάνο παρακολουθούσαμε ποδοσφαιρικούς αγώνες γυναικών! Δεν υπάρχει αστειότερο θέαμα από το να βλέπεις τις κοντόχοντρες παρδαλοντυμένες βολιβιάνες, σίγουρα όχι πρώτης νεότητες, να τρέχουν ασούμπαλα κυνηγώντας μιά μπάλα! Με εντυπωσιακότερη σκηνή την εξής. Όπως είναι γνωστό, όλες οι γυναίκες στη Βολιβία φοράνε καπέλο. Ένα μικρό στρογγυλό καπελάκι, πολύ μικρότερο από το κεφάλι τους που με μυστηριώδη τρόπο το κρατούν πάντα καλοστηριγμένο και όρθιο στη μέση του κεφαλιού. Ένα καπέλο σαν αυτό που φορούσε, για όσους θυμούνται, το δίδυμο Χοντρός - Λιγνός. Ε΄, λοιπόν οι κυράδες έπαιζαν ποδόσφαιρο φορώντας το καπέλο τους (!) και τρεχαλάγανε χωρίς αυτό να πέφτει ποτέ!! Όταν πήγαινε να μετατοπιστεί λιγάκι, με ένα μικρό ζογκλερικό τίναγμα του κεφαλιού το επανέφεραν στη σωστή του θέση!
Δυστυχώς δεν κατέστη ποτέ δυνατή η λήψη φωτογραφιών από τέτοιον αγώνα, αφού οι παγανιστικές παραδόσεις των ιθαγενών λένε πως όταν τους φωτογραφίζεις τους παίρνεις την ψυχή! Κάθε φορά, σε όλη τη χώρα, όταν προσπαθήσεις να τραβήξεις κοντινό πλάνο βολιβιάνου ινδιάνου, αυτός το αποφεύγει επιμελώς. Αν μάλιστα, επιμένοντας, πέσεις σε κανένα ζόρικο, θα έχεις σίγουρα κακά ξεμπερδέματα!
Αξιοσέβαστος πρωτευουσιάνικη οικογένεια περιπατούσα |
Η πιό κάτω φωτογραφία τραβήχτηκε στο κέντρο της Λα Παζ, από απόσταση και με τηλεφακό και ας εκληφθεί ως ορεκτικόν περιήγησης στην πόλη, κάτι που θα γραφτεί στην επόμενη ανάρτηση.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου